Παρασκευή, Ιανουαρίου 04, 2008
Τετάρτη, Ιανουαρίου 02, 2008
Διάλογος με έναν σχολιαστή
Πριν διαβάσετε δείτε αυτό. Μετά αν θέλετε, ξανάρχεστε και διαβάζετε.
Απάντηση:
Η γενική χρήση όρων γεννά πάντοτε προβλήματα. Ο όρος πολυφωνία και ο όρος μονοφωνία χρησιμοποιούμενοι σε ένα γενικό πλαίσιο, χωρίς χρονικούς και γεωγραφικούς (αλλά και τεχνικούς εν τέλει) περιορισμούς μοιάζουν εύχρηστοι, ωστόσο το μόνο που μπορεί να προκύψει από μια τέτοιου είδους χρήση είναι η επιφανειακή ομαδοποίηση μουσικών γλωσσών. Ίσως ο τρόπος που χρησιμοποίησα τον όρο "πολυφωνία" στο ποστ "Από τον Οξύρρυγχο στην έλλειψη συμφωνικής μουσικής παραδόσεως" προϋπέθετε (ανεπιτυχώς) μια σειρά από υπονοούμενα και αυτό γέννησε αοριστίες που πρέπει να διασαφηνιστούν. Θα φέρω ένα παράδειγμα:
Ας πάρουμε την άρια "Nigra sum sed Formosa" από το έργο του Μοντεβέρντι Vespers della Beata Virgine. Ας υποθέσουμε ότι ο τενόρος είναι στο σπίτι του και προβάρει χωρίς συνοδεία. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίζαμε το τραγούδι του της συγκεκριμένης στιγμής ως μονοφωνική μουσική; Όχι. Ναι μεν ακούγεται μία φωνή, μόνη να τραγουδά, όμως η δομή του μέλους της και η μορφολογική του εικόνα έχει οργανωθεί επί τη βάσει ενός συστήματος που προέκυψε από τον διαρκή πειραματισμό επί αρμονικών κατακορύφων σχέσεων. Θέλω να πω ότι δεν είναι το συμβάν που καθορίζει τη γλώσσα, αλλά η γλώσσα δίνει υπόσταση στο συμβάν. Υπ’ αυτή την έννοια η εναρμόνιση από τον Καλομοίρη με τους δυτικούς κανόνες του "Τη Υπερμάχω" δεν αναδεικνύει πολυφωνικές δυνατότητες που εν υπνώσει ευρίσκονταν στο συγκεκριμένο μέλος (αλλά και σε όλη την μουσική παράδοσή του, στη μουσική γλώσσα που το δημιούργησε). Αναδεικνύει μάλλον την μουσική κοσμοθεωρία του "εναρμονιστή".
Ας έρθουμε τώρα στην λεγόμενη παραδοσιακή πολυφωνία, και πιο συγκεκριμένα στο γνωστό μας ηπειρώτικο "πολυφωνικό" τραγούδι. Το χαρακτηρίζουμε πολυφωνικό, επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι κάθε μέλος της ομάδας που το τραγουδά έχει μια διαφορετική μουσική δράση, έναν ρόλο. Οι ρόλοι είναι οι εξής:
Ο ρίχτης, αυτός που ξεκινά το τραγούδι, πού ρίχνει, ας πούμε την ατάκα: "Καλότυχα είναι τα βουνά ποτέ τους δεν πεθαίνουν". Συνεχίζει απαντώντας ο κλαύτης: "Αχ, ωχ, ωχ" και ο πάρτης πιάνει να λέει την κύρια μελωδία του τραγουδιού, ενώ ταυτόχρονα ο ισοκράτης κρατάει το ίσο, ο κλώστης κλώθει μια μελωδία περιστόλιστη γύρω από την μελωδία του πάρτη και ο κλαύτης παρακολουθεί με ρυθμικούς λυγμούς. Πρόκειται για πολυφωνία, ή μήπως αν αλλάζαμε τον όρο και μιλούσαμε για ετεροφωνία, για μία κατάσταση δηλαδή όπου ένας μελωδικός πυρήνας γεννά διαφορετικές παράλληλες εκδοχές μουσικής δράσης θα βρισκόμασταν πιο κοντά στο τελούμενο; Γιατί, άλλωστε, ποιο είναι το μνημονικό κλειδί για την εκτέλεση του ηπειρώτικου "πολυφωνικού" τραγουδιού; Η κύρια μελωδία του πάρτη. Οι υπόλοιπες φωνές-ρόλοι εξαρτούν από αυτήν την δράση τους. Άρα η μνήμη λειτουργεί μονοφωνικά, η δράση εκδηλώνεται ετεροφωνικά. Δεν πρόκειται λοιπόν για πολυφωνία. Και η σημειογραφία γενικώς, αλλά και ειδικώς η ρυθμικά ακριβής σημειογραφία δεν αποτελεί προϋπόθεση για την καλλιέργεια αυτού του είδους.
Για να κατανοηθεί ο ρόλος της μουσικής σημειογραφίας πρέπει να αντιστοιχηθεί με αυτόν της γραφής. Η γραφή δεν είναι προϋπόθεση της γλώσσας. Ούτε της ομιλίας, ούτε καν της ποίησης. Είναι προϋπόθεση της επιστήμης και της αναπαραγωγής αντιτύπων έργων του λόγου, της διάδοσης του λόγου εν απουσία του ομιλούντος. Η σύνθεση, η εκμάθηση και απομνημόνευση μακροσκελών μουσικών έργων "αραβοπερσικής μουσικής" δεν απέχει πολύ από αυτό που έκαναν οι ραψωδοί. Το δακτυλικό εξάμετρο είναι για τους ραψωδούς ένα μαγικό μέσο που ρυθμίζει την μνημονική πλοήγηση. Κατ’ αναλογίαν τα λεγόμενα "ουσούλια", οι ρυθμικοί κύκλοι στους οποίους βασίζονται οι συνθέσεις της αραβοπερσικής μουσικής, δίνουν στον συνθέτη ένα πλαίσιο κατασκευής και στον ερμηνευτή ένα μνημονικό εργαλείο για μια γενική μορφολογική εικόνα: ξέρει ότι καθένας από τους τρεις χανέδες ( οι οίκοι, οι στροφές) της σύνθεσης "Σεμάυ σε μακαμ Μπεγιατί" του Ελ Αριάν απαρτίζεται από 6 κύκλους του ουσούλ "ακσάκ σεμάυ" (10/8). Να το πρώτο κλειδί. Το δεύτερο κλειδί είναι οι μικροϊστορίες μέσα σε μια μεγάλη ιστορία: Το μακάμ Μπεγιατί χρησιμοποιεί μια έκταση από συγκεκριμένους φθόγγους, καταμερισμένη σε περιοχές. Εντός κάθε περιοχής έχει προκαθοριστεί μια συγκεκριμένη διαδρομή (σεγίρ) από φθόγγο σε φθόγγο, με ενδιάμεσες στάσεις και καταλήξεις. Η βασική περιοχή και η διαδρομή της θα χρησιμοποιηθούν για τον πρώτο χανέ (στροφή) της σύνθεσης. Η μέση για τον δεύτερο, η ψηλή για τον τρίτο. Ανάμεσα σε κάθε χανέ θα παρεμβάλλεται ένα τεσλίμ (ρεφραίν, επωδός) απαρτιζόμενο και αυτό από 6 κύκλους, κινούμενο μελωδικά στην μέση και βασική περιοχή, ενώ μετά την τρίτη στροφή και το τεσλίμ θα ακολουθήσει ο πες χανές (coda, επίμετρον) στη βασική περιοχή και σε ρυθμό "γιουρούκ σεμάυ" (6/8), απαρτιζόμενος από δύο περιόδους των 8 κύκλων.
Όταν ακούμε να λέγεται ότι η αραβοπερσική μουσική έχει πάνω από 100 μακάμια, υπονοείται ότι πάνω σε ένα φθογγικό υλικό 31 φθόγγων που εκτείνεται σε δύο οκτάβες, έχουν προγραμματιστεί 100 διαφορετικές διαδρομές, οι οποίες αν συνδυαστούν με ένα πλήθος από ουσούλια (12 κατά βάση), δίνουν ένα μεγάλο αριθμό συνδυασμών, δεδομένου ότι σε μία περίπλοκη σύνθεση μπορούν να χρησιμοποιηθούν παραπάνω από δύο ουσούλια, και περισσότρα του ενός μακάμια. Ρυθμική φόρμα, λοιπόν, και γνωστές μελωδικές ιστορίες είναι τα μνημονικά κλειδιά της αραβοπερσικής μουσικής που αναπτύχθηκε χωρίς παράλληλα να αναπτύξει σημειογραφία.
Η Βυζαντινή μουσική αναπτύσσει σύστημα σημειογραφίας κατ’ αρχάς στο περιθώριο της γραφής. Οι ύμνοι, τα κοντάκια, οι κανόνες, γράφονται επειδή ο όγκος τους τεράστιος, είναι αδύνατον να συγκρατώνται από μνήμης. Η ανυπαρξία μουσικής σημειογραφίας κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες δείχνει ότι στην μνήμη έχει εναποτεθεί η εκτέλεση μιας σειράς από λίγους λατρευτικούς ύμνους. Η άνθιση εκκλησιαστικής ποίησης και μουσικής από τους μελωδούς και μετά, καθιστά απαραίτητη την ανάπτυξη μουσικής σημειογραφίας. Ο όγκος. Κι όταν αργότερα την εποχή του Ησυχασμού (10ος – 14ος αι.), η ποίηση υποχωρεί έναντι της μουσικής, η μουσική ως εγγύτερη στο άυλον προκρίνεται και αναπτύσσονται οι εκτενείς μουσικές φόρμες πάνω σε μικρά κείμενα (μέσω των αναγραμματισμών-ανασυλλαβισμών και της αποδόμησης του ποιητικού κειμένου) συνθέσεις που συναντάμε στον Κλαδδά και στον Κουκουζέλη, τότε η σημειογραφία αναπτύσσεται και καθίσταται άκρως απαραίτητη. Η ρυθμική ρευστότητά της είναι επιλογή αισθητική, διότι κατά την χορωδιακή εκτέλεση η ρυθμική ομοιογένεια διασφαλίζεται από το χέρι του μαΐστορος που ζωγραφίζει την εκάστοτε ρυθμική απόδοση με τη χειρονομία. (Τι παράξενο; Η Βυζαντινή Αναγέννηση, όπως ονομάζεται, προκρίνει μίαν εκκλησιαστική μουσική που αποδομεί τον λόγο. Η αποδόμηση του λόγου μέσω της πολυφωνίας, διακόσια χρόνια αργότερα, στην Δυτική Αναγέννηση παρ’ ολίγον να γίνει αιτία επιστροφής στο γρηγοριανό μέλος).
Ο ησυχασμός και η φιλοκαλία, ως πνευματικά ρεύματα, οδηγούν την εκκλησιαστική μουσική της ανατολής σε εκτεταμένες μουσικές φόρμες και παρατείνουν την ζωή της μονοφωνικής τροπικής μουσικής, επειδή οι εκτεταμένες αυτές φόρμες αναζητούν και βρίσκουν νέους τρόπους διάπλασης ήθους, μέσα από μονοφωνικά μονοπάτια, συνεχίζοντας την αρμονική παράδοση της αρχαιοελληνικής μουσικής που εν πολλοίς ομοιάζει και με την μουσική του μακαμ. Το ρεύμα του Ησυχασμού, όπως εκφράστηκε στη μουσική αναπτύχθηκε και διερευνήθηκε μουσικά μόνο μέσα στους κόλπους της εκκλησίας. Η οργανική εξωτερική μουσική παρέμεινε στον κοσμικό της ρόλο. Αντίθετα, η δυτική εκκλησιαστική ποίηση, δεν πέρασε τα στάδια εξέλιξης της ανατολικής. Το λατρευτικό τυπικό επίσης παρέμεινε στοιχειώδες. Ο πολυφωνικός πειραματισμός αναπτύσσεται εκεί, θα μπορούσαμε να πούμε, ως παροχέτευση ενέργειας που λείπει από την ποίηση. Η απλή ποιητική φόρμα, η οποία οδηγεί σε παλιλλογίες εκλαμπρύνεται από την πολυφωνική επαναδιατύπωσή της. Τεχνικά, αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς σημειογραφία ρυθμικά ακριβή, ή και χωρίς καθόλου σημειογραφία; Ίσως, αν δεν είχαν οριστεί τα πλαίσια των κατακόρυφων συνηχήσεων μέσα από ένα δυιστικό σύστημα: συμφωνία-διαφωνία, σύστημα που κατά πολύ αναδείχτηκε μέσα από τους θεωρητικούς προβληματισμούς γύρω από την οργανοχρησία και το κούρδισμα των οργάνων. Ο συγχρονισμός που απαιτείται για την εκτέλεση μιας σύμφωνης συνήχησης και πολύ περισσότερο για την εναλλαγή συμφώνων και διαφώνων συνηχήσεων, απαιτεί ρυθμικά ακριβή σημειογραφία, ιδίως αν οι μελωδίες που παράγουν αυτό το αποτέλεσμα δεν αναπτύσσονται σε σχέση εξάρτησης με μία βασική. Διότι μπορεί η πρώιμη πολυφωνία να ξεκίνησε με τη μορφή του organum ως ομοφωνική (παράλληλες μελωδίες, ρυθμικά όμοιες, με διαφορά ύψους), τα εργαλείο όμως της ακριβούς σημειογραφίας επέτρεψε τον έλεγχο, τόσο της οριζόντιας, όσο και της κατακόρυφης δομής, διαφυλάσσοντας τις αξίες του δυιστικού συστήματος συμφωνία-διαφωνία.
Κατά μακρινή αναλογία της Ηπειρώτικης ετεροφωνίας, υπάρχουν παραδοσιακές λαϊκές πολυφωνίες στην δυτική εκκλησία, αλλά και στην επτανησιακή μας παράδοση. Κοινά στοιχεία η κύρια μελωδία και οι ρόλοι των συντελεστών. Μοιάζουν κατάλοιπα της ars antiqua. Κάπως έτσι λειτουργεί και η γεωργιανή πολυφωνία. Δεν πρόκειται όμως για γνήσιες πολυφωνίες, μάλλον πρόκειται για υβριδικές καταστάσεις, όπου επιμειγνύονται αρχές της μονοφωνίας με αρχές που διέπουν την κατακόρυφη συνήχηση, ή ακόμα και την τονική-δομική-συστηματική αναφορά. Είναι σαν να μιλάμε για πολυφωνία στην βυζαντινή μουσική εννοώντας ως δύο γραμμές το κύριο μέλος και το ισοκράτημα. Να σημειώσουμε τέλος ότι σώζονται χειρόγραφα στο Όρος, όπου είναι σημειωμένη κάτω από το κύριο μέλος πέραν του ισοκρατήματος, μία, όπως λέγεται, "συνηχητική γραμμή". Η συνηχητική γραμμή πλήρως εξαρτημένη από το κύριο μέλος, το αναπαράγει κατά μία 3η χαμηλότερα, σαν primo-seconto. Η τεχνική αυτή, γέννημα μάλλον του τέλους του 19ου αιώνα, δεν αναπτύχθηκε, ουδέποτε κυριάρχησε, και σιγά-σιγά εγκαταλείφθηκε.
Φαίνεται ότι η πολυφωνία έτσι όπως την εννοούμε μέσα από τα έργα των πολυφωνιστών της δύσης από τον 15ο αιώνα και μετά, εξερευνάται και αναπτύσσεται μέσα στο δυιστικό σύστημα συμφωνία-διαφωνία και προϋποθέτει την ρυθμικά ακριβή σημειογραφία. Παρ’ όλο που ο Σένμπεργκ ξεπερνά το αξιακό σύστημα συμφωνία-διαφωνία, τον βλέπουμε ωστόσο να διατηρεί στο έργο του τις αξίες των μορφικών αναπτύξεων που έχει γεννήσει η πολυφωνία πριν από αυτόν, δηλαδή όλες τις πολυφωνικές τεχνικές του κανόνα, της αντιστροφής και αναστροφής μελωδιών κλπ. Αν οι αναζητήσεις στραφούν εκτός του αξιακού ζεύγους συμφωνία-διαφωνία, θα μπορούσαν – το αποδεικνύουν άλλη μια φορά οι μοντερνιστές του 20ου αιώνα – να δημιουργηθούν και να συνηχήσουν πολλά αντιθετικά μεταξύ τους ηχητικά γεγονότα. Η σημειογραφία αυτής της μουσικής – παράδειγμα τα περισσότερα έργα του Γιάννη Χρήστου – δεν χρειάζεται να είναι ρυθμικά ακριβής, δεν χρειάζεται καν πεντάγραμμο. Στην ακραία δε μορφή του ελεύθερου αυτοσχεδιασμού δεν είναι απαραίτητη η σημειογραφία.
Έχω ήδη επεκταθεί πολύ. Ας μου επιτραπεί να σταματήσω και να επιφυλαχθώ να αναπτύξω την "γυάλα της μεταχρυσανθίου εποχής" σε ένα επόμενο ποστ, με αρκετή δόση φαντασίας, ζηλώσας την δόξαν του Πετεφρή στο "ΣΥΝΕΠΕΙΑΙ ΘΡΑΥΣΘΕΝΤΟΣ ΣΒΕΡΚΟΥ".
Το ποστ αυτό, συνέχεια του "Από τον Οξύρρυγχο στην έλλειψη συμφωνικής μουσικής παραδόσεως" οφείλεται στις οξυδερκέστατες παρατηρήσεις ενός ανώνυμου σχολιαστή. Ξεκινώ με αυτές και ακολουθεί μια απάντηση, ή καλύτερα ένας συμπροβληματισμός.
Ανώνυμος:Ήθελα να ξεστρατίσω, για να σταθώ λίγο στη φράση του σχολίου:
"Αυτό το οποίο σχετίζεται με το θέμα του ποστ, είναι το γεγονός ότι η πολυφωνία για να αναπτυχθεί χρειάζεται μία σημειογραφία ρυθμικά ακριβή", όχι για να διαφωνήσω, μα για να εκφράσω έναν προσωπικό προβληματισμό. Επειδή δεν αποκλείω σφάλμα, έλλειψη δεδομένων, παρακαλώ την διόρθωση.
Σαφώς η σημειογραφία, και ακόμα περισσότερο η ρυθμικά ακριβής, βοηθάει στην ανάπτυξη της πολυφωνίας, όσο η γραφή την ανάπτυξη του λόγου. Πέρα από τον επικουρικό ρόλο της όμως, είναι απαραίτητη;
Γνωρίζουμε πως ελλείψει της σημειογραφίας, οι μουσικοί της αραβοπερσικής μουσικής (αλλά και της ινδικής π.χ.) χρησιμοποιούσαν ένα ανεπτυγμένο (ή εκτεταμένο θα μπορούσε να πει κάποιος) ρυθμικό σύστημα για να διευκολύνουν την αποστήθιση πολλών και εκτενών μελών. Κάτι που στον λόγο απαντάμε παρόμοια στους διαφόρους ρυθμούς, στην προσωδία.
Από την άλλη, η πολυφωνία, τόσο στον Ελλαδικό χώρο, όσο και στα πέριξ, δεν είναι ανύπαρκτη. Απέχει βέβαια ευδιάκριτα από αυτή, παραδείγματος χάριν, του Παλεστρίνα τόσο αν εξετάσουμε το ύφος, όσο και τη λειτουργικότητα (εσωτερικό - εξωτερικό μέλος κ.τ.λ.), αλλά φαίνεται να μη την φθείρει η έλλειψη σημειογραφίας. Αν και άλλοτε σαφέστατα ακολουθεί μια ρυθμική αγωγή, άλλοτε την κρύπτει περίτεχνα, και άλλοτε δείχνει να την αγνοεί (τουλάχιστον να μην την ακολουθεί αυστηρά). Σ' αυτό βέβαια θα μπορούσε κάποιος να αντιτάξει κάποια [επιχειρήματα].
Είναι ευνόητο πως μια σημειογραφία θα λειτουργούσε καταλυτικά στην περεταίρω ανάπτυξη της πολυφωνίας, αφού η ανάλυση και η επεξεργασία θα γινόντουσαν πολύ πιο εύκολα, πολύ πιο συστηματικά, αλλά είναι η έλλειψή της ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο;
;Αν καταφέρναμε ως δια μαγείας και βάζαμε σε μια γυάλα την εσωτερική και εξωτερική (εκκλησιαστική και μη) μουσική ανάπτυξη στον ελλαδικό χώρο από το 1814 και μετά, από την σταδιακή - συστηματική "αποκρυστάλωση" (τρόπος του λέγειν - σε αντιδιαστολή με την ρευστότητα) της μουσικής σημειογραφίας, έτσι ώστε να απομακρύναμε τις επιρροές από Δυσμάς, θα παρατηρούσαμε άραγε στη σημειογραφία διπλές, ή πολλαπλές σειρές μουσικών γραμμών, ομοίων προς τις περιπτώσεις της αρχαίας ελληνικής μουσικής (φωνής και οργάνου); Απάντηση σε αυτό θα ήταν εξίσου αδύνατη με την υλοποίηση των παραπάνω βέβαια, αλλά η αποφυγή της ερώτησης στο νου μου ομοιάζει στην αδυναμία.
Να προσθέσω άλλη μια σκέψη: Σε σχέση με το παραπάνω πρόβλημα, την ρευστότητα της προ Χρυσάνθου εκκλησιαστικής μουσικής σημειογραφίας, ηγέρθη στο μυαλό μου άλλη μια πρόκληση για σύνθεση (ενθυμούμενος το "Αντιμετωπίζω την σύνθεση ως «λύση προβλήματος»" του dsyk): Θα μπορούσαν οι "θέσεις", οι από μνήμης παραδοσιακές εκτελέσεις μιας αλληλουχίας συμβόλων να δομηθούν, χωρίς ρυθμική ακρίβεια στη σημειογραφία, εκτός από οριζόντια και κάθετα;
"Αυτό το οποίο σχετίζεται με το θέμα του ποστ, είναι το γεγονός ότι η πολυφωνία για να αναπτυχθεί χρειάζεται μία σημειογραφία ρυθμικά ακριβή", όχι για να διαφωνήσω, μα για να εκφράσω έναν προσωπικό προβληματισμό. Επειδή δεν αποκλείω σφάλμα, έλλειψη δεδομένων, παρακαλώ την διόρθωση.
Σαφώς η σημειογραφία, και ακόμα περισσότερο η ρυθμικά ακριβής, βοηθάει στην ανάπτυξη της πολυφωνίας, όσο η γραφή την ανάπτυξη του λόγου. Πέρα από τον επικουρικό ρόλο της όμως, είναι απαραίτητη;
Γνωρίζουμε πως ελλείψει της σημειογραφίας, οι μουσικοί της αραβοπερσικής μουσικής (αλλά και της ινδικής π.χ.) χρησιμοποιούσαν ένα ανεπτυγμένο (ή εκτεταμένο θα μπορούσε να πει κάποιος) ρυθμικό σύστημα για να διευκολύνουν την αποστήθιση πολλών και εκτενών μελών. Κάτι που στον λόγο απαντάμε παρόμοια στους διαφόρους ρυθμούς, στην προσωδία.
Από την άλλη, η πολυφωνία, τόσο στον Ελλαδικό χώρο, όσο και στα πέριξ, δεν είναι ανύπαρκτη. Απέχει βέβαια ευδιάκριτα από αυτή, παραδείγματος χάριν, του Παλεστρίνα τόσο αν εξετάσουμε το ύφος, όσο και τη λειτουργικότητα (εσωτερικό - εξωτερικό μέλος κ.τ.λ.), αλλά φαίνεται να μη την φθείρει η έλλειψη σημειογραφίας. Αν και άλλοτε σαφέστατα ακολουθεί μια ρυθμική αγωγή, άλλοτε την κρύπτει περίτεχνα, και άλλοτε δείχνει να την αγνοεί (τουλάχιστον να μην την ακολουθεί αυστηρά). Σ' αυτό βέβαια θα μπορούσε κάποιος να αντιτάξει κάποια [επιχειρήματα].
Είναι ευνόητο πως μια σημειογραφία θα λειτουργούσε καταλυτικά στην περεταίρω ανάπτυξη της πολυφωνίας, αφού η ανάλυση και η επεξεργασία θα γινόντουσαν πολύ πιο εύκολα, πολύ πιο συστηματικά, αλλά είναι η έλλειψή της ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο;
;Αν καταφέρναμε ως δια μαγείας και βάζαμε σε μια γυάλα την εσωτερική και εξωτερική (εκκλησιαστική και μη) μουσική ανάπτυξη στον ελλαδικό χώρο από το 1814 και μετά, από την σταδιακή - συστηματική "αποκρυστάλωση" (τρόπος του λέγειν - σε αντιδιαστολή με την ρευστότητα) της μουσικής σημειογραφίας, έτσι ώστε να απομακρύναμε τις επιρροές από Δυσμάς, θα παρατηρούσαμε άραγε στη σημειογραφία διπλές, ή πολλαπλές σειρές μουσικών γραμμών, ομοίων προς τις περιπτώσεις της αρχαίας ελληνικής μουσικής (φωνής και οργάνου); Απάντηση σε αυτό θα ήταν εξίσου αδύνατη με την υλοποίηση των παραπάνω βέβαια, αλλά η αποφυγή της ερώτησης στο νου μου ομοιάζει στην αδυναμία.
Να προσθέσω άλλη μια σκέψη: Σε σχέση με το παραπάνω πρόβλημα, την ρευστότητα της προ Χρυσάνθου εκκλησιαστικής μουσικής σημειογραφίας, ηγέρθη στο μυαλό μου άλλη μια πρόκληση για σύνθεση (ενθυμούμενος το "Αντιμετωπίζω την σύνθεση ως «λύση προβλήματος»" του dsyk): Θα μπορούσαν οι "θέσεις", οι από μνήμης παραδοσιακές εκτελέσεις μιας αλληλουχίας συμβόλων να δομηθούν, χωρίς ρυθμική ακρίβεια στη σημειογραφία, εκτός από οριζόντια και κάθετα;
Απάντηση:
Η γενική χρήση όρων γεννά πάντοτε προβλήματα. Ο όρος πολυφωνία και ο όρος μονοφωνία χρησιμοποιούμενοι σε ένα γενικό πλαίσιο, χωρίς χρονικούς και γεωγραφικούς (αλλά και τεχνικούς εν τέλει) περιορισμούς μοιάζουν εύχρηστοι, ωστόσο το μόνο που μπορεί να προκύψει από μια τέτοιου είδους χρήση είναι η επιφανειακή ομαδοποίηση μουσικών γλωσσών. Ίσως ο τρόπος που χρησιμοποίησα τον όρο "πολυφωνία" στο ποστ "Από τον Οξύρρυγχο στην έλλειψη συμφωνικής μουσικής παραδόσεως" προϋπέθετε (ανεπιτυχώς) μια σειρά από υπονοούμενα και αυτό γέννησε αοριστίες που πρέπει να διασαφηνιστούν. Θα φέρω ένα παράδειγμα:
Ας πάρουμε την άρια "Nigra sum sed Formosa" από το έργο του Μοντεβέρντι Vespers della Beata Virgine. Ας υποθέσουμε ότι ο τενόρος είναι στο σπίτι του και προβάρει χωρίς συνοδεία. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίζαμε το τραγούδι του της συγκεκριμένης στιγμής ως μονοφωνική μουσική; Όχι. Ναι μεν ακούγεται μία φωνή, μόνη να τραγουδά, όμως η δομή του μέλους της και η μορφολογική του εικόνα έχει οργανωθεί επί τη βάσει ενός συστήματος που προέκυψε από τον διαρκή πειραματισμό επί αρμονικών κατακορύφων σχέσεων. Θέλω να πω ότι δεν είναι το συμβάν που καθορίζει τη γλώσσα, αλλά η γλώσσα δίνει υπόσταση στο συμβάν. Υπ’ αυτή την έννοια η εναρμόνιση από τον Καλομοίρη με τους δυτικούς κανόνες του "Τη Υπερμάχω" δεν αναδεικνύει πολυφωνικές δυνατότητες που εν υπνώσει ευρίσκονταν στο συγκεκριμένο μέλος (αλλά και σε όλη την μουσική παράδοσή του, στη μουσική γλώσσα που το δημιούργησε). Αναδεικνύει μάλλον την μουσική κοσμοθεωρία του "εναρμονιστή".
Ας έρθουμε τώρα στην λεγόμενη παραδοσιακή πολυφωνία, και πιο συγκεκριμένα στο γνωστό μας ηπειρώτικο "πολυφωνικό" τραγούδι. Το χαρακτηρίζουμε πολυφωνικό, επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι κάθε μέλος της ομάδας που το τραγουδά έχει μια διαφορετική μουσική δράση, έναν ρόλο. Οι ρόλοι είναι οι εξής:
Ο ρίχτης, αυτός που ξεκινά το τραγούδι, πού ρίχνει, ας πούμε την ατάκα: "Καλότυχα είναι τα βουνά ποτέ τους δεν πεθαίνουν". Συνεχίζει απαντώντας ο κλαύτης: "Αχ, ωχ, ωχ" και ο πάρτης πιάνει να λέει την κύρια μελωδία του τραγουδιού, ενώ ταυτόχρονα ο ισοκράτης κρατάει το ίσο, ο κλώστης κλώθει μια μελωδία περιστόλιστη γύρω από την μελωδία του πάρτη και ο κλαύτης παρακολουθεί με ρυθμικούς λυγμούς. Πρόκειται για πολυφωνία, ή μήπως αν αλλάζαμε τον όρο και μιλούσαμε για ετεροφωνία, για μία κατάσταση δηλαδή όπου ένας μελωδικός πυρήνας γεννά διαφορετικές παράλληλες εκδοχές μουσικής δράσης θα βρισκόμασταν πιο κοντά στο τελούμενο; Γιατί, άλλωστε, ποιο είναι το μνημονικό κλειδί για την εκτέλεση του ηπειρώτικου "πολυφωνικού" τραγουδιού; Η κύρια μελωδία του πάρτη. Οι υπόλοιπες φωνές-ρόλοι εξαρτούν από αυτήν την δράση τους. Άρα η μνήμη λειτουργεί μονοφωνικά, η δράση εκδηλώνεται ετεροφωνικά. Δεν πρόκειται λοιπόν για πολυφωνία. Και η σημειογραφία γενικώς, αλλά και ειδικώς η ρυθμικά ακριβής σημειογραφία δεν αποτελεί προϋπόθεση για την καλλιέργεια αυτού του είδους.
Για να κατανοηθεί ο ρόλος της μουσικής σημειογραφίας πρέπει να αντιστοιχηθεί με αυτόν της γραφής. Η γραφή δεν είναι προϋπόθεση της γλώσσας. Ούτε της ομιλίας, ούτε καν της ποίησης. Είναι προϋπόθεση της επιστήμης και της αναπαραγωγής αντιτύπων έργων του λόγου, της διάδοσης του λόγου εν απουσία του ομιλούντος. Η σύνθεση, η εκμάθηση και απομνημόνευση μακροσκελών μουσικών έργων "αραβοπερσικής μουσικής" δεν απέχει πολύ από αυτό που έκαναν οι ραψωδοί. Το δακτυλικό εξάμετρο είναι για τους ραψωδούς ένα μαγικό μέσο που ρυθμίζει την μνημονική πλοήγηση. Κατ’ αναλογίαν τα λεγόμενα "ουσούλια", οι ρυθμικοί κύκλοι στους οποίους βασίζονται οι συνθέσεις της αραβοπερσικής μουσικής, δίνουν στον συνθέτη ένα πλαίσιο κατασκευής και στον ερμηνευτή ένα μνημονικό εργαλείο για μια γενική μορφολογική εικόνα: ξέρει ότι καθένας από τους τρεις χανέδες ( οι οίκοι, οι στροφές) της σύνθεσης "Σεμάυ σε μακαμ Μπεγιατί" του Ελ Αριάν απαρτίζεται από 6 κύκλους του ουσούλ "ακσάκ σεμάυ" (10/8). Να το πρώτο κλειδί. Το δεύτερο κλειδί είναι οι μικροϊστορίες μέσα σε μια μεγάλη ιστορία: Το μακάμ Μπεγιατί χρησιμοποιεί μια έκταση από συγκεκριμένους φθόγγους, καταμερισμένη σε περιοχές. Εντός κάθε περιοχής έχει προκαθοριστεί μια συγκεκριμένη διαδρομή (σεγίρ) από φθόγγο σε φθόγγο, με ενδιάμεσες στάσεις και καταλήξεις. Η βασική περιοχή και η διαδρομή της θα χρησιμοποιηθούν για τον πρώτο χανέ (στροφή) της σύνθεσης. Η μέση για τον δεύτερο, η ψηλή για τον τρίτο. Ανάμεσα σε κάθε χανέ θα παρεμβάλλεται ένα τεσλίμ (ρεφραίν, επωδός) απαρτιζόμενο και αυτό από 6 κύκλους, κινούμενο μελωδικά στην μέση και βασική περιοχή, ενώ μετά την τρίτη στροφή και το τεσλίμ θα ακολουθήσει ο πες χανές (coda, επίμετρον) στη βασική περιοχή και σε ρυθμό "γιουρούκ σεμάυ" (6/8), απαρτιζόμενος από δύο περιόδους των 8 κύκλων.
Όταν ακούμε να λέγεται ότι η αραβοπερσική μουσική έχει πάνω από 100 μακάμια, υπονοείται ότι πάνω σε ένα φθογγικό υλικό 31 φθόγγων που εκτείνεται σε δύο οκτάβες, έχουν προγραμματιστεί 100 διαφορετικές διαδρομές, οι οποίες αν συνδυαστούν με ένα πλήθος από ουσούλια (12 κατά βάση), δίνουν ένα μεγάλο αριθμό συνδυασμών, δεδομένου ότι σε μία περίπλοκη σύνθεση μπορούν να χρησιμοποιηθούν παραπάνω από δύο ουσούλια, και περισσότρα του ενός μακάμια. Ρυθμική φόρμα, λοιπόν, και γνωστές μελωδικές ιστορίες είναι τα μνημονικά κλειδιά της αραβοπερσικής μουσικής που αναπτύχθηκε χωρίς παράλληλα να αναπτύξει σημειογραφία.
Η Βυζαντινή μουσική αναπτύσσει σύστημα σημειογραφίας κατ’ αρχάς στο περιθώριο της γραφής. Οι ύμνοι, τα κοντάκια, οι κανόνες, γράφονται επειδή ο όγκος τους τεράστιος, είναι αδύνατον να συγκρατώνται από μνήμης. Η ανυπαρξία μουσικής σημειογραφίας κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες δείχνει ότι στην μνήμη έχει εναποτεθεί η εκτέλεση μιας σειράς από λίγους λατρευτικούς ύμνους. Η άνθιση εκκλησιαστικής ποίησης και μουσικής από τους μελωδούς και μετά, καθιστά απαραίτητη την ανάπτυξη μουσικής σημειογραφίας. Ο όγκος. Κι όταν αργότερα την εποχή του Ησυχασμού (10ος – 14ος αι.), η ποίηση υποχωρεί έναντι της μουσικής, η μουσική ως εγγύτερη στο άυλον προκρίνεται και αναπτύσσονται οι εκτενείς μουσικές φόρμες πάνω σε μικρά κείμενα (μέσω των αναγραμματισμών-ανασυλλαβισμών και της αποδόμησης του ποιητικού κειμένου) συνθέσεις που συναντάμε στον Κλαδδά και στον Κουκουζέλη, τότε η σημειογραφία αναπτύσσεται και καθίσταται άκρως απαραίτητη. Η ρυθμική ρευστότητά της είναι επιλογή αισθητική, διότι κατά την χορωδιακή εκτέλεση η ρυθμική ομοιογένεια διασφαλίζεται από το χέρι του μαΐστορος που ζωγραφίζει την εκάστοτε ρυθμική απόδοση με τη χειρονομία. (Τι παράξενο; Η Βυζαντινή Αναγέννηση, όπως ονομάζεται, προκρίνει μίαν εκκλησιαστική μουσική που αποδομεί τον λόγο. Η αποδόμηση του λόγου μέσω της πολυφωνίας, διακόσια χρόνια αργότερα, στην Δυτική Αναγέννηση παρ’ ολίγον να γίνει αιτία επιστροφής στο γρηγοριανό μέλος).
Ο ησυχασμός και η φιλοκαλία, ως πνευματικά ρεύματα, οδηγούν την εκκλησιαστική μουσική της ανατολής σε εκτεταμένες μουσικές φόρμες και παρατείνουν την ζωή της μονοφωνικής τροπικής μουσικής, επειδή οι εκτεταμένες αυτές φόρμες αναζητούν και βρίσκουν νέους τρόπους διάπλασης ήθους, μέσα από μονοφωνικά μονοπάτια, συνεχίζοντας την αρμονική παράδοση της αρχαιοελληνικής μουσικής που εν πολλοίς ομοιάζει και με την μουσική του μακαμ. Το ρεύμα του Ησυχασμού, όπως εκφράστηκε στη μουσική αναπτύχθηκε και διερευνήθηκε μουσικά μόνο μέσα στους κόλπους της εκκλησίας. Η οργανική εξωτερική μουσική παρέμεινε στον κοσμικό της ρόλο. Αντίθετα, η δυτική εκκλησιαστική ποίηση, δεν πέρασε τα στάδια εξέλιξης της ανατολικής. Το λατρευτικό τυπικό επίσης παρέμεινε στοιχειώδες. Ο πολυφωνικός πειραματισμός αναπτύσσεται εκεί, θα μπορούσαμε να πούμε, ως παροχέτευση ενέργειας που λείπει από την ποίηση. Η απλή ποιητική φόρμα, η οποία οδηγεί σε παλιλλογίες εκλαμπρύνεται από την πολυφωνική επαναδιατύπωσή της. Τεχνικά, αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς σημειογραφία ρυθμικά ακριβή, ή και χωρίς καθόλου σημειογραφία; Ίσως, αν δεν είχαν οριστεί τα πλαίσια των κατακόρυφων συνηχήσεων μέσα από ένα δυιστικό σύστημα: συμφωνία-διαφωνία, σύστημα που κατά πολύ αναδείχτηκε μέσα από τους θεωρητικούς προβληματισμούς γύρω από την οργανοχρησία και το κούρδισμα των οργάνων. Ο συγχρονισμός που απαιτείται για την εκτέλεση μιας σύμφωνης συνήχησης και πολύ περισσότερο για την εναλλαγή συμφώνων και διαφώνων συνηχήσεων, απαιτεί ρυθμικά ακριβή σημειογραφία, ιδίως αν οι μελωδίες που παράγουν αυτό το αποτέλεσμα δεν αναπτύσσονται σε σχέση εξάρτησης με μία βασική. Διότι μπορεί η πρώιμη πολυφωνία να ξεκίνησε με τη μορφή του organum ως ομοφωνική (παράλληλες μελωδίες, ρυθμικά όμοιες, με διαφορά ύψους), τα εργαλείο όμως της ακριβούς σημειογραφίας επέτρεψε τον έλεγχο, τόσο της οριζόντιας, όσο και της κατακόρυφης δομής, διαφυλάσσοντας τις αξίες του δυιστικού συστήματος συμφωνία-διαφωνία.
Κατά μακρινή αναλογία της Ηπειρώτικης ετεροφωνίας, υπάρχουν παραδοσιακές λαϊκές πολυφωνίες στην δυτική εκκλησία, αλλά και στην επτανησιακή μας παράδοση. Κοινά στοιχεία η κύρια μελωδία και οι ρόλοι των συντελεστών. Μοιάζουν κατάλοιπα της ars antiqua. Κάπως έτσι λειτουργεί και η γεωργιανή πολυφωνία. Δεν πρόκειται όμως για γνήσιες πολυφωνίες, μάλλον πρόκειται για υβριδικές καταστάσεις, όπου επιμειγνύονται αρχές της μονοφωνίας με αρχές που διέπουν την κατακόρυφη συνήχηση, ή ακόμα και την τονική-δομική-συστηματική αναφορά. Είναι σαν να μιλάμε για πολυφωνία στην βυζαντινή μουσική εννοώντας ως δύο γραμμές το κύριο μέλος και το ισοκράτημα. Να σημειώσουμε τέλος ότι σώζονται χειρόγραφα στο Όρος, όπου είναι σημειωμένη κάτω από το κύριο μέλος πέραν του ισοκρατήματος, μία, όπως λέγεται, "συνηχητική γραμμή". Η συνηχητική γραμμή πλήρως εξαρτημένη από το κύριο μέλος, το αναπαράγει κατά μία 3η χαμηλότερα, σαν primo-seconto. Η τεχνική αυτή, γέννημα μάλλον του τέλους του 19ου αιώνα, δεν αναπτύχθηκε, ουδέποτε κυριάρχησε, και σιγά-σιγά εγκαταλείφθηκε.
Φαίνεται ότι η πολυφωνία έτσι όπως την εννοούμε μέσα από τα έργα των πολυφωνιστών της δύσης από τον 15ο αιώνα και μετά, εξερευνάται και αναπτύσσεται μέσα στο δυιστικό σύστημα συμφωνία-διαφωνία και προϋποθέτει την ρυθμικά ακριβή σημειογραφία. Παρ’ όλο που ο Σένμπεργκ ξεπερνά το αξιακό σύστημα συμφωνία-διαφωνία, τον βλέπουμε ωστόσο να διατηρεί στο έργο του τις αξίες των μορφικών αναπτύξεων που έχει γεννήσει η πολυφωνία πριν από αυτόν, δηλαδή όλες τις πολυφωνικές τεχνικές του κανόνα, της αντιστροφής και αναστροφής μελωδιών κλπ. Αν οι αναζητήσεις στραφούν εκτός του αξιακού ζεύγους συμφωνία-διαφωνία, θα μπορούσαν – το αποδεικνύουν άλλη μια φορά οι μοντερνιστές του 20ου αιώνα – να δημιουργηθούν και να συνηχήσουν πολλά αντιθετικά μεταξύ τους ηχητικά γεγονότα. Η σημειογραφία αυτής της μουσικής – παράδειγμα τα περισσότερα έργα του Γιάννη Χρήστου – δεν χρειάζεται να είναι ρυθμικά ακριβής, δεν χρειάζεται καν πεντάγραμμο. Στην ακραία δε μορφή του ελεύθερου αυτοσχεδιασμού δεν είναι απαραίτητη η σημειογραφία.
Έχω ήδη επεκταθεί πολύ. Ας μου επιτραπεί να σταματήσω και να επιφυλαχθώ να αναπτύξω την "γυάλα της μεταχρυσανθίου εποχής" σε ένα επόμενο ποστ, με αρκετή δόση φαντασίας, ζηλώσας την δόξαν του Πετεφρή στο "ΣΥΝΕΠΕΙΑΙ ΘΡΑΥΣΘΕΝΤΟΣ ΣΒΕΡΚΟΥ".
Τρίτη, Ιανουαρίου 01, 2008
αποχαιρετισμός του 2007
Αποχαιρέτησα το 2007 με δύο κομμάτια.
ΠΑΛΙΝΩΔΙΑ για φλάουτο και μαγνητοταινία, αφιερωμένο στην φίλη φλαουτίστα Beata Iwonka Glinka. Θα παιχτεί στις 7 Φλεβάρη 2008, 7.00 μμ στην Ελληνοαμερικανική Ένωση(Μασσαλίας 22, Αθήνα), θα προηγηθεί διάλεξη του Δημήτρη Συκιά για το φλάουτο. Η συναυλία διοργανώνεται από την Ένωση Ελλήνων Μουσουργών και θα παιχτούν από την Β.Ι.Glinka επίσης έργα J. S. Bach, C. Ph. E. Bach, M. Marais, Σ. Αδάμ, Μ. Αδάμη, Δ. Συκιά.
ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ για φλάουτο και κιθάρα, αφιερωμένο στις φίλες Στεφανία Κατσαρού (φλάουτο) και Σόνια Χάλαρη (κιθάρα). Θα παιχτεί κάπου μέσα στο 2008.
εσείς αν θέλετε ακούτε τις ηλεκτρονικές μακέτες των κομματιών και μπορείτε να δείτε και τις παρτιτούρες τους σε pdf.
ΠΑΛΙΝΩΔΙΑ για φλάουτο και μαγνητοταινία (μακέτα)
η παρτιτούρα σε pdf
ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ για φλάουτο και κιθάρα (μακέτα)
η παρτιτούρα σε pdf
ΠΑΛΙΝΩΔΙΑ για φλάουτο και μαγνητοταινία, αφιερωμένο στην φίλη φλαουτίστα Beata Iwonka Glinka. Θα παιχτεί στις 7 Φλεβάρη 2008, 7.00 μμ στην Ελληνοαμερικανική Ένωση(Μασσαλίας 22, Αθήνα), θα προηγηθεί διάλεξη του Δημήτρη Συκιά για το φλάουτο. Η συναυλία διοργανώνεται από την Ένωση Ελλήνων Μουσουργών και θα παιχτούν από την Β.Ι.Glinka επίσης έργα J. S. Bach, C. Ph. E. Bach, M. Marais, Σ. Αδάμ, Μ. Αδάμη, Δ. Συκιά.
ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ για φλάουτο και κιθάρα, αφιερωμένο στις φίλες Στεφανία Κατσαρού (φλάουτο) και Σόνια Χάλαρη (κιθάρα). Θα παιχτεί κάπου μέσα στο 2008.
εσείς αν θέλετε ακούτε τις ηλεκτρονικές μακέτες των κομματιών και μπορείτε να δείτε και τις παρτιτούρες τους σε pdf.
ΠΑΛΙΝΩΔΙΑ για φλάουτο και μαγνητοταινία (μακέτα)
η παρτιτούρα σε pdf
ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ για φλάουτο και κιθάρα (μακέτα)
η παρτιτούρα σε pdf
Ετικέτες
αφιερώσεις,
ευχές,
η μουσική μου,
μουσικά προπλάσματα
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 31, 2007
Τι μου κατέβηκε πρωτοχρονιάτικα....
(Έμμεση αναφορά στη σκληρή πραγματικότητα που συνδέεται με τα μισά ανθρώπινα δικαιώματα - ξέρετε ο άνθρωπος σύμφωνα με μία θεωρία αποτελείται από σάρκα και πνέυμα).
Παραμονή Πρωτοχρονιάς σήμερα. Λέω να κάνω ένα δώρο στον εαυτό μου. Αλλά θα ήθελα τη συμβουλή σας και δεν πειράζει ας καθυστερήσει το δώρο. Λέω λοιπόν να πάω και να αγοράσω καμιά χιλιάδα cd, κλασικής κυρίως μουσικής, αλλά για να μη μου πιάνουν χώρο λέω να τα μετατρέψω σε mp3, σε ανάλυση υψηλή, 192 Mbps τουλάχιστον. Να τα βάλω σε ένα σκληρό, πιστεύω ένας πεντακοσάρης θα φτάσει και θα περισσέψει. Και μετά, τα cd θα τα βάλω στην αποθήκη, σε κούτες από Νουνού. Αλλά θεωρώ πεταμένα λεφτά να χαραμίσω 120€ για ένα σκληρό δίσκο. Μήπως ξέρει κανείς καμιά διεύθυνση στο ίνερνετ να κατεβάσω στη ζούλα ένα σκληρό, ας είναι και 250άρης. Θα κατεβάσω δύο, βρε αδερφέ….
Ετικέτες
πλακίτσες
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 27, 2007
Από τον Οξύρρυγχο στην έλλειψη συμφωνικής μουσικής παραδόσεως
μικρή ανακεφαλαίωση του προηγουμένουΤο σύνολο σχεδόν της αρχαιοελληνικής μουσικής παραγωγής από ως τον 5ο μ.Χ. αιώνα έχει απολεστεί. Αντίθετα, το σύνολο των αρχαιοελληνικών μουσικών θεωρητικών συγγραμμάτων έχει διασωθεί. Κατά τους διάδοχους χριστιανικούς χρόνους, οι εκδότες-αντιγραφείς, με κριτήριο τη ζήτηση της αγοράς, (το ενδιαφέρον των ιδιωτών, των βιβλιοθηκών, των αναγνωστών), αλλά και με ιδεολογικά-θρησκευτικά κριτήρια (αποφυγή σκανδαλισμού) προέκριναν την αναπαραγωγή των θεωρητικών συγγραμμάτων ως διαχρονικώς επωφελών , έναντι των εκδόσεων μουσικών έργων (παρτιτούρες) που θα ήσαν οι πλέον αυθεντικοί "ανταποκριτές" τού αρχαιοελληνικού μουσικού πολιτισμού. Η σπανίς οδήγησε τα μουσικά αυτά κείμενα στον αφανισμό και καθιστά την εικόνα μας για την αρχαία μουσική της θυμέλης ελλιπέστατη.
Για να πάρετε μιαν εικόνα της διασωσμένης αρχαιοελληνικής μουσικής σας παραπέμπω στο site του φίλτατου Παναγιώτη Στέφου ιδρυτή του συγκροτήματος ΛΥΡΑΥΛΟΣ
Για να πάρετε μιαν εικόνα της διασωσμένης αρχαιοελληνικής μουσικής σας παραπέμπω στο site του φίλτατου Παναγιώτη Στέφου ιδρυτή του συγκροτήματος ΛΥΡΑΥΛΟΣ
το κυρίως νέον ποστ
Χρησιμοποιώ παράλληλα με τον όρο "αρχαιοελληνική μουσική", τον καταχρηστικό όρο "μουσική της θυμέλης", για να δηλώσω την μουσική της περιόδου από τον 6ο π.Χ. αιώνα έως και τον 5ο μ.Χ. που σχετίζεται αποκλειστικά με το "παγανιστικό" πλαίσιο (φιλοσοφία-θρησκεία) του αρχαιοελληνικού μουσικού πολιτισμού. Διότι τυχαίνει να έχει διασωθεί σε αρχαιοελληνική μουσική σημειογραφία και ένας πρωτοχριστιανικός ύμνος στην Αγία Τριάδα, που ψαλλόταν στην αρχήν εκάστου έτους, και που βρέθηκε στην πόλη Οξύρρυγχος. (Πάπυρος 1786 Οξυρρύγχου, ύστερος 3ος μ.Χ. αι., Papyrology Rooms, Sackler Library, Oxford)
Κλικ & ακούτε ΥΜΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ,
ψάλλει ο Μιχάλης Στέφος και χορωδία,
Συγκρότημα Αρχαιοελληνικής Μουσικής ΛΥΡΑΥΛΟΣ
[ΣΕ ΠΑΤΕΡ ΚΟΣΜΩΝ, ΠΑΤΕΡ ΑΙΩΝΩΝ, ΜΕΛΠΩΜΕΝ] ΟΜΟΥ, ΠΑΣΑΙ ΤΕ ΘΕΟΥ ΛΟΓΙΜΟΙ ΔΟ[ΥΛΟ]Ι. ΟΣΑ Κ[ΟΣΜΟΣ] [ΕΧΕΙ ΠΡΟΣ ΕΠΟΥΡΑΝΙΩΝ ΑΓΙΩΝ ΣΕΛΑΩΝ ΠΡ]ΥΤΑΝΗΣΩ ΣΙΓΑΤΩ ΜΗΔ’ ΑΣΤΡΑ ΦΑΕΣΦΟΡΑ Λ[ΑΜΠ]ΕΣΘΩΝ [ΑΠ]ΟΛΕΙ[ΟΝΤΩΝ] Ρ[ΙΠΑΙ ΠΝΟΙΩΝ, ΠΗΓΑΙ] ΠΟΤΑΜΩΝ ΡΟΘΙΩΝ ΠΑΣΑΙ ΥΜΝΟΥΝΤΩΝ Δ’ ΗΜΩΝ [Π]ΑΤΕΡΑ ΧΥΙΟΝ, ΧΑΓΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ ΠΑΣΑΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΕΠΙΦΩΝΟΥΝΤΩΝ ΑΜΗΝ ΑΜΗΝ. ΚΡΑΤΟΣ, ΑΙΝΟΣ [ΑΕΙ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΘΕΩ] Σ[ΩΤ]Η[ΡΙ] ΜΟΝΩ ΠΑΝΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ, ΑΜΗΝ ΑΜΗΝ.
(το διασωσμένο μέλος ξεκινάει από το ΣΙΓΑΤΩ).
(το διασωσμένο μέλος ξεκινάει από το ΣΙΓΑΤΩ).
Ο Οξύρρυγχος ήταν αρχαία πόλη στην Άνω Αίγυπτο, στη δυτική όχθη της κοιλάδας του Νείλου, ονομασμένη από το ομώνυμο ψάρι της οικογένειας των ακιπενσεριδών, το οποίο οι κάτοικοί της, σημειωτέον, θεωρούσαν ιερό και δεν το έτρωγαν. Μάλιστα πολέμησαν λυσσαλέα τους "ασεβείς" γείτονές τους, τους Κυνοπολίτες, οι οποίοι εύρισκαν τον οξύρρυγχο νοστιμότατον. Η πόλη Οξύρρυγχος είναι σε μας γνωστή από μια σειρά παπύρων που ανακαλύφθηκαν σε εκεί ανασκαφές, πάπυροι με κείμενα στην ελληνική, την ρωμαϊκή, την εβραϊκή, την αιγυπτιακή, την κοπτική, την συριακή και την αραβική γλώσσα, πάπυροι που χρονολογούνται από το 250 π.Χ. έως το 700 μ.Χ. Μεταξύ των ελληνικών παπύρων βρέθηκαν αποσπάσματα λυρικών ποιητών, αποσπάσματα έργων αρχαίου δράματος, αναρίθμητα ρητορικά και ιστορικά, τμήματα από ομηρικά και αλεξανδρινά έπη. Και 14 ράκη παπύρων με κείμενα και μουσική σημειογραφία, που χρονολογούνται από τον 2ο έως και τον 4ο μ.Χ. αιώνα, οι περισσότεροι με λυρική ποίηση. Τα λείψανα που σώζονται σε αυτούς τους καταρρακωμένους παπύρους, ελάχιστα μπορούν να συνεισφέρουν στην εικόνα της αρχαίας ελληνικής μουσικής. Έχουν αξία, μάλλον, ως πειστήρια υπάρξεώς της.
Το θέμα μας όμως βρίσκεται παραπλεύρως όλων αυτών. Να υπενθυμίσουμε πρώτα, ότι η αρχαία ελληνική σημειογραφία έχει δύο οικογένειες αλφαβητικής μορφής συμβόλων, η μία για την φωνητική και η άλλη για την οργανική μουσική. Τα σύμβολα αυτά έμπαιναν πάνω από το ποιητικό κείμενο. Έτσι, ένα κείμενο που θα τραγουδιόταν μόνο, όπως το επιτύμβιο του Σεικίλου, έχει μόνον σύμβολα φωνητικής γραφής πάνω από κάθε συλλαβή, ενώ ένα κείμενο όπως ένα χορικό που θα παιζόταν με συνοδεία αυλού έχει δύο σειρές μουσικών συμβόλων, μία για τη φωνή και μία για το οργανικό μέρος της μουσικής. Είδαμε στο προηγούμενο ποστ, ότι η αρχαιοελληνική μουσική σημειογραφία σταδιακά μέχρι τον 4ο με 5ο μ.Χ. αι. καταργήθηκε, ενώ αναδύθηκε ένα νέο χριστιανικό υποτυπώδες σύστημα σημειογραφίας μέσα από τους τόνους της ελληνικής γραφής, οι οποίοι τόνοι, γραμμένοι με κόκκινο μελάνι στα κείμενα των ευαγγελισταρίων υπενθύμιζαν στους, όχι απαραιτήτως ελληνόγλωσσους, ιερείς τον σωστό τονισμό. Και επειδή η οξεία πάει τη φωνή ψηλά, η βαρεία χαμηλά, η περισπωμένη την κυματίζει, τα σύμβολα αυτά περιείχαν εν σπέρματι και κάποια ιδέα μέλους. Αναλόγως του ταλάντου του, κάθε ιερέας θα μπορούσε με αυτά τα στοιχειώδη σύμβολα να διαβάσει "εμμελώς" το ευαγγέλιο, κάτι που γίνεται ακόμα και σήμερα. Αυτά τα σύμβολα αργότερα μετεξελίχθηκαν στην νευματική μουσική γραφή και από αυτήν προήλθαν μετά από διάφορα εξελικτικά στάδια δύο κλάδοι σημειογραφίας, η παρασημαντική για τους ανατολικούς και το πεντάγραμμο για τους δυτικούς.
Το θέμα μας όμως βρίσκεται παραπλεύρως όλων αυτών. Να υπενθυμίσουμε πρώτα, ότι η αρχαία ελληνική σημειογραφία έχει δύο οικογένειες αλφαβητικής μορφής συμβόλων, η μία για την φωνητική και η άλλη για την οργανική μουσική. Τα σύμβολα αυτά έμπαιναν πάνω από το ποιητικό κείμενο. Έτσι, ένα κείμενο που θα τραγουδιόταν μόνο, όπως το επιτύμβιο του Σεικίλου, έχει μόνον σύμβολα φωνητικής γραφής πάνω από κάθε συλλαβή, ενώ ένα κείμενο όπως ένα χορικό που θα παιζόταν με συνοδεία αυλού έχει δύο σειρές μουσικών συμβόλων, μία για τη φωνή και μία για το οργανικό μέρος της μουσικής. Είδαμε στο προηγούμενο ποστ, ότι η αρχαιοελληνική μουσική σημειογραφία σταδιακά μέχρι τον 4ο με 5ο μ.Χ. αι. καταργήθηκε, ενώ αναδύθηκε ένα νέο χριστιανικό υποτυπώδες σύστημα σημειογραφίας μέσα από τους τόνους της ελληνικής γραφής, οι οποίοι τόνοι, γραμμένοι με κόκκινο μελάνι στα κείμενα των ευαγγελισταρίων υπενθύμιζαν στους, όχι απαραιτήτως ελληνόγλωσσους, ιερείς τον σωστό τονισμό. Και επειδή η οξεία πάει τη φωνή ψηλά, η βαρεία χαμηλά, η περισπωμένη την κυματίζει, τα σύμβολα αυτά περιείχαν εν σπέρματι και κάποια ιδέα μέλους. Αναλόγως του ταλάντου του, κάθε ιερέας θα μπορούσε με αυτά τα στοιχειώδη σύμβολα να διαβάσει "εμμελώς" το ευαγγέλιο, κάτι που γίνεται ακόμα και σήμερα. Αυτά τα σύμβολα αργότερα μετεξελίχθηκαν στην νευματική μουσική γραφή και από αυτήν προήλθαν μετά από διάφορα εξελικτικά στάδια δύο κλάδοι σημειογραφίας, η παρασημαντική για τους ανατολικούς και το πεντάγραμμο για τους δυτικούς.
Αφήνω τα ενδιάμεσα στάδια και φτάνω στον 19ο αιώνα όπου έχουμε σχεδόν ταυτόχρονα με την έκρηξη της Επανάστασης του ’21, μιαν αναθεωρητική πρόταση για την βυζαντινή μουσική σημειογραφία από τον Χρύσανθο Μαδυτινό, επίσκοπο Διρραχίου (χρησιμοποιώ την γραφή Διρράχιον, της πρώτης έκδοσης ΜΕΓΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΝ του Χρυσάνθου). Την εποχή αυτή είχε τεθεί έντονα το ζήτημα της αναθεώρησης της ελληνορθόδοξης εκκλησιαστικής μουσικής γραφής, επειδή οι διάφορες μορφές της, παλαιές και νεότερες, ήσαν εν πολλοίς ασαφείς και ρευστές. Μέχρι που κάποιοι εισηγούντο ακόμα και την μετάβαση από την παρασημαντική στην χρήση του πενταγράμμου για να θεραπεύσουν την μουσική ασυνεννοησία μεταξύ των ψαλτών διαφορετικών σχολών. Αν κάποιος εξετάσει το σύνολο της καταγεγραμμένης μέχρι τον Χρύσανθο μουσικής με το σύστημα της παρασημαντικής , δεν θα βρει παρά ελάχιστα δείγματα μη εκκλησιαστικής μουσικής, εξωτερικού μέλους (δηλαδή εξωεκκλησιαστικού), όπως ονομαζόταν εν τω συνόλω της η εθνική, ή η λαϊκή μουσική, από τους Βυζαντινούς και τους μεταβυζαντινούς ελληνορθοδόξους. Και αυτά τα ελάχιστα δείγματα εξωεκκλησιαστικής μουσικής, εν πολλοίς ασαφώς ως προς τον ρυθμό έχουν καταγραφεί. Διότι, η εκκλησιαστική μουσική σημειογραφία προ του Χρυσάνθου με την ρευστότητά της κυρίως ως προς τον ρυθμό, επέτρεπε την καταγραφή μόνον εκκλησιαστικού ύφους μελωδιών, στηριζόμενη στην συνεπικουρία τής από μνήμης παραδοσιακής εκτέλεσης μιας αλληλουχίας συμβόλων. Με αυτόν τον στενό προσανατολισμό τής μουσικής σημειογραφίας διασφαλιζόταν -ίσως όχι απολύτως συνειδητά- η στεγανότητα του εκκλησιαστικού ύφους, έναντι των εξωτερικών (εθνικών ή λαϊκών) επιδράσεων. Ο Χρύσανθος εισηγήθηκε μια γραφή που εν πολλοίς βασιζόταν στην παλαιά παρασημαντική, αλλά ήταν πλέον πλήρως διασαφισμένη, ως προς την ρυθμική ενέργεια των συμβόλων της. Η σημειογραφία αυτή, εν χρήσει έως και σήμερα, ως εκ της καταγωγής της, είναι ικανή στο να περιγράψει φωνητικές κινήσεις του εκκλησιαστικού μέλους, επιτρέπει ωστόσο, αίτημα της εποχής του, την καταγραφή συγγενών προς αυτήν μελωδιών (πχ οθωμανική , περσική μουσική). Και από τον Χρύσανθο και μετά ανθούν οι με χρυσάνθια γραφή εκδόσεις οθωμανικών και δημωδών ασμάτων. Τι όμως διασφάλισε η σεβαστή μας παρασημαντική από τον γεννήτορά της 5ο αιώνα έως και τον Χρύσανθο, αλλά και μετά τον Χρύσανθο, αφού τόσους αιώνες το νερό είχε μπει στ’ αυλάκι; Δύο πράγματα: την συντήρηση μιας αυστηρής εκκλησιαστικής μουσικής παράδοσης, αλλά και τον αποκλεισμό μιας οργανικής μουσικής επισήμου, τη συνεπικουρία σχετικών εκκλησιαστικών συνόδων.
Όταν λοιπόν βρισκόμαστε στην ανάγκη να μιλάμε για την "παράδοσή" μας, ας τα έχομε αυτά υπ’ όψιν για να αιτιάζομε σχετικούς προβληματισμούς μας, (όχι για το τί ανήκει σε αυτήν, αλλά για το πώς κάτι δεν αναπτύχθηκε μέσα σε αυτήν).
η εικόνα προέρχεται από την ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ του Στέφανου Δομέστιχου (εκδ. 1843)
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 20, 2007
Να τον φουρκίσομεν (κατόπιν ψηφοφορίας),
ή Η μουσική της φιλοσοφίας μας, ή Περί μουσικού λογιοτατισμού (ή και Περί χρηστικότητος).
Την ιστορία της μουσικής, όπως την ξέρουμε, την αρχίζουμε από τους αρχαίους χρόνους, βασιζόμενοι σε παραστάσεις αιγυπτιακές, χετιτικές, βαβυλωνιακές, περσικές, σε περιγραφές μέσα από κείμενα, και στα λείψανα της αρχαιοελληνικής μουσικής. Σε ολίγα μουσικά κομμάτια διασωσμένα σε παπύρους και σε ολίγες επιγραφές (το επιτύμβιο του Σεικίλου η πλέον γνωστή και πλήρως εσωσμένη), καθώς και σε παραστάσεις και σε ολίγα θραύσματα οργάνων. Κυρίως όμως στα θεωρητικά έργα των αρχαίων θεωρητικών. Το σύστημα της αρχαίας μουσικής σημειογραφίας, όπως και η αρχαιοελληνική θεωρία της μουσικής, με πληρότητα σχεδόν διασώζονται στα συγγράμματα των αρχαίων θεωρητικών, που απορεί κανείς γιατί εσώθησαν αυτά, ενώ σύσσωμος η αρχαία μουσική παραγωγή χάθηκε (οι παρτιτούρες). Όλα τα σωσμένα μουσικά κείμενα, τα περισσότερα με κενά, ή ημιτελή, (10 αιώνων παραγωγή από το αρχαιότερο ως το νεώτερο σωσμένο) γεμίζουν δεν γεμίζουν ένα CD –ένα CD που θα μπορούσε να γεμίσει μόνο με τη μουσική και τα χορικά μιας τραγωδίας του Ευριπίδη. Μοιάζει δηλαδή σαν να βρεθούμε μετά από αιώνες, να έχουμε στα χέρια μας το θεωρητικό έργο του Κρένεκ για το δωδεκάφθογγο, να έχουμε το Style and Idea του Σένμπεργ, να έχουμε το “H Τεχνική της Γλώσσας μου” του Μεσσιάν, και πλάι σ’ αυτά μόνο ένα κομματάκι από το “Οι κραυγές των πουλιών” και δεκαπέντε μέτρα από τον “Φεγγαρίσιο Πιερότο”.
Θεματοφύλακες της αρχαίας μουσικής κληρονομιάς ήσαν οι βιβλιοθήκες των πόλεων και οι πλούσιοι ιδιώτες κάτοχοι χειρογράφων. Κατόπιν οι βιβλιοθήκες των μοναστηριών, αλλά και ιδιώτες. Γνωρίζουμε βεβαίως τις δύο πυρκαγιές που κατέστρεψαν τη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, γνωρίζουμε και άλλες μικρότερες ή μεγαλύτερες καταστροφές, από θεομηνίες και ανθρώπινο χέρι. Αλλά πόσο επιλεκτικές μπορούσαν να είναι οι φλόγες, πόσο επιλεκτική μπορεί να είναι η κάθε αμέλεια ή κακοτυχία, ώστε να καταστρέψουν το καταγεγραμμένο μουσικό έργο στο σύνολό του σχεδόν, και απ’ την άλλη να αφήσουν ανέπαφο το θεωρητικό έργο στο σύνολό του σχεδόν. Και η απορία αυτή εντείνεται όταν υπολογίσει κανείς ότι τα μουσικά έργα θα πρέπει να ήταν τουλάχιστον 500πλάσια των θεωρητικών έργων, σχέση που ισχύει ακόμα και σήμερα για την παραγωγή συνθέσεων και θεωρητικών συγγραμμάτων.
Η εξήγηση που θα πρότεινα είναι η εξής:
Α) Σε ό, τι αφορά στα χειρόγραφα μουσικών έργων (παρτιτούρες).
Αα) Μέχρι και πριν 2 αιώνες (πριν τον Μέντελσον και τους ρομαντικούς) ισχύει σε ό, τι αφορά στη μουσική δημιουργία ότι η ανανέωση είναι απαιτητή, πιο απλά η αξία κάθε έργου είναι προσωρινή. Άρα τα παλαιά έργα δεν επανεκδίδονται και οι παλαιές εκδόσεις τους δεν είναι πλέον χρηστικές, ίσως και απαραίτητες, ίσως να πιάνουν και χώρο, και ας μην ξεχνάμε ότι ο πάπυρος και η περγαμηνή ανακυκλώνονταν για οικονομικούς λόγους. Ίσως κατά ένα μεγάλο μέρος, λοιπόν, τα αρχαιοελληνικά μουσικά έργα (όπως και πάμπολλα μεσαιωνικά) τα «έφαγε» η «παλαιότητά» τους και … η ανακύκλωση.
Αβ) Η «ελληνική» (η μη χριστιανική μουσική), εκτός του ότι, ως μουσική της θυμέλης, είναι αποβλητέα για την νέα εποχή του χριστιανισμού, δεν μπορεί, από μία εποχή και μετά, να αναγνωστεί πλέον, διότι ήδη μετά τον 5ο αιώνα αρχίζει και εμφανίζεται σταδιακά ένα άλλο είδος μουσικής σημειογραφίας. Η αρχαιοελληνική μουσική σημειογραφία βασιζόταν σε σύμβολα παρμένα από το αλφάβητο (γράμματα όρθια, πλαγιαστά, ανεστραμένα, δημιουργούσαν ένα σύνολο από 3.000 περίπου συνδυασμούς μουσικών συμβόλων). Η χριστιανική μουσική σημειογραφία, ανύπαρκτη τους πρωτοχριστιανικούς χρόνους, ανατέλλει δειλά-δειλά μέσα από τα τονικά σύμβολα της γραφής, τις οξείες, τις βαρείες και τις περισπωμένες, που υπενθύμιζαν στους ιερείς που διάβαζαν το ευαγγέλιο, κατά βάσιν πώς σωστά να τονίζουν και κατ’ επέκτασιν εκ του τονισμού να μελωδήσουν. Από αυτά τα σύμβολα γεννιούνται τα λεγόμενα «νεύματα» και η νευματική μουσική γραφή, που αργότερα διασπάται σε δύο κλάδους, στην ανατολική χριστιανοσύνη εξελίσσονται σε «παρασημαντική», όπως ονομάζεται η σημειογραφία της ελληνορθόδοξης εκκλησιαστικής μουσικής, ενώ στη δυτική χριστιανοσύνη εξελίσσεται στη σημερινή σημειογραφία του πενταγράμμου. Αλλάζοντας τόσο οριστικά το σύστημα της μουσικής γραφής, πέρα από το ιδεολογικό χάσμα που χωρίζει ένα χορικό του Αριστοφάνη από έναν χριστιανικό ψαλμό, καθιστά μιαν αρχαία μουσική έκδοση τραγωδίας του Σοφοκλή ομοιάζουσα με ένα παράξενο γραπτό κείμενο που απάνω από κάθε συλλαβή έχει κάτι ακατάληπτα, ενοχλητικά για την ανάγνωσή του σημάδια. Ε, ένα τέτοιο χειρόγραφο, κατ’ αρχάς δεν επανεκδίδεται (δεν αναπαράγεται σε αντίγραφα), κατά δεύτερον μπορεί με την παραμικρή ανάγκη, να ανακυκλωθεί, να γίνει στάχωμα (να κολληθούν τα μέρη του για να γίνει εξώφυλλο βιβλίων – που αντικατέστησαν την κυλινδρική μορφή των παπύρων), μπορεί επίσης να γίνει απλώς προσάναμα.
Εν κατακλείδι, ως μη λειτουργικό, ως άχρηστο, μάλλον απωλέσθη το σύνολο της αρχαίας ελληνικής μουσικής παραγωγής, ως θύμα του νου και όχι της χειρός.
Και έρχομαι στο Β, σε ότι αφορά στην, εν αντιθέσει προς τα μουσικά χειρόγραφα, διατήρηση του συνόλου σχεδόν των αρχαιοελληνικών θεωρητικών συγγραμμάτων. Η εξήγηση είναι απλή: ΧΡΗΣΤΙΚΟΤΗΣ.
Βα) Τα θεωρητικά συγγράμματα, ως επιστημονικά για μουσικούς και μη, αλλά και τεχνικά για τον μουσικό εργαλεία, εμπεριείχαν το στοιχείο της διαχρονικής αξίας. Άρα, ο Αριστόξενος επανεκδίδεται, διότι χρησιμεύει και για τον επόμενο και τον μεθεπόμενο και πέντε και δέκα και είκοσι αιώνες μετά. Έτσι το βλέπει ο εκδότης. Ο Ευριπίδης, πέρασε, πάει η μπογιά του. Τώρα είναι της μόδας ο Θεόκριτος. Αλλά το πώς κουρδίζουμε, τι είναι ρυθμός, οι κλίμακες, οι τεχνικές διάπλασης μουσικού ήθους, αυτά πάντα ενδιαφέρουν τον αρχαίο μελετητή, τον μουσικό, και εν τέλει τον εκδότη.
Ββ) Στο μεγαλύτερο μέρος του θεωρητικού κειμένου, ο χριστιανός αναγνώστης με μουσικά ενδιαφέροντα, δεν συναντά άγνωστα σύμβολα, υπερπηδά τα κεφάλαια περί σημειογραφίας που δεν τον ενδιαφέρουν, και διαβάζει τα υπόλοιπα χρήσιμα περί κλιμάκων, ρυθμού κλπ. Επιπλέον δεν συναντά ούτε Ερινύες, ούτε Βάκχες, ούτε περδόμενους Σατύρους. Επανεκδόσιμα.
Τραγική ειρωνεία βεβαίως καθίσταται το γεγονός, όταν αργότερα πολύ, στην εποχή της λεγόμενης Βυζαντινής Αναγέννησης, ο Ψελλός “αττικίζοντας”, επαναλαμβάνει τους σωθέντας αρχαίους αρμονικούς, ενώ είναι βέβαιο ότι η μουσική πράξη της εποχής του απέχει από την μουσική της θυμέλης. Τα όντως χρηστικά θεωρητικά μουσικά συγγράμματα του Βυζαντίου, δεν είναι αυτά των λογίων νεόκοπων (τότε) αττικιστών, αλλά οι υπό μορφήν «Προθεωρίας», οδηγίες για την κατανόηση και την απόδοση της σημειογραφίας που απαντούμε πολλές φορές στην αρχή των λειτουργικών μουσικών εκδόσεων. Προς τι λοιπόν ο μουσικός θεωρητικός αττικισμός; Αρχαιοπληξία; Ή μήπως "μούρη", (πόζα). Ή και γλείψιμο μιας αριστοκρατίας πνευματικά απομονωμένης;
(Υπ’ αυτήν την έννοια θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι υπάρχει κάτι ανάλογο και στον Όμηρο , τον υμνητή μιας ηρωικής εποχής που όταν αυτός ζούσε αυτή είχε παρέλθει, ωστόσο ήταν προσφιλές ακρόαμα των απογόνων του Αγαμέμνονος). Αλλά και ο Αδριανός ο ελληνολάτρης πίσω δεν πήγαινε, ή μάλλον πίσω πήγαινε για να αισθανθεί πολιτιστικά ασφαλής. Οι παλαιοί είναι οι όντως μεγάλοι. Ακολουθούν οι απόγονοι, οίτινες μεγαλουργούν κατά το ότι κατανοούν και υποδύονται την αρχαία μεγαλοσύνη.)
Και ιδού το πρώτο συμπέρασμα. Τι είναι αυτό που καταλαβαίνει το ακροατήριο του Μπετόβεν; Αυτό που ένιωσε. Τι κατάλαβε ο λόγιος; Αυτά που διάβασε στο πρόγραμμα. Σε μια πιο “εκλεπτυσμένη” πρακτική, εμείς-αυτοί οι «λόγιοι» διασώζουμε-νε τα θεωρητικά συγγράμματα λοιπόν και αφήνουμε-νε να σβήσει ή σβήνουμε-νε τη μουσική, αλλά και να έχομε-νε την απαίτηση να γράφομε-νε την ιστορία της.
[Και μετά φοράμε τα συγγράμματα τα θεωρητικά σε όποιαν άλλη μουσική πράξη, της πάνε δεν της πάνε, κόψε ράψε θα το φέρουμε. Όταν ο Μοεβόμιος εκδίδει τους αρχαίους έλληνες “Αρμονικούς συγγραφείς”, ήδη η Αναγέννηση έχει συντελεστεί. Η ανάγνωση του αρχαίου κόσμου ουσιαστικά θα γίνει εκ των υστέρων. Μοιάζει σαν ένας ολόκληρος κόσμος να ανατράφηκε με τα ζώδια και κάποιος να αντέγραψε τον Αρίσταρχο, και να πρόβαλε την ηλιοκεντρική θεωρία του σαν δική του, αφού προηγουμένως έσκισε την σχετική σελίδα, (έτσι ακριβώς έκανε ο Κοπέρνικος). Αλλά το θέμα δεν είναι η ηλιοκεντρική θεωρία, αλλά το πώς έπινε το κρασί του ο Αρίσταρχος.]
Κι αν είναι απαραίτητη (πλατωνικώς μόνο;) για την φιλοσοφία η μουσική, ποια είναι η μουσική της φιλοσοφίας μας;
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 17, 2007
αναίτια (;) απελπισία
Πολλές φορές απελπισμένοι , κουρασμένοι από την αίσθηση του περιθωριακού, βρίσκουμε κουράγιο όταν συζητάμε με ανθρώπους κοσμογυρισμένους, ανθρώπους που τους θεωρούμε πετυχημένους και τους θαυμάζουμε. Δεν είναι λίγες οι φορές που όταν βρισκόμαστε με τον δάσκαλό μας , τον Θόδωρο Αντωνίου, και πίνουμε κανένα κρασάκι, τον ρωτάμε για το πώς είναι τα μουσικά πράγματα εκεί στο Αμέρικα, που το ‘χει φάει με το κουτάλι σχεδόν σαράντα χρόνια. Μας απαντάει κάθε φορά , λέγοντας πάνω κάτω τα ίδια, όμως εμείς, αν και ξέρουμε την απάντηση, μα σε ένα μήνα, σε ένα χρόνο, θα τον ξαναρωτήσουμε, ελπίζοντας ότι θα μας απαντήσει κάτι άλλο από αυτό που μας απαντάει συνήθως, ότι επιτέλους θα μας πει:
-«Στην Αμερική τα μουσικά πράγματα είναι εύκολα για έναν νέο συνθέτη. Γίνονται συχνά συναυλίες σύγχρονης μουσικής, σε αίθουσες κατάμεστες από κοινό, υπάρχει εκδοτικό ενδιαφέρον, οι νέοι αν αξίζουν καθιερώνονται και με πολύ ευκολία παρουσιάζουν το έργο τους και ζουν από αυτό».
Οπότε, κι εμείς έχοντας πάρει αυτή την απάντηση θα πιούμε άλλο ένα ποτήρι, θα μισοκλείσουμε τα μάτια και με πικρία νοσταλγική για τον εξωτικό παράδεισο που δεν γνωρίσαμε, θα ρίξουμε τις ευθύνες στη μάνα που μας γέννησε, στην ατολμία που μας κράτησε εδώ, στην φτώχια και την κακομοιριά που δέρνει αυτόν τον τόπο. Και εξ αυτού, ίσως επιτέλους να συμφιλιωθούμε με την κούρασή μας και να της δώσουμε ακόμα και σωματική υπόσταση, να νιώσουμε πιο νωρίς γερασμένοι, να το ρίξουμε στο τάβλι και να αποτραβηχτούμε στην ησυχία του υποψηφίου προς αναχώρησιν. Όμως η απάντηση δεν είναι αυτή, αλλά η εξής:
-«Μην νομίζετε ότι τα πράγματα είναι καλύτερα από ‘δω. Μπορώ να πω ότι είναι χειρότερα. Σε απόλυτους αριθμούς το κοινό που ενδιαφέρεται για την σύγχρονη δημιουργία είναι το ίδιο με αυτό της Ελλάδας. Αν σε μια συναυλία ένας νέος συνθέτης έχει εκατό-διακόσα άτομα θα πρέπει να είναι ευχαριστημένος. Ο πολύς ο κόσμος ενδιαφέρεται, ίσως και παραπάνω από δω, μόνο για τους ποπ αστέρες».
Αυτά τα λόγια αντί να μας ανακουφίσουν μας φέρνουν σε αμηχανία. Επειδή θα πρέπει, μετά από μια τέτοια απάντηση, να ψάξουμε και να βρούμε, τι είναι αυτό που μας δημιουργεί την αίσθηση υστέρησης. Δεν μπορούμε να μην παραδεχτούμε ότι στην παγκόσμια κοινότητα της μουσικής αισθανόμαστε μια μικρή επαρχία. Αλλά μήπως αυτή η αίσθηση είναι, αν όχι λανθασμένη, τουλάχιστον, όχι ορθώς αιτιολογημένη;
Γιατί εστιάζω στη σύγχρονη δημιουργία; Διότι ο Σκαλκώτας δεν ζει για να αναμετρηθεί με τον Καρβέλα.
-«Στην Αμερική τα μουσικά πράγματα είναι εύκολα για έναν νέο συνθέτη. Γίνονται συχνά συναυλίες σύγχρονης μουσικής, σε αίθουσες κατάμεστες από κοινό, υπάρχει εκδοτικό ενδιαφέρον, οι νέοι αν αξίζουν καθιερώνονται και με πολύ ευκολία παρουσιάζουν το έργο τους και ζουν από αυτό».
Οπότε, κι εμείς έχοντας πάρει αυτή την απάντηση θα πιούμε άλλο ένα ποτήρι, θα μισοκλείσουμε τα μάτια και με πικρία νοσταλγική για τον εξωτικό παράδεισο που δεν γνωρίσαμε, θα ρίξουμε τις ευθύνες στη μάνα που μας γέννησε, στην ατολμία που μας κράτησε εδώ, στην φτώχια και την κακομοιριά που δέρνει αυτόν τον τόπο. Και εξ αυτού, ίσως επιτέλους να συμφιλιωθούμε με την κούρασή μας και να της δώσουμε ακόμα και σωματική υπόσταση, να νιώσουμε πιο νωρίς γερασμένοι, να το ρίξουμε στο τάβλι και να αποτραβηχτούμε στην ησυχία του υποψηφίου προς αναχώρησιν. Όμως η απάντηση δεν είναι αυτή, αλλά η εξής:
-«Μην νομίζετε ότι τα πράγματα είναι καλύτερα από ‘δω. Μπορώ να πω ότι είναι χειρότερα. Σε απόλυτους αριθμούς το κοινό που ενδιαφέρεται για την σύγχρονη δημιουργία είναι το ίδιο με αυτό της Ελλάδας. Αν σε μια συναυλία ένας νέος συνθέτης έχει εκατό-διακόσα άτομα θα πρέπει να είναι ευχαριστημένος. Ο πολύς ο κόσμος ενδιαφέρεται, ίσως και παραπάνω από δω, μόνο για τους ποπ αστέρες».
Αυτά τα λόγια αντί να μας ανακουφίσουν μας φέρνουν σε αμηχανία. Επειδή θα πρέπει, μετά από μια τέτοια απάντηση, να ψάξουμε και να βρούμε, τι είναι αυτό που μας δημιουργεί την αίσθηση υστέρησης. Δεν μπορούμε να μην παραδεχτούμε ότι στην παγκόσμια κοινότητα της μουσικής αισθανόμαστε μια μικρή επαρχία. Αλλά μήπως αυτή η αίσθηση είναι, αν όχι λανθασμένη, τουλάχιστον, όχι ορθώς αιτιολογημένη;
Γιατί εστιάζω στη σύγχρονη δημιουργία; Διότι ο Σκαλκώτας δεν ζει για να αναμετρηθεί με τον Καρβέλα.
Ετικέτες
Θόδωρος Αντωνίου,
κείμενα για τη μουσική
Παρασκευή, Δεκεμβρίου 14, 2007
ΔΟΛΙΟΤΗΣ
Δόλιον το προηγούμενόν μου ποστ. Αναφέρθηκα στην υπογείαν δράση της ποιήσεως. Εν περιλήψει: εάν ο Ρωμανός ο Μελωδός είναι κτήμα εκάστου εκκλησιαζομένου, τότε υπάρχει βάσις ποιητικής παιδείας.
Το αυτό θα ισχυριστώ και για την μουσική. Όταν ακούμε τον Κανόνα του Ακαθίστου, ακούμε την «εξήγηση», ήτοι την μουσική διασκευή του Πέτρου Πελοποννησίου (18ος αι.) εις το κατά παράδοσιν αρχαίον μέλος του Δαμασκηνού, σε καταγραφή, ίσως και περαιτέρω διασκευή του Ιωάννου Πρωτοψάλτου (19ος αι.). Όταν στις κατανύξεις ακούμε τα «Ανοιξαντάρια», ακούμε Ιωάννη Κουκουζέλη (13ος αι.), ή Θεόδωρο Φωκαέα (19ος αι.). Όταν ακούμε το «Δύναμις» στις λειτουργίες, ακούμε Νηλέα Καμαράδο, ή Ανδρέα Κρήτης, ή Αβαγιανό. Χεσμένους τους έχομε το ξέρω. Αλλά αν δεν τους ξέρομε, πού ακριβώς χέζομε. Και για ποίαν έλλειψη μουσικής παιδείας ομιλούμε. Ποίων.
Τον Σαίνμπεργκ να τον ακούς όταν ξέρεις τον Φαρδυμπούκη (αυτό αντιστρέφεται). Ή τουλάχιστον δια την έλλειψιν μουσικής παιδείας μας να μην κατηγορείς, να μην τύπτεσαι.
Το αυτό θα ισχυριστώ και για την μουσική. Όταν ακούμε τον Κανόνα του Ακαθίστου, ακούμε την «εξήγηση», ήτοι την μουσική διασκευή του Πέτρου Πελοποννησίου (18ος αι.) εις το κατά παράδοσιν αρχαίον μέλος του Δαμασκηνού, σε καταγραφή, ίσως και περαιτέρω διασκευή του Ιωάννου Πρωτοψάλτου (19ος αι.). Όταν στις κατανύξεις ακούμε τα «Ανοιξαντάρια», ακούμε Ιωάννη Κουκουζέλη (13ος αι.), ή Θεόδωρο Φωκαέα (19ος αι.). Όταν ακούμε το «Δύναμις» στις λειτουργίες, ακούμε Νηλέα Καμαράδο, ή Ανδρέα Κρήτης, ή Αβαγιανό. Χεσμένους τους έχομε το ξέρω. Αλλά αν δεν τους ξέρομε, πού ακριβώς χέζομε. Και για ποίαν έλλειψη μουσικής παιδείας ομιλούμε. Ποίων.
Τον Σαίνμπεργκ να τον ακούς όταν ξέρεις τον Φαρδυμπούκη (αυτό αντιστρέφεται). Ή τουλάχιστον δια την έλλειψιν μουσικής παιδείας μας να μην κατηγορείς, να μην τύπτεσαι.
Ετικέτες
Βυζαντινή μουσική,
κείμενα για τη μουσική
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 13, 2007
ΠΡΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΟΙΗΤΙΚΗ
Τι είναι η ποίηση; Όχι γενικώς. Ειδικώς, για την θείτσα μου την Πιπίνα, τη συχωρεμένη. Η ερώτηση γίνεται σε ενεστώτα για να τονιστεί η αντοχή της τέχνης στον χρόνο, μια εκδοχή αθανασίας που πιστεύω δεν ανήκει μόνο στα τεχνουργήματα, αλλά και σ’ όσους τα απήλαυσαν.
Η ποίηση, ως πεδίον που εκτήθη από την θείτσα Πιπίνα, την Πιπίνιζα, το Πιπινάκι, κατά την εις πολλά και άλλα τυρβάζουσα του βίου της πορεία, μπορεί να πάρει, πιστεύω, τη μορφή μιας ενιαίας έκδοσης, όχι πολυσέλιδης. Το μόνο βιβλίο που κράτησε στα χέρια της ήταν ο Τσελεμεντές. Και αυτό σπανίως. Συνήθως κατέφευγε στο συνταγολόγιο που είχε απ’ τη μάνα της, γραμμένο με μελανομόλυβο, μολύβι που έγραφες σαλιώνοντας τη μύτη του και η γραφή του έμενε ανεξίτηλη. Η μόνη της επαφή με την τέχνη της ποίησης, ήταν η καθημερινή ευλαβική ανάγνωση, καθώς και η αποστήθιση, των τετραστίχων του ημερολογίου, και ως ήτο αναμενόμενον, το τετράστιχον της επομένης κατελάμβανε στην μνήμη της τον χώρον του τετραστίχου της προηγουμένης, έτσι ώστε ως έρμα να παραμένει μόνον το μορφικόν πλαίσιον: τετράστιχον εκ δύο διστίχων, απαρτιζομένων από οκτασύλλαβον και επτασύλλαβον, των επτασυλλάβων ομοιοκαταληκτούντων συνήθως:
«Αν μ’ αγαπάς κι είν’ όνειρο
ποτές να μην ξυπνήσω,
γιατί με την αγάπη σου
ποθώ να ξεψυχήσω.»
Έχω λοιπόν την εντύπωση ότι, αν ο ΟΙΚΟΣ ΔΑΡΕΜΑ (συστηματικός εκδότης επίσης του «Καζαμία») απεφάσιζε ποτέ να εκδώσει εις ενιαίαν συλλογήν το σύνολον των τετραστίχων που δημοσίευε επί σειράν ετών στα «ημερολόγια ποιημάτων», τότε θα προέκυπτε η Πιπίνιος Ποιητική Συλλογή.
Όλως δικαίως, λοιπόν, για την ποιητική της παιδεία, το Πιπινάκι, χασκογελούσε, όποτε έβλεπε στην τηλεόραση ελληνικές ταινίες που διακωμωδούσαν την καρικατούρα του Ελύτη, ή του Εμπειρίκου, ή του Σεφέρη:
«Μαύρα κοράκια,
κόκκινα κοράκια,
Πράσινα κοράκια,
κίτρινα κοράκια,
Ωιμέ, ωιμέ».
Κάτι σαν να ‘ξερε, σα να συνδύαζε, κι ας μην είχε διαβάσει ποτέ της. Είχε αίσθηση της φόρμας, και αντιλαμβανόταν αμέσως τον πυρήνα της διακωμώδησης. Δεν ήσαν τα ποικιλόχρωμα κοράκια το πρόβλημα. Ο κινηματογραφικός ποιητής Φανφάρας, κατά συνεκδοχήν καρικατούρα απάσης της συγχρόνου ποιήσεως, ήτο γελοίος διότι απετύγχανε στον σχηματισμό αποδεκτής για το Πιπινάκι φόρμας.
Και τώρα επιτρέψατέ μου να σας αναφέρω, ως επίμετρον, ότι το Πιπινάκι, ήτο θρήσκο. Βαριόταν όμως τον τακτικό εκκλησιασμό, και ως δικαιολογία κάθε Κυριακή έβρισκε τον φόρτον της παρασκευής του πολυπλόκου ροζ-μπιφ της. «Πήγαινε εσύ Παναγιώτη και άναψε ένα κερί και για μένα, εγώ σηκώθηκα από τα άγρια χαράματα να προλάβω τη λειτουργία και ακόμα δεν έχω τσιγαρίσει το κρέας», έλεγε στον κουνιάδο της, τον παππού μου. Δεν έχανε όμως ποτέ Χαιρετισμούς. Με τη σύνοψη στο χέρι και το σκαμνάκι της, πήγαινε νωρίς- νωρίς στην εκκλησία να πιάσει πόστο. Όταν γυρνούσε, καταπιανόταν πάλι με την κουζίνα, ωστόσο με οίστρο έψελνε: «Άγγελος πρωτοστάτης…». Ήξερε όλον τον Ακάθιστο απ’ έξω. Ήξερε και το όνομα του Ρωμανού του Μελωδού. Μόνον που δεν ήξερε ότι πρόκειται για ποίηση. Αλλά κι εμείς που το ξέρουμε, παρ’ ολίγον θα την βγάζαμε περίπου άμουση, γιατί σχεδόν έχουμε ξεχάσει ότι η Ιερά Σύνοψις, είναι συνάμα και μια ποιητική συλλογή, ίσως η πλέον λαϊκή.
Η ποίηση, ως πεδίον που εκτήθη από την θείτσα Πιπίνα, την Πιπίνιζα, το Πιπινάκι, κατά την εις πολλά και άλλα τυρβάζουσα του βίου της πορεία, μπορεί να πάρει, πιστεύω, τη μορφή μιας ενιαίας έκδοσης, όχι πολυσέλιδης. Το μόνο βιβλίο που κράτησε στα χέρια της ήταν ο Τσελεμεντές. Και αυτό σπανίως. Συνήθως κατέφευγε στο συνταγολόγιο που είχε απ’ τη μάνα της, γραμμένο με μελανομόλυβο, μολύβι που έγραφες σαλιώνοντας τη μύτη του και η γραφή του έμενε ανεξίτηλη. Η μόνη της επαφή με την τέχνη της ποίησης, ήταν η καθημερινή ευλαβική ανάγνωση, καθώς και η αποστήθιση, των τετραστίχων του ημερολογίου, και ως ήτο αναμενόμενον, το τετράστιχον της επομένης κατελάμβανε στην μνήμη της τον χώρον του τετραστίχου της προηγουμένης, έτσι ώστε ως έρμα να παραμένει μόνον το μορφικόν πλαίσιον: τετράστιχον εκ δύο διστίχων, απαρτιζομένων από οκτασύλλαβον και επτασύλλαβον, των επτασυλλάβων ομοιοκαταληκτούντων συνήθως:
«Αν μ’ αγαπάς κι είν’ όνειρο
ποτές να μην ξυπνήσω,
γιατί με την αγάπη σου
ποθώ να ξεψυχήσω.»
Έχω λοιπόν την εντύπωση ότι, αν ο ΟΙΚΟΣ ΔΑΡΕΜΑ (συστηματικός εκδότης επίσης του «Καζαμία») απεφάσιζε ποτέ να εκδώσει εις ενιαίαν συλλογήν το σύνολον των τετραστίχων που δημοσίευε επί σειράν ετών στα «ημερολόγια ποιημάτων», τότε θα προέκυπτε η Πιπίνιος Ποιητική Συλλογή.
Όλως δικαίως, λοιπόν, για την ποιητική της παιδεία, το Πιπινάκι, χασκογελούσε, όποτε έβλεπε στην τηλεόραση ελληνικές ταινίες που διακωμωδούσαν την καρικατούρα του Ελύτη, ή του Εμπειρίκου, ή του Σεφέρη:
«Μαύρα κοράκια,
κόκκινα κοράκια,
Πράσινα κοράκια,
κίτρινα κοράκια,
Ωιμέ, ωιμέ».
Κάτι σαν να ‘ξερε, σα να συνδύαζε, κι ας μην είχε διαβάσει ποτέ της. Είχε αίσθηση της φόρμας, και αντιλαμβανόταν αμέσως τον πυρήνα της διακωμώδησης. Δεν ήσαν τα ποικιλόχρωμα κοράκια το πρόβλημα. Ο κινηματογραφικός ποιητής Φανφάρας, κατά συνεκδοχήν καρικατούρα απάσης της συγχρόνου ποιήσεως, ήτο γελοίος διότι απετύγχανε στον σχηματισμό αποδεκτής για το Πιπινάκι φόρμας.
Και τώρα επιτρέψατέ μου να σας αναφέρω, ως επίμετρον, ότι το Πιπινάκι, ήτο θρήσκο. Βαριόταν όμως τον τακτικό εκκλησιασμό, και ως δικαιολογία κάθε Κυριακή έβρισκε τον φόρτον της παρασκευής του πολυπλόκου ροζ-μπιφ της. «Πήγαινε εσύ Παναγιώτη και άναψε ένα κερί και για μένα, εγώ σηκώθηκα από τα άγρια χαράματα να προλάβω τη λειτουργία και ακόμα δεν έχω τσιγαρίσει το κρέας», έλεγε στον κουνιάδο της, τον παππού μου. Δεν έχανε όμως ποτέ Χαιρετισμούς. Με τη σύνοψη στο χέρι και το σκαμνάκι της, πήγαινε νωρίς- νωρίς στην εκκλησία να πιάσει πόστο. Όταν γυρνούσε, καταπιανόταν πάλι με την κουζίνα, ωστόσο με οίστρο έψελνε: «Άγγελος πρωτοστάτης…». Ήξερε όλον τον Ακάθιστο απ’ έξω. Ήξερε και το όνομα του Ρωμανού του Μελωδού. Μόνον που δεν ήξερε ότι πρόκειται για ποίηση. Αλλά κι εμείς που το ξέρουμε, παρ’ ολίγον θα την βγάζαμε περίπου άμουση, γιατί σχεδόν έχουμε ξεχάσει ότι η Ιερά Σύνοψις, είναι συνάμα και μια ποιητική συλλογή, ίσως η πλέον λαϊκή.
Ετικέτες
κείμενα για την ποίηση,
παιδικές αναμνήσεις,
σκέψεις
Τρίτη, Δεκεμβρίου 11, 2007
ΤΕΤΑΡΤΗ του Αγίου Σπυρίδωνος ΑΠΕΡΓΙΑ
Θέλω να διορθώσω τον κόσμο και απεργώ. Είναι μια αρχή.....
Ετικέτες
σχόλια
Παρασκευή, Δεκεμβρίου 07, 2007
Μια άξια λόγου παραπομπή
Και πάλι σας παραπέμπω. Να πάτε, αν σας κινεί την περιέργεια ο όρος Αφηρημένη Προγραμματική Μουσική.
Ετικέτες
Θόδωρος Αντωνίου,
παραπομπές
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 06, 2007
ΕΚΔΙΚΗΣΗ
Σήμερα 5 Δεκέμβρη (του αγίου Σάββα) στο Δημοτικό Ωδείο της Π____ , είχαμε μιαν εξαιρετική συναυλία. Ο πιανίστας Μανώλης Περυσινάκης ερμήνευσε έργα της γερμανικής πρωτοπορίας των αρχών του 20ου αιώνα. Σένμπεργ, Μπεργκ, Βέμπερν και πλάι σ’ αυτά τα 10 επιγράμματα για πιάνο του δασκάλου του στην σύνθεση, του Γιάννη Ιωαννίδη. Προλόγισε ο dsyk και από στήθους προσδιόρισε ιστορικά την περίοδο 1900-1940 ξεκινώντας από την εποχή της ars nova (14ος αι.). Θέμα δύσκολο. Συναυλία δύσκολη. Προγράμματα σαν κι αυτό δεν παίζονται πλέον. Θεωρούνται ίσως και … ανιαρά (ύβρις). Δεν σας κάλεσα. Δεν τόλμησα να ανακοινώσω τη συναυλία στο μπλογκ από το φόβο της ήττας. Το βράδυ πριν τη συναυλία δεν κοιμήθηκα. Φανταζόμουνα την μικρούλα αίθουσα του ωδείου, χωρητικότητας 60 ατόμων, άδεια. Σχεδόν άδεια. Δώδεκα άτομα το πολύ έβλεπα στο πλέον αισιόδοξο όραμά μου, να κάθονται σχεδόν με την αίσθηση της παγίδευσης, ακροβολισμένα στην αίθουσα, αδημονώντας για το διάλειμμα, όπου με εύσχημο τρόπο περισσότερα από τα μισά θα εγκατέλειπαν. Ο φόβος μου δεν ήταν αβάσιμος. Η έκβαση των πραγμάτων μου είχε σχεδόν προαναγγελθεί. Το έβλεπα ζωγραφισμένο στα βλέμματα των περισσοτέρων συναδέλφων καθηγητών του ωδείου. Αδιαφορία. Ίσως και αποστροφή (όχι με τη έννοια του μίσους, προς Θεού – με την έννοια της «ασυγγενείας») δια της αδιαφορίας. Διότι μη νομίζετε άλλα. Όταν λέμε πρωτοπορία του 20ου αιώνα μιλάμε για μιαν εποχή η οποία ουσιαστικά δεν έχει έλθει ακόμα. Δεν πωλείται. Και δεν πωλείται όχι διότι δεν κατανοείται, αλλά διότι αγνοείται. Και μάλιστα σκόπιμα. Οι δάσκαλοι, όπως συμβαίνει σε πολλά πεδία της τέχνης, γνωρίζουν αυτό που καθ’ ύλην πρέπει να θεωρείται ιεραρχημένα αντικείμενο διδασκαλίας. Άντε μέχρι τον Καβάφη η ποίηση. Άντε μέχρι τον Ντεμπισί (ποιόν Ντεμπισί; Τσαϊκόφσκι και καλά είναι) το μαθητικό πιανιστικό ρεπερτόριο (Μπάρτοκ; Τι αυτά τα φάλτσα κομματάκια;) . Και ένα ελληνικό έργο για το πτυχίο, όπως προβλέπει η εφημερίδα της κυβερνήσεως. Ε, εκεί καθαρίζει είτε ο Κωνσταντινίδης (Γιαννίδης, ξύπνα αγάπη μου) είτε ο Χατζιδάκις. Τα υπόλοιπα δεν υπάρχουν. Και δεν πρέπει να υπάρχουν διότι χαλούν την πιάτσα (ησυχία). Δεν τα διδάχτηκαν, δεν τα διδάσκουν, δεν τους τα γνώρισαν, δεν θέλουν να τα γνωρίσουν.
Τέλος πάντων. Η αίθουσα γέμισε …. με ορθίους. Δεν έπεφτε καρφίτσα. Σύνθεση: δύο καθηγητές πιάνου από τους επτά του ωδείου, πέντε συνολικά καθηγητές από σύνολο σαρανταπέντε του ωδείου, αρκετοί μαθητές (επαρκής αριθμός) τελειόφοιτοι (το ωδείο αριθμεί 600 μαθητές) και οι υπόλοιποι κόσμος ελκυσμένος από μιαν αφισούλα ιδιοκατασκευής Α4 και διά τηλεφώνου. Ανάμεσά στο συγκινητικό κοινό, ο Γιάννης Ιωαννίδης (μας τίμησε και με το έργο του και με την παρουσία του), το ζεύγος Σεμιτέκολο (η πιανίστα και ο ζωγράφος) και ο συνθέτης ηλεκτρονικής μουσικής Γιάννης Καλατζής. Σύνολο 80 άτομα. Ο μικρός, ο νέος, (ο Μανώλης Περυσινάκης που εμπιστεύθηκα) έπαιξε συγκινητικά. Ένα πρόγραμμα ογκόλιθο, απ’ έξω. Ένα πρόγραμμα που δεν το πρότεινε ο ίδιος, αλλά του το είχαμε παραγγείλει , ο dsyk κι εγώ, ειδικά. Το μελέτησε μήνες και το ανέδειξε. Ανέδειξε μιαν εποχή που περιθωριοποιήθηκε πριν καν την γνωρίσουμε.
Σένμπεργ και Μπέργκ. Διωγμένοι από τον ναζισμό. Βέμπερν, σκοτώθηκε από αδέσποτη σφαίρα αμερικανού στρατιώτη των στρατευμάτων κατοχής το 1945. Ή την ψώνισα, ή ένιωσα να εκδικούμαι.
(Μετά πήγαμε και ταβέρνα. Έχασες kuk).
Παρασκευή, Νοεμβρίου 30, 2007
Μαθήματα....
Οι βυζαντινοί μελουργοί της ύστερης περιόδου, καθώς και οι μεταβυζαντινοί διάδοχοί τους, απολάμβαναν ιδιαιτέρως να ασχολούνται με ένα είδος σύνθεσης, το οποίο δεν είχε σαφή λειτουργικό προσανατολισμό, δεν εντασσόταν απαραιτήτως στο εκκλησιαστικό τελετουργικό. Οι συνθέσεις αυτές, εκτενέστατες, "επέλυαν" ένα μουσικό πρόβλημα, ή μάλλον το εξηγούσαν, αποδεσμευμένες από την προσήλωση-καθήλωση στην απόδοση νοημάτων του λόγου, τον οποίον λόγο, στις περί ου ο λόγος συνθέσεις, χρησιμοποιούσαν ως στοιχειώδη υλικό φορέα μουσικών νοημάτων. Γι' αυτό, οι συνθέτες μεταχειρίζονταν ως υλική βάση, άλλοτε μια μικρή ποιητική φράση από κάποιον ψαλμό, άλλοτε ένα μικρό απόσπασμα από εκτενέστερη ποιητική σύνθεση (πχ κανόνα), και "αναγραμματίζοντας", ή καλύτερα ανασυλλαβίζοντάς τον, αλλάζοντας και την σειρά των λέξεων, έπλαθαν ένα ποιητικό σώμα που θα το εμψύχωναν μουσικά. Εδώ, να υπογραμμίσω ότι η εκκλησιαστική μας μουσική, ούσα αποκλειστικώς φωνητική ήταν σχεδόν μοιρολατρικά δεμένη με τον λόγο, και συνεχίζω. Τις περισσότερες φορές όμως, όταν ήθελαν να απελευθερώσουν τελείως την μουσική τους από τον (ποιητικό) λόγο, χρησιμοποιούσαν τις άσημες συλλαβές τε-ρι-ρε, το-ρο-ρομ, νε-να, εξ ου και "τεριρέμ", "τερερίζω", "τερέρισμα", "τερερισμός", "νενανισμός". Οι "τερερισμοί" και οι "νενανισμοί" ονομάζονταν "κρατήματα", όλες δε οι εκτενείς, χάριν της μουσικής, συνθέσεις ονομάζονταν "Μαθήματα" και οι συλλογές που τις περιείχαν "Μαθηματάρια".
Αυτά ως εισαγωγή για να σας στείλω ...στο πάρκο συγχορδιών του dsyk .
Μοιάζει να το χωρίζει πολιτισμική άβυσσος από το "Μέγα Ίσον" του μελωδού Ιωάννη Κουκουζέλη, ωστόσο έχουν κάτι κοινό. Είναι και τα δύο "Μαθήματα".
Κατά ευτυχή σύμπτωση, έστω και εξ άλλης αφορμής, (το σύμπαν καθημερινώς συνομωτεί), ο Αθήναιος μιλά παραλλήλως στους Κακοταϊσμένους Διαφωτιστές
Επίσης, για να βλογάμε και τα γένια μας, ένα νέο κλιπάκι....
Αυτά ως εισαγωγή για να σας στείλω ...στο πάρκο συγχορδιών του dsyk .
Μοιάζει να το χωρίζει πολιτισμική άβυσσος από το "Μέγα Ίσον" του μελωδού Ιωάννη Κουκουζέλη, ωστόσο έχουν κάτι κοινό. Είναι και τα δύο "Μαθήματα".
Κατά ευτυχή σύμπτωση, έστω και εξ άλλης αφορμής, (το σύμπαν καθημερινώς συνομωτεί), ο Αθήναιος μιλά παραλλήλως στους Κακοταϊσμένους Διαφωτιστές
Επίσης, για να βλογάμε και τα γένια μας, ένα νέο κλιπάκι....
Κυριακή, Νοεμβρίου 25, 2007
νέον ΑΝΑΨΥΚΤΗΡΙΟΝ
Δεν πρόκειται περί νέας παραισθησιογόνου ουσίας. Είναι χώρος συνδημιουργίας της Όλιας (κι όλα), του Κουκουζέλη (aspripetraxexaspri) και του Μπερεκέτη (kratimokatavasma).
Ξεκινάμε με μία εκδρομή. Ομαδάρχης ο Πετεφρής.
Τα σχόλια θριαμβευτικής υποδοχής παρακαλούμε όχι εδώ, αλλά εκεί.
επιπροσθέτως, να πάτε και εκεί, στον Δάσκαλο:
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος»
Τετάρτη, 28 Νοεμβρίου 2007, ώρα 20.30
Μουσικές βραδιές στην αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος»
«Το πιανιστικό έργο
Τετάρτη, 28 Νοεμβρίου 2007, ώρα 20.30
Μουσικές βραδιές στην αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος»
«Το πιανιστικό έργο
του Θόδωρου Αντωνίου»
Ο Κωνσταντίνος Παπαδάκης παρουσιάζει τα έργα του Θόδωρου Αντωνίου:
«Entrata», «Synaphes», «Aquarelles»,
«Συλλαβές», «7 ρυθμικοί χοροί», «4 μικροί Κανόνες»,
2 κύκλοι «Inventions», «7 Ρυθμικοί Χοροί»,
«Prelude and Toccata», «Sonata».
Παρασκευή, Νοεμβρίου 23, 2007
Παρασκευή, Νοεμβρίου 16, 2007
Η νέα εκτροπή του Αhh L O
...και πάλι σας εκτρέπω...
....εις "φιλμάκι" στο γνωστόν εδώ που θα βρείτε και κάποιες παραπάνω σχετικές πληροφορίες, αλλά καλύτερα μετά να το δείτε στο άλλο εδώ, που έχει και μαύρο φόντο.
Μην μπείτε λοιπόν στον πειρασμό να το δείτε στο εδώ "εδώ":
αναρωτιέμαι βέβαια,
με τόσα κανάλια που έχω υπό την κατοχή μου,
μήπως δεν πρόκειται ποτέ να αναλάβω δημόσιο έργο...;
....εις "φιλμάκι" στο γνωστόν εδώ που θα βρείτε και κάποιες παραπάνω σχετικές πληροφορίες, αλλά καλύτερα μετά να το δείτε στο άλλο εδώ, που έχει και μαύρο φόντο.
Μην μπείτε λοιπόν στον πειρασμό να το δείτε στο εδώ "εδώ":
αναρωτιέμαι βέβαια,
με τόσα κανάλια που έχω υπό την κατοχή μου,
μήπως δεν πρόκειται ποτέ να αναλάβω δημόσιο έργο...;
Ετικέτες
βίντεο μετά μουσικής μου,
η μουσική μου
Τρίτη, Νοεμβρίου 13, 2007
HEROES στα ελληνικά
Σας εκτρέπω προς νέον ενδιαφέρον ιστολόγιον, του φιλτάτου μου Hamarn Papeerte.
Εκεί θα παρακολουθήσετε από κοντά την ελληνική εκδοχή της σειράς HEROES.
Εκεί θα παρακολουθήσετε από κοντά την ελληνική εκδοχή της σειράς HEROES.
Κυριακή, Νοεμβρίου 11, 2007
ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΑΓΟΡΑ, εν συντομία και άνευ όρων (δυσκόλων)
(ήτοι περί ελαίων, βουτύρων και λ[ο]ιπών υλικών)
Με αφορμή το βλέμμα που είδε και σχολίασε.
Θα πω κι εγώ τα δικά μου.
Κοστολογήστε, όμως προηγουμένως να σας πω ότι το έχω βαρεθεί αυτό το παράδειγμα:
Ιδού σοι, και ταξινόμησις, τεθνεώτων σώματι καλλιτεχνών:
Α) Καλλιτέχνες που έζησαν και πέθαναν φτωχοί και έγιναν μετά θάνατον διάσημοι και πλούτισαν και τους εμπόρους των.
Β) Καλλιτέχνες που έζησαν και πέθαναν φτωχοί και έμειναν άσημοι, χωρίς απαραίτητα αυτό να σημαίνει ότι κάποιοι έμποροι δεν μπορούν να πλουτίσουν από το έργο τους, αν το προσπαθήσουν.
Γ) Καλλιτέχνες που έζησαν και πέθαναν πλούσιοι και έκαναν πλούσιους και τους εμπόρους των.
Δ) Καλλιτέχνες που έκαναν πλούσιους τους εμπόρους των, έγιναν πλούσιοι και οι ίδιοι επ’ ολίγον και μετά τα φάγανε:
Και τώρα ας πάμε στα έργα τέχνης:
Αυτά τα ίδια αν το καλοεξετάσεις δεν αξίζουν τίποτα. Η χρηματική αξία ενός έργου είναι αποτέλεσμα συνεννόησης εμπορικής. Δεν υπάρχει έργο τέχνης που να σου λέει πόσο αξίζει. Εκτός κι αν είναι φτιαγμένο από διαμάντια**. Και εδώ θυμάμαι τον Αυλωνίτη σε έκθεση ζωγραφικής να απορεί: «Τόσα λεφτά, βρε παιδί μου, για λάδια. Να ήτανε τουλάχιστον βούτυρα».
Να τα πουλούν και να τα έχουν και να τα χαίρονται. Εγώ να τα φτιάχνω.
-------------------------------------------------
**το μήνυμα του συγκεκριμένου έργου είναι: "όπως καταλαβαίνετε, αξίζει"
Με αφορμή το βλέμμα που είδε και σχολίασε.
Θα πω κι εγώ τα δικά μου.
Κοστολογήστε, όμως προηγουμένως να σας πω ότι το έχω βαρεθεί αυτό το παράδειγμα:
Ιδού σοι, και ταξινόμησις, τεθνεώτων σώματι καλλιτεχνών:
Α) Καλλιτέχνες που έζησαν και πέθαναν φτωχοί και έγιναν μετά θάνατον διάσημοι και πλούτισαν και τους εμπόρους των.
Β) Καλλιτέχνες που έζησαν και πέθαναν φτωχοί και έμειναν άσημοι, χωρίς απαραίτητα αυτό να σημαίνει ότι κάποιοι έμποροι δεν μπορούν να πλουτίσουν από το έργο τους, αν το προσπαθήσουν.
Γ) Καλλιτέχνες που έζησαν και πέθαναν πλούσιοι και έκαναν πλούσιους και τους εμπόρους των.
Δ) Καλλιτέχνες που έκαναν πλούσιους τους εμπόρους των, έγιναν πλούσιοι και οι ίδιοι επ’ ολίγον και μετά τα φάγανε:
- α) στα χαρτιά
- β) στα ζάρια
- γ) στον ιππόδρομο
- δ) στο αλκοόλ
- ε) σε άλλο χρηματοβόρο και καταστοφικό
- στ) σε μερικά ή και σε όλα τα ανωτέρω
Και τώρα ας πάμε στα έργα τέχνης:
Αυτά τα ίδια αν το καλοεξετάσεις δεν αξίζουν τίποτα. Η χρηματική αξία ενός έργου είναι αποτέλεσμα συνεννόησης εμπορικής. Δεν υπάρχει έργο τέχνης που να σου λέει πόσο αξίζει. Εκτός κι αν είναι φτιαγμένο από διαμάντια**. Και εδώ θυμάμαι τον Αυλωνίτη σε έκθεση ζωγραφικής να απορεί: «Τόσα λεφτά, βρε παιδί μου, για λάδια. Να ήτανε τουλάχιστον βούτυρα».
Να τα πουλούν και να τα έχουν και να τα χαίρονται. Εγώ να τα φτιάχνω.
-------------------------------------------------
**το μήνυμα του συγκεκριμένου έργου είναι: "όπως καταλαβαίνετε, αξίζει"
Τρίτη, Νοεμβρίου 06, 2007
Μια συναυλία που θα χάσω...
Από καιρό ήθελα να πάω στη συναυλία αυτή. Ο δαίμων ενήργησε και πρέπει να παρευρεθώ σε επαγγελματική υποχρέωση. Εσείς μην τη χάσετε. Για όσους βαριούνται να κλικάρουν στο link (το ξαναβάζω) "αυτή" , τους δελεάζω:
o Μηνάς Αλεξιάδης (πιάνο) και η Γιούλα Μιχαήλ (μέτζο) θα παρουσιάσουν τραγούδια Jazz από θεατρικές παραστάσεις. Στην Ελληνοαμερικάνική Ένωση, Μασσαλίας 22, Αθήνα, στις 7 Νοέμβρη Τετάρτη, στις 7.00 μ.μ.
Να πάτε και να χειροκροτήσετε και για μένα.
o Μηνάς Αλεξιάδης (πιάνο) και η Γιούλα Μιχαήλ (μέτζο) θα παρουσιάσουν τραγούδια Jazz από θεατρικές παραστάσεις. Στην Ελληνοαμερικάνική Ένωση, Μασσαλίας 22, Αθήνα, στις 7 Νοέμβρη Τετάρτη, στις 7.00 μ.μ.
Να πάτε και να χειροκροτήσετε και για μένα.
Ετικέτες
συμβαίνοντα και μετά ... συμβάντα
Παρασκευή, Νοεμβρίου 02, 2007
μηρυκασμοί
έχοντας απωλέσει το τετραδιάκη του προηγουμένου ποστ και με την μνήμη δυναμένη να παράγει μόνον νοσταλγία, αναπαράγοντας το κλίμα, συνθέτω ανάλογα στιχουργήματα εικοσαετής (1979). Ιδού, από μνήμης :
Η ΚΑΣΤΡΟΤΑΦΗ ΤΩΝ ΡΑΨΨΩΝ
Ενενήντα και πλέον αρκούδες
Μες στην Πόλη εκάνανε σούζες
Με λαμπρά μουσταρδί μηχανάκια
Και κορόιδευαν τ' άσπρα σκυλιά,
Που γυρνούσανε μες στα σοκάκια
Και πουλούσαν κιλίμια-χαλιά.
ΠΡΟΣΚΥΝΙΟΝ
Η κότα η ξετσίπωτη η Μπορντώ
Εφόρεσ' ένα φόρεμα κοντό
Και έπηξε στην κουτσουλιά
Την εκκλησία τ' Άη Λιά.
ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ
Σαρανταπέντε κάστορες κι εξήντα παπαγάλοι
Ολημερίς πηδιόντουσαν, το βράδυ παίζαν τάβλι.
ενδιαμέσως ενθυμούμαι άλλο ένα από το τετραδιάκη:
ΒΕΝΘΟΣ
Μπες στο εμπριμέ τσαρδί
Κι αν δεις κανέναν κλέφτη,
Βοήθεια τρέχα γύρευε
Απ' τον λαδί καθρέφτη.
προσθέτω μερικά του αδερφού μου Νούλη, δεκαετούς το '76:
Η ΜΠΟΤΑ
Η μπότα η βρεττανική
Δεν είνα σαν τις άλλες,
Είναι περήφανη λαμπρή
Κι ας είναι απ' τις άλλες.
Ο ΣΟΥΓΙΑΣ
Ο σουγιάς δεν είναι ' κείνος
Που του λείπουν τα μαχαίρια
Τα ψαλίδια, τα νυστέρια
Και του μπογιατζή ο κόπανος.
Επιστεγάζω δε, με πρόσφατον εμπείρου μεσοκόπου παρήχημα, χάριν του οκταετούς ανεψιού του :
ΕΙΣ ΕΑΥΤΌΝ ΣΩΤΗΡΊΑ ΠΊΣΤΙΣ
Αν σου επιτεθεί ληστής,
Κύττα μην απελπιστής.
Μη φωνάξεις "Ωπ ληστής"
Μόνον τρέξε να οπλιστείς:
-Πίσω ληστή άπλυστε,
Τράβα πλύσου, άπλητε.
μπόνους, ένα του κουμπάρου μου, συμμαθητού μου πάλαι επίσης, θρυλικόν εν παρέαις:
ΘΥΡΙΩΝ
Είμαι δομάζος με ψυχή,
Με μάτι κορακάτο
Δουλεύω νύχτα, βράδυ, ή πρωί
Και βγάζω μεροκάματο.
Η ΚΑΣΤΡΟΤΑΦΗ ΤΩΝ ΡΑΨΨΩΝ
Ενενήντα και πλέον αρκούδες
Μες στην Πόλη εκάνανε σούζες
Με λαμπρά μουσταρδί μηχανάκια
Και κορόιδευαν τ' άσπρα σκυλιά,
Που γυρνούσανε μες στα σοκάκια
Και πουλούσαν κιλίμια-χαλιά.
ΠΡΟΣΚΥΝΙΟΝ
Η κότα η ξετσίπωτη η Μπορντώ
Εφόρεσ' ένα φόρεμα κοντό
Και έπηξε στην κουτσουλιά
Την εκκλησία τ' Άη Λιά.
ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ
Σαρανταπέντε κάστορες κι εξήντα παπαγάλοι
Ολημερίς πηδιόντουσαν, το βράδυ παίζαν τάβλι.
ενδιαμέσως ενθυμούμαι άλλο ένα από το τετραδιάκη:
ΒΕΝΘΟΣ
Μπες στο εμπριμέ τσαρδί
Κι αν δεις κανέναν κλέφτη,
Βοήθεια τρέχα γύρευε
Απ' τον λαδί καθρέφτη.
προσθέτω μερικά του αδερφού μου Νούλη, δεκαετούς το '76:
Η ΜΠΟΤΑ
Η μπότα η βρεττανική
Δεν είνα σαν τις άλλες,
Είναι περήφανη λαμπρή
Κι ας είναι απ' τις άλλες.
Ο ΣΟΥΓΙΑΣ
Ο σουγιάς δεν είναι ' κείνος
Που του λείπουν τα μαχαίρια
Τα ψαλίδια, τα νυστέρια
Και του μπογιατζή ο κόπανος.
Επιστεγάζω δε, με πρόσφατον εμπείρου μεσοκόπου παρήχημα, χάριν του οκταετούς ανεψιού του :
ΕΙΣ ΕΑΥΤΌΝ ΣΩΤΗΡΊΑ ΠΊΣΤΙΣ
Αν σου επιτεθεί ληστής,
Κύττα μην απελπιστής.
Μη φωνάξεις "Ωπ ληστής"
Μόνον τρέξε να οπλιστείς:
-Πίσω ληστή άπλυστε,
Τράβα πλύσου, άπλητε.
μπόνους, ένα του κουμπάρου μου, συμμαθητού μου πάλαι επίσης, θρυλικόν εν παρέαις:
ΘΥΡΙΩΝ
Είμαι δομάζος με ψυχή,
Με μάτι κορακάτο
Δουλεύω νύχτα, βράδυ, ή πρωί
Και βγάζω μεροκάματο.
Ετικέτες
Αρτέμης Κουκουζέλης,
αφιερώσεις,
παιδικές αναμνήσεις
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)
-
τίς δὲ βίος; κουκουζέλη ι τίς δὲ βίος, τί δὲ τερπνὸν ἄτερ χρυσῆς Ἀφροδίτης; τεθναίην, ὅτε μοι μηκέτι ταῦτα μέλοι, κρυπταδίη φιλότης ...
-
Από πού φαίνεται ο σεφ; Από το πώς φτιάχνει τα μακαρόνια. Ένα σύνηθες πρόβλημα με τις μακαρονάδες είναι ότι όλοι δίνουν συνταγή για σάλτσε...
-
CD δώρο ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΕΛΑΚΗΣ Άλλοτες όταν εκούρσευαν Ανασυνθέσεις κοσμικής μεταβυζαντινής μουσικής 16ου και 17ου αιώνα από αγιορεί...
-
Ξεκίνησα με αυτό εδώ, χωρίς περαιτέρω προθέσεις. Πρόκειται για ένα (υστερο-) υπερλεξιστικό ποιηματάκι, των φοιτητικών μου χρόνων, μάλλον το...
-
O Rob και ο Οt χτύπησαν την πόρτα κατά τις 4.30 τα ξημερώματα. Δεν έδειχναν καθόλου κουρασμένοι απ' το ταξίδι. Μονοζυγωτικοί δίδυμο...
-
Ένα κοντσέρτο. Για άρπα. Και έγχορδα. Γιατί μόνον έγχορδα; Αυτοπεριορισμός ή μήπως μια δολίως υποκρυπτόμενη φιλοδοξία –σιγά τον δόλο δηλ...
-
Συνταγή μουσικής σούπας Υλικά: λούπες: ήτοι, έτοιμες ηχογραφημένες φρασούλες, με δυνατότητα αυτοανακύκλωσης και μεταξύ των συρραφής,...
-
Περνάω αρκετό χρόνο, τον περισσότερο ίσως της καθημερινότητάς μου, στο ψηφιακό μου εργαστήρι. Ψηφιοστάσιο θα το έλεγα, γιατί αν έπρεπ...
-
Χρόνια Πολλά. Δώρο κασέτα... με ένα κλικ την ακούτε στο YouTube ή την κατεβάζετε με κλικ εδώ ΚΑΛΑΝΤΑ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟΥ ...
-
Η μουσικοπαιδαγωγική είναι μια διδακτική επιστήμη, ή μάλλον μια επιστήμη της μουσικής διδακτικής, που στόχον έχει να προσηλυτίσει τα "...