Τετάρτη, Δεκεμβρίου 21, 2005

ΠΑΜΕ ΣΤΟΙΧΗΜΑ;;;;;

Συγκινητική συνάντηση. Δέκα μέτρα από την εξώπορτα του πατρικού μου. Εγώ φορτωμένος με κάτι σακούλες και παραμάσχαλα το τσαντάκι με τις πίπες. Αυτός, ένας μεσόκοπος, ψηλός, με ένα συμμετρικών χαρακτηριστικών πρόσωπο, οι ρυτίδες ομοιόμορφα κατανεμημένες, στις παραμονές μιας οριστικής κατίσχυσης, όμως το μαλλί ακόμα κορακίσιο. Ελαφρώς μελαχροινός. Επιδιόρθωνε τους υαλοκαθαριστήρες του αμαξιού του, καθώς με κάρφωσε με το βλέμμα του. Το αποτράβηξε αμέσως. Γιατί σχεδόν ενοχλήθηκα από την ένταση του και το ένιωσε. Όμως δεν έμοιαζε κακόβουλο το βλέμμα, σκέφτηκα, και καθώς ολοκληρωνόταν η διατύπωση αυτής της σκέψης, ένιωσα να απειλούμαι. Το βλέμμα, αυτό το βλέμμα το ινδιάνικο, ξανά με κέντριζε σαν βέλος. Το σώμα μου πήρε στάση αμυντική. Μια στάση που ωστόσο , δεν πήγαζε από μια προσωπική διαχείριση του φόβου μου. Ήταν σαν αυτό το βλέμμα να με διαχειριζόταν…… και μάλιστα με ένα τρόπο που μου ήταν γνωστός στα κατάβαθα των αναμνήσεών μου…. πόσες φορές…..
-Γεράσιμε, με πρόλαβε.
-Γιάννη;;;;;;;;
Ο Γιάννης με την μαγική τη ντρίπλα.
Ποτέ δεν είχα καταφέρει να τον κόψω. Ίσως, άντε, μια ή δυο φορές, μα ξανακέρδιζε τη μπάλλα και εν τέλει με ντριπλάριζε. Όμως, όποιος έκοβε τον Γιάννη, έστω κι αν μετά ξανάχανε τη μπάλλα, όταν το βράδυ θα έκανε απολογισμό της μέρας του, θα ‘χε να πει: έκοψα τον Γιάννη.
Παντρεύτηκε μικρός, έφυγε για την πατρίδα του, τα Κουφονήσια, έκανε τέσσερα παιδιά, χαθήκαμε για σχεδόν 30 χρόνια.
Η φάτσα του, όταν είμαστε μικροί, θυμάμαι μου έφερνε στον Τόντο. Τον καλό Ινδιάνο, τον σύντροφο του Λόου Ρέιντζερ. Κάθε Τρίτη 5.30 στην ΥΕΝΕΔ. Και λέω καλό, διότι τους Ινδιάνους, ως επί το πλείστον, τους εμπεδώναμε μέσω των γουέστερν ως κακούς. Ακόμα και η λέξη «ιθαγενείς» λόγω κινηματογραφικών συμφραζομένων σήμαινε «απολίτιστοι, εξ ορισμού εχθροί εξαφανιστέοι, πανούργοι αλλά με βέλη, ενώ εμείς οι εξελιγμένοι καλοί λευκοί εκ δυτικής Ευρώπης έχουμε σφαίρες». Μεγάλη εντύπωση μου είχε κάνει σε μια ταινία ένα πρωτόλειο πολυβόλο που είχε στην κατοχή του το ιππικό και θέρισε «χιλιάδες κομπάρσοι».
Δεν ξέρω πως και γιατί, αλλά σε μία καμπή της προσωπικότητάς μου γύρω στα 13, αγόρασα στρατιωτάκια AIRFIX, ένα πακετάκι ινδιάνους και ένα πακετάκι καουμπόηδες. Στις μάχες που ακολούθησαν οι ινδιάνοι νικούσαν πάντα κατά κράτος.

-Ήμουνα στην προπόνηση, Γεράσιμε. Υπάρχει αισιοδοξία για αύριο.

Ένας ακόμη λόγος που ο Γιάννης μου ήταν αγαπητός: Εθνικάκιας κι αυτός, σαν κι εμένα. Καλά εγώ, όμως αυτός με τέτοια ντρίπλα εδικαιούτο να είναι ένας ματαιόδοξος Ολυμπιακός. Όμως, ως γνήσιο ταλέντο, είχε από μόνος του διαλέξει το κουσούρι του.

Οι ινδιάνοι, στην παρακμή τους, όταν πια οι μεγάλες μάχες χάνονταν η μια μετά την άλλη, κατέφυγαν στην μυθοπλασία. Μετά από κάθε χαμένη μάχη, μαζεύονταν και αφηγούνταν προσωπικές ανδραγαθίες οι οποίες πανηγυρίζονταν ως σημαντικότερα συμβάντα από την …..επουσιώδη τελική έκβαση της μάχης. Η μάχη γι αυτούς είχε κερδιθεί, όχι εκ του τελικού αποτελέσματος, αλλά στο 37’ στο 49’ και στο 56’, εκεί όπου ο Χατζηιωάνογλου ντριπλάρισε τον Γκαϊτατζή και ο Γκαϊτατζής έτρεχε ξοπίσω του και δεν τον προλάβαινε, γιατί ο Χατζηιωάνογλου δικαίως ωνομάσθη Τσαφ και αν δεν έπαιζε στον Εθνικό, αλλά στον Ολυμπιακό θα ήταν μόνιμος παίκτης της Εθνικής Ελλάδος.

Εξ όλων αυτών συνάγεται ότι αύριον-σήμερον Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2005, ο Εθνικός Πειραιώς όπου σημειωτέον νυν αγωνίζεται στην Γ΄ Εθνική, στον αγώνα κυπέλλου με την ΑΕΚ, με τον Α΄ ή Β΄ τρόπο θα επικρατήσει.





Τρίτη, Δεκεμβρίου 20, 2005

Αι ωδίνες του χειμώνος άνοιξις

'Εστησεν ο 'Ερωτας χορό
με τον ξανθόν Απρίλη
και τρωγόπιναν οι φίλοι
τσιριτρί τσιριτρό

Διονύσιος Παπαντωνίου (κατά κόσμον Ζαχαρίας Σολωμός)

Καλές γιορτές............

Σάββατο, Δεκεμβρίου 03, 2005

Αραία-αραία

Το 'λεγε συχνά ο παππούς μου. Για περιπτώσεις που πρέπει να φανείς επαρκής, ενώ δεν είσαι:
-Αραία-αραία, να φαινόμαστε καμμιά σαρανταρέα.
(Η δωρική διάλεκτος επιβιώνει, διατηρώντας την ηχητική της μέσω αυτών των τάχα ασυναίρετων τύπων).
Μανιάτης ο παππούς μου, το 'χω ξαναγράψει. Έφυγε 13 χρονώ, από τα Παγγιά για να φτιάξει την τύχη του. Έμενε στα μανιάτικα, σε μιά τρώγλη με πάτωμα χώμα. Πήγε στον Προμηθέα να σπουδάσει μηχανικός. Επιβίωνε, φτιάχνοντας μηχανολογικά σχέδια για τους εύρρωστους οικονομικά συμμαθητές του, έναντι μικράς αμοιβής, σε χρήμα ή είδος, δηλαδή τρόφιμα. Έγινε υπομηχανικός, διετέλεσε μόνιμος κελευστής στο Ναυτικό, υπηρέτησε στον Αβέρωφ, μετά εν μέσω κατοχής, πήγε στη ΔΕΗ. Από κει πήρε σύνταξη. Εν τω μεταξύ, είχε προικίσει 4 αδελφές, πράγμα σπάνιο για μανιάτη, γιατί στη Μάνη οι γυναίκες δεν παίρναν προίκα. Παροιμιώδες είναι το εξής σχετικό τηλεγράφημα:
ΑΔΕΛΦΕ ΜΟΥ ΠΑΝΟ>ΣΟΥ ΣΤΕΛΝΩ ΠΛΑΚΕΣ ΣΑΠΟΥΝΙ ΔΥΟ> ΝΑ ΠΑΝΤΡΕΨΕΙΣ ΤΗΝ ΑΔΕΡΦΗ ΜΑΣ>ΚΑΙ ΝΑ ΜΟΥ ΣΤΕΙΛΕΙΣ ΤΑ ΡΕΣΤΑ>
Ο αποστολέας ήταν ο ξενητεμένος αδερφός. Πιάτα στην Αμερική. Ο άλλος αδερφός, είχε μείνει στη Μάνη. Όταν ήρθε η ώρα να παντρευτεί η αδερφή τους, ο έν Μάνη αδερφός σκεφτηκε πονηρά. Σου λέει, ας γυρέψω βοήθεια από τον αδερφό μου, τάχα για το γάμο και αφού προίκα δεν δίνουμε έτσι κι αλλιώς, ό,τι στείλει το κρατάω και ουδείς παραπονούμενος.
Αλλά το μανιάτικο το αίμα, στην ξενητιά βράζει πιο πολύ απ' ότι στη Μάνη. Ο ξενητεμένος, μπορεί στην Αμερική να πήγε σε γαμήλιες δεξιώσεις, σε μπάρτσελορ, μάρτυρας σε προικοσύμφωνα, σε προγαμιαία συμβόλαια, αλλά.... τα ήθη και τα έθιμα του τόπου του δεν τα ξέχασε, παρ' όλες τις προσδοκίες του αδερφού του.

Ήτανε λοιπόν καμμιά δεκαπενταριά. Έπρεπε να βαδίσουνε μέσα σε περιοχή εχτρών. Ο φόβος τους έκανε να περπατούν ό ένας κοντά στον άλλο. Ο αρχηγός, σοφά, τους πρόσταξε:
"Αραία-αραία, να φαινόμαστε καμμιά σαρανταρέα".
Όταν φοβάσαι, η μόνη άμεση άμυνα είναι να προξενήσεις το όποιο δέος μπορείς.

Σήμερα πάνε 99 χρόνια από τη γέννηση του παππού μου. Προτίμησε να φύγει στα 81.

ΥΓ
Στη Μάνη η πατρική περιουσία μεταβιβάζεται από άρρενα σε άρρενα. Αν δεν υπάρχει γυιός, η περιουσία πάει στο γυιό του πλησιέστερου συγγενή. Εξ ού και οι γυναίκες δεν παίρνουν προίκα. Ίσως να πάρουν χρήμα, αν η οικογένεια είναι πολύ εύπορη, αλλά όχι γη. Επίσης μπορεί να πάρουν ως προίκα μέρος της πατρικής ελαιοπαραγωγής επί ένα προκαθορισμένο χρονικό διάστημα, π.χ. 10 χρόνια. Η μόνη περιουσία των γυναικών, που μεταβιβάζεται από μάνα σε κόρη, είναι οι αλυκές. Για να έχουν το αλάτι τους να μαγειρεύουν.
Παλιά αυτά.....

Σημειώνω ότι όλα τα ανωτέρω προσπαθούν να εξηγήσουν εύσχημα το γιατί γράφω αραιά και που.

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)