Παρασκευή, Απριλίου 27, 2007

3 μαθήματα, από ένα διάλογο μέσω comments

Παραθέτω το κείμενο των 3 comments στο ΄κείμενό μου "Αποσιωπημένοι". Είναι με τον προσωπικό τρόπο του καθενός, "από καρδιάς" και διαφωτίζουν πολλές πτυχές του θέματος.

1. από dsyk

"Δίκαια" ο Μπαχ δεν αναγνωρίστηκε στην εποχή του. Δεν αναγνωρίστηκε βέβαια από το ευρύ κοινό (με ότι σημαίνει αυτό για το 18ο αι.). Ένας στενός κύκλος επαϊόντων, συγχρόνων (Kirnberger π.χ) αλλά και μεταγενέστερων (βλ. Beethoven, Mozart κ.α) γνώριζε πολύ καλά και εκτιμούσε βαθύτατα το έργο του. Τα "48" κυκλοφορούσαν κατά την περίοδο του κλασικισμού και για να αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα, ο Beethoven τα είχε μελετήσει εμβριθώς (ακούστε το εισαγωγικό μέρος της μεγάλης φούγκας της Hammerklavier, op.106). Για να εξηγήσω το "δίκαια" θα παραθέσω ένα πολυχρησιμοποιημένο παράδειγμα: Φανταστείτε τη μουσική σαν παγόβουνο: το 25% έξω από το νερό, το 75% μέσα στο νερό. Στην πρώτη ακρόαση ενός έργου, αλλά και σε πολλαπλές ακροάσεις για τον μη επαίοντα ακροατή, στέκεται κανείς στο εύκολα και άμεσα ακροάσιμο 25%. Το υπόλοιπο 75% αναμένει τον φιλόπονο και γιατί όχι ταλαντούχο αναλυτή για να το ανακαλύψει και να αποκαλύψει την κρυφή ομορφιά του (εδώ θυμηθείτε το σχετικό απόσπασμα του Ηράκλειτου). Αλλά και πάλι αυτό το 75%, σε ένα έργο πολυδιάστατο, βαθύτατο, πολυσήμαντο, σε ένα έργο σταθμό στην πολιτιστική και εν γένει πνευματική ιστορία της Ευρώπης και όχι μόνο (πόσο θα ήθελα να γράψω της διαγαλαξιακής χωρίς να μειδιάσετε), σαν το έργο του Μπαχ για το οποίο συζητάμε, δεν μπορεί να εξαντληθεί σε μια γενιά, ούτε σε δύο, ούτε 250 χρόνια μετά. Σε πολλά έργα του Μπαχ τώρα, όπως για παράδειγμα στις περισπούδαστες φούγκες του, ακόμη και κι αυτό το 25% "επιφανείας" λείπει. Πώς να εκτιμήσει ο ανυποψίαστος ακροατής ένα stretto σε αναστροφή και μεγέθυνση; Δεν θα το εκτιμήσει και θα στραφεί στον Teleman ή στον D. Scarlatti (ο τελευταίος μεγάλος τεχνήτης του 25% στις 500 και πλέον σονάτες του).
Ένας δεύτερος λόγος της "αποσιώπησης" της μουσικής του Μπαχ είναι ότι το μουσικό ύφος ακόμη κι ενόσω ζούσε είχε αλλάξει. Ο Schoenberg στην αυστηρή του περίοδο απαγόρευε τη συνήχηση της 8βας για να αποφύγει κάθε αναφορά στην τονικότητα. Όταν αναζητάς το ριζικά καινούριο (βλ. Ξενάκης) ρίχνεις κάθε γέφυρα που σε συνδέει με το παρελθόν. Ο Καρλ είναι σπουδαιότατος για πολλούς λόγους αλλά και για τούτον: ενώ θα μπορούσε να είχε συνθλιβεί από το βάρος της πατρικής κληρονομιάς (ο Καρλ ήξερε πολύ καλά ποιος ήταν ο πατέρας του), όχι μόνο στέκεται στα πόδια του, αλλά γράφει και μια εξαιρετικά προτότυπη μουσική, δεν θα ήταν υπερβολή να του αποδώσουμε τον τίτλο του πρώτου μεγάλου καλσικού και στα δικά μου αυτιά, η μουσική του ηχεί πολύ κοντά στο σημερινό μεταμοντέρνο. Ίσως αυτό να δίχνει και πόσο σπουδαίος δάσκαλος ήταν ο πατέρας του.
Μην ξεχνάμε επίσης ότι η πρακτική του να παίζουμε παλιά μουσική είναι σχετικά πρόσφατη. Ο Brahms έχασε τη θέση του ως μαέστρος χορωδίας στη Βιέννη επειδή είχε την "αλλόκοτη" συνήθεια να παίζει κάποιον ονόματι Palestrina.
Τελειώνοντας θα ήθελα να αποφύγω μια παρεξήγηση. Μίλησα για επαΐοντες και απλούς ακροατές. Δεν υπάρχει τίποτε το "διανοητικά" ρατσιστικό σε αυτό. Είναι ένα ανοικτό θέμα το αν μπορεί ο μη εκπαιδευμένος μουσικά ακροατής να διεισδύσει στο 75% του παγόβουνου. Είναι ένα μεγάλο θέμα άξιο συζήτησης, αλλά ξένο προς τους "αποσιωπημένους".
Soli Deo Gratias, όπως θα τελείωνε και ο Διδάσκαλος.
2. νικος σ.
Σπουδαία αυτά για τον Βάχ υποθέτω δηλαδής και μουσικός δεν είμαι. Αλλά πολύ βαρετός. Γεννήθηκα σε ένα νησί του Αιγαίου, άνυδρο, να μας βαράει ο ήλιος κατακούτελα, πήγα δημοτικό, γυμνάσιο, ερωτεύθηκα και ξερωτεύθηκα, έφυγα, γύρισα, άναψα κεριά, έθαψα συγγενείς και ποτέ δεν βρήκα κάτι στο νησί μου και στο νησί μέσα μου ν΄ αναλογεί με Βαχ, Βυθούλκα και Μοτσάρδο, ούτε φωνή ούτε κίνηση ούτε αίσθημα ούτε κύμα ούτε φως ούτε τζιτζίκι. Τους θαυμάζω εξ αποστάσεως για την οργάνωσή τους και τίποτα άλλο. Δεν μου μιλάνε, δεν μας μιλάνε.Τυχαίο δεν είναι που τους βάζουμε στο κρατικό πένθος μονάχα.

3. ανώνυμος
Νίκο Σ., ποιους θαυμάζεις εξ αποστάσεως για την οργάνωσή τους, τους συνθέτες, ή τις φωνές, τις κινήσεις, τα αισθήματα, τα κύματα, το φως, τα τζιτζίκια;Ξέρεις βέβαια πως το σχόλιό σου δεν είναι ασαφές, όπως το ξέρω κι εγώ.Έκανα την παραπάνω ερώτηση απλά για να δημιουργήσω την εντύπωση που συνδέει τα μεν με τα δε.Ποιοι τους βάζουμε μονάχα στο κρατικό πένθος, επίτηδες;Να μου επιτρέψεις να σου επισημάνω το ότι καθείς (ευτυχώς για όλους και καθέναν μας) βρίσκει διαφορετικά πράγματα στο νησί, στο νησί μέσα του, καθώς και στη μουσική του καθενός."Το μέτρο των πάντων είναι ο άνθρωπος", λένε στο νησί μου.Και "τόσες αλήθειες υπάρχουν, όσοι και άνθρωποι".Άλλοτε και για άλλους σπουδαία, άλλοτε και για άλλους βαρετά τα πράγματα, τίποτα άλλο από μη εποικοδομητική κριτική έχουμε να κάνουμε;Γράψε μας για το νησί σου και για το νησί μέσα σου.Γράψε μας για τον ήλιο που βαράει κατακούτελα, για το σχολείο σου, για τον έρωτά σου, για το χαμό του. Για το φευγιό και το γυρισμό. Για το θάνατο και τον αποχαιρετισμό. Το κύμα, το τζιτζίκι, τη φωνή, την κίνηση, το φως.Γράψε για το τι σου ή σας/μας μιλάει.Όλα αυτά θα μπορούσαν να είναι ενδιαφέροντα.Το παράκανα στο βήμα που μου έδωσε άλλος.Αν επιθυμεί αυτός ο άλλος, ο Γεράσιμος, μπορεί να διαγράψει το σχόλιο. Εγώ δε θα μπορώ από τη στιγμή που θα το κάνω.

ΑΥΓΑ......ΜΕΛΑΤΑ

Κάποιοι που ήθελαν να τύχουν μεριδίου της αίγλης του Πλάτωνα, του Θουκυδίδη, των συγγραφέων εν γένει, γράφανε τα σχολιάκια τους στις ώες (στα περιθώρια των χειρογράφων). Δεν ξέρετε τι κουφάλες είναι.
Να μην σέβεστε το περιθώριο. Να μην αγαπάτε το περιθώριο. Τουλάχιστον να μην το σέβεστε και να μην το αγαπάτε περισσότερο από το κυρίως κείμενο της σελίδας. Σας διαβεβαιώ δεν έχει περισσότερα ηθικά προσόντα. Ούτε περισσότερα να πει (γνωστικώς και αισθητικώς).
Οι λάτρεις του περιθωρίου, όπως άλλωστε και οι λάτρεις των κυρίως κειμένων των σελίδων, είναι δύο ειδών. Δυνάμει. Αναγνώσται και συγγραφείς. Ας αναλογιστούμε όμως – για να μην τρώμε την ώρα μας - ότι αυτοί που κατέθεταν τα γραμματάκια τους στις ώες των σελίδων, όταν αυτά ήταν ακόμα χειρόγραφα, ήταν απλώς γραφείς. Και απλώς η τυπογραφία ευνόησε κάποιους από αυτούς τους γραφείς να εκδίδονται παριστάνοντας τους συγγραφείς. Ανώνυμοι. Τάχα μου ταπεινοί. («για να προσφέρουμε στην κατανόηση του νοήματος το γράφουμε αυτό που γράφουμε»). Πρώτα, έλκουν τον οίκτο σας και κατόπιν… τον θαυμασμό σας. Οι άνθρωποι αγαπούν τους μετριόφρονες. Διότι οι μετριόφρονες στην αρχή προσποιούνται τους εραστές της ανωνυμίας. Κατόπιν τους κάπως επωνύμους του περιθωρίου. Κατόπιν τους αδίκως περιθωριοποιημένους. Ύστερα τους διασήμως γνωστούς περιθωριακούς, ωστόσο εντίμως ακαταξίωτους. Επόμενο βήμα είναι το να γίνουν καταξιωμένοι έντιμοι περιθωριακοί. Και εδώ παρουσιάζεται η δυνατότης του μεγάλου άλματος. Να εκλάμψει το σχόλιον. Και να περιθωριοποιηθεί το κυρίως κείμενο. Αν δεν τα καταφέρουν θα πάρουν τον δρόμο της επιστροφής. Τον δρόμο που οδηγεί στην ανωνυμία. Θα γίνουν ξανά όπως όλοι οι άλλοι. Ανωνυμία ίσον –περίπου- ανυπαρξία. Αλλά αυτό το «περίπου» μας έχει φάει. Διότι αν το «περίπου» ήταν «εντελώς» θα υπήρχε ένα κίνητρο για ρίσκο. Για το «όλα για όλα». Όλοι αυτοί οι μετριόφρονες δεν είναι μόνοι τους. Είναι παρέα μεγάλη. Μετριόφρονες – μέτριοι- αλληλοϋποστηριζόμενοι. Πολύ κοντά στο «όλοι». Πολύ κοντά στο εμπεδωμένο «βάστα με να σε βαστώ». Ασεβείς. Δεν σέβονται την μέθοδο. Σέβονται μόνο την μέθοδό τους. Και όλοι μαζί φτάνουν σε αυτό που αποκαλούν και προτιμούν να λέν αποκαλείται «προσκήνιο», για να μην ακουστεί ως «προσκύνημα». Αποκαλείται άλλωστε. Δεν είναι αυτοί οι μόνοι που έτσι το αποκαλούν. Δεν φταίνε. Αποκαλείται.
Μην το πολυλογούμε.
Έτοιμοι είναι όλοι και ήδη προσκυνημένοι. Τάξε και θα δεις. Ξέρεις τι κουφάλες είμαστε;


Υ.Γ. Επειδή, εύκολα γίνονται περεξηγήσεις: Δεν αναφέρομαι στα σχόλια και τους σχολιαστές των μπλόγκς μας. Αναφέρομαι στα σχόλια που υποδύονται τις αυτοτελείς δημιουργίες.
Και συμπληρώνω εκ των υστέρων και αφού ήδη έχουν γραφτεί 6 comments. Το κείμενο θα γίνει πιο διαφωτιστικό, αν ξεπερνώντας την αναφορά στους συγγραφείς και τους σχολιαστές, επικεντρωθούμε σε αυτό που αυτοονομάζεται περιθώριο και .... καμαρώνει.

Τρίτη, Απριλίου 24, 2007

ΑΠOΣΙΩΠΗΜΕΝΟΙ


Άφησα τις μέρες να κυλήσουν, για να διαλέξω, όχι βιαστικά, τον "αποσιωπημένο" μου. Και να μιλήσω γι' αυτόν τον διαλεγμένο μου επαξίως. Να τον φέρω στον κόσμο των «γνωστών την σήμερον, πλην αδικημένων στην εποχή τους». Μοιραία, λοιπόν, ως αναλογία, πρώτα διέγραψε κύκλους και μετά θρονιάστηκε στις σκέψεις μου η περίπτωση του διασημοτέρου - μιλάω για το σινάφι μου - αποσιωπημένου όλων των εποχών. Του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Ο Γιόχαν με μία μέτρια καριέρα στην ακμή του - δεν έφτανε ούτε στο ένα εκατοστό την επιτυχία του Γκέοργκ (Φρηντριχ Χαίντελ) - στα γεράματά του ήτανε πια ξεχασμένος. Η εποχή της, φιλικότερης προς τον ακροατή, «μουσικής ομοφωνίας» είχε διαδεχτεί τις περίτεχνες δαιδαλώδεις μελωδικές πλοκές της αντίστιξής του, κι ο γυιος του, ο Καρλ Φίλιπ Εμμανουέλ ήταν πλέον ο Διάσημος, (ναι, εν ζωή υπήρξε πολύ πιο διάσημος από τον πατέρα του). Μετά Μότσαρτ, Μπετόβεν, ξεχάστηκε και ο Καρλ. Μετά οι ρομαντικοί.
Όπως έλεγε και ο φίλος μου, ο εντρυφέστατος περί την μουσικήν ιστορίαν Κωστούλης, «ο Γιόχαν έπαιζε στο 31ο χιλιόμετρο Αθηνών – Λαμίας και τον έφαγε η μαρμάγκα, όταν ο Χαίντελ έπαιζε στην Φαντασία. Και ο Καρλ πιο χάι έπαιζε στο Γυάλινο της Συγγρού, έκανε ένα καλό ονοματάκι».
Το περίεργο είναι ότι ο Γιόχαν έτρεφε μεγάλο θαυμασμό για τον Χαίντελ. Για να ακούσει μάλιστα μια συναυλία του ταξίδεψε επί έξι μέρες, και με άμαξα, αλλά και με τα πόδια. Ήθελε να γνωρίσει το μεγάλο όνομα της εποχής του και ίσως να αναμετρηθεί νοερά μαζί του και να αναλογισεί σε τι υπολείπεται από αυτόν τον Βασιλικό Συνθέτη αυτός ο απλός κάντορας μιας επαρχιακής πόλης του μουσικού κόσμου.
Και περνούν τα χρόνια κι οι καιροί…. Ο ρομαντικός συνθέτης και μαέστρος Μέντελσον αποφασίζει πως δεν πρέπει να γυρίζουμε την πλάτη στο παρελθόν. Αρχίζει να διευθύνει έργα παλιών, ξεχασμένων συνθετών, δεχόμενος επικρίσεις από το κοινό. Το κοινό, βλέπετε, ως την εποχή του ρομαντισμού, θεωρούσε σχεδόν απάτη την επανεκτέλεση ενός έργου, πόσο μάλλον ενός έργου ηλικίας ενός και πλέον αιώνος. Ο Μέντελσον επέβαλε τελικά τις απόψεις του και δίδαξε στο κοινό την αγάπη για τη μουσική του παρελθόντος. Ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπάχ έγινε σιγά–σιγά διάσημος και σήμερα αναγνωρίζεται ως ο Μουσικός, ενώ ο Χαίντελ ως ένας αξιοπρεπής εξάδελφος, κάτι σαν Παπαδιαμάντης - Μωραϊτίνης.
Η παλιά μουσική για καιρό συμπορεύεται με την σύγχρονη. Οι συνθέτες του παρελθόντος αποκτούν βαθμιαίως τόσους φαν, ώστε ως δυνάστες εξορίζουν τους συνθέτες του «εκάστοτε προσφάτου παρόντος», αφού προηγουμένως η μουσική επιμελώς διαχωρίζεται από την δισκογραφία σε «σοβαρά», «λαϊκή», και «ελαφρά» με το κοινό της «σοβαράς» να ακούει τους παλιούς, να αδιαφορεί για τους σύγχρονους και να χορεύει λαϊκά με ελαφρότητα. Πλην εξαιρέσεων.
Κι έτσι εκεί που ήμουν έτοιμος, λοιπόν, να μιλήσω για κάποιον δικό μου αποσιωπημένο, τζοχαδιάστηκα. Και μετά, να πω την αλήθεια, φοβήθηκα. Το να μιλάς για κάποιον «αποσιωπημένο» μπορεί να ισοδυναμεί με άνοιγμα του κουτιού της Πανδώρας. Αναλογίστηκα τα δεινά που μας προκάλεσε ο Μέντελσον, αλλά λίγο μετά τα είδα και ως προοπτική ίσως επωφελή, αν… Βρε, μπας; Και αποφάσισα να ασχοληθώ με την επιμελή προετοιμασία της δικής μου αφάνειας…..


Το κείμενο δημοσιεύεται και στο HOTEL MEMORY μαζί με άλλα κείμενα, άλλων μπλόγκερς, πάνω στο ίδιο θέμα.

Παρασκευή, Απριλίου 20, 2007

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ

Το μουσικό παρακράτος ξανακτυπά. Πόσο θα τους ανεχόμαστε; Μάθετε περισότερα για τις 15 μέρες χουλιγκανισμού που ακολουθούν ΕΔΩ (ή εκεί..... αν προτιμάτε).

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)