Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εις εαυτόν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εις εαυτόν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Μαΐου 09, 2021

Τζάμπα κόπος...

 

Σύνοψη αναφοράς δια προσωπικήν χρήσιν. (Για να μην το ξεχάσω, που λένε ...) 



"Για τις πιο πολλές δουλειές που μπορεί να κάνει κάποιος μετά τις σπουδές του όχι απλώς δεν είναι απαραίτητο το διδακτορικό αλλά είναι και κάτι το αρνητικό. Δε θα προσλάμβανα κάποιον με διδακτορικό αν μου έκανε αίτηση γιατί δείχνει ότι πιθανώς να είναι κάποιος άνθρωπος που δεν έχει απαραιτήτως όρεξη για δουλειά. Το διδακτορικό απαιτεί μία αφοσίωση αν θέλεις να το κάνεις καλά 4-5-6 χρόνια στην πιο παραγωγική σου ηλικία οπότε είναι κάτι που ουσιαστικά σου καθυστερεί την καριέρα σου." 

Και η δήλωση Αλ. Πατέλη (διδάκτορος Princeton) που ακολούθησε την παραπάνω δήλωση Αλ. Πατέλη (διδάκτορος Princeton): 

"Έχω διδακτορικό από το πανεπιστήμιο του Princeton. Δούλεψα σαν σκυλί για να το αποκτήσω και θαυμάζω άλλους που –σαν εμένα κάποτε–, ξημεροβραδιάζονται στη βιβλιοθήκη για να προκόψουν. Ζητώ συγγνώμη για την διατύπωσή μου σε συνέντευξη που παραχώρησα. Ήταν ατυχής και λάθος, ακόμα και για κάποιον που δεν είναι πολιτικός. Στην συζήτηση αναφερόμουν φυσικά σε συμβουλές για καριέρα στον τραπεζικό τομέα. Ως μάνατζερ παλαιότερα ήμουν υπεύθυνος για αρκετές προσλήψεις. Έχω ζήσει από κοντά τις διαδικασίες, και ξέρω πόσο δύσκολο είναι να ξεχωρίσει κανείς και να πείσει για τις ικανότητές του. Σε μερικές καριέρες –όπως αυτή του ακαδημαϊκού, του ερευνητή επιστήμονα, κοκ– το διδακτορικό είναι απαραίτητο. Σε άλλες δεν είναι προαπαιτούμενο. Συνιστά, όμως, αυτονοήτως μια σημαντική προσωπική κατάκτηση. Πιστεύω και σε αυτόν που δεν είχε ευκαιρίες. Και ναι, πρέπει να του δοθεί η δυνατότητα να αποδείξει τις ικανότητές του. Πολλοί μοχθούν. Και πρέπει να στηριχθούν. Χτίζουμε μια Ελλάδα στην οποία όλοι μπορούμε να πετύχουμε, στον τομέα που επιθυμεί ο καθένας, με βάση την εργατικότητα"


Τρίτη, Μαΐου 14, 2019

Μονοσκελές


Επί μισή ώρα μπροστά στο πληκτρολόγιο, που μετά από λίγο έγινε μία, αναζητούσε τη νέα του μανιέρα. Επόμενον, καθότι  τον ευκαιριακό μεταμεσονύκτιο συγγραφέα κειμένων-μεζέ για το ποτό του καραδοκεί η στόμωσις. «Να πάρω μια μποτίλια κρασί ή μήπως να πάρω ένα καλό ουίσκι, μιας και σήμερα πληρώθηκα και η κάρτα είναι γεμάτη;» το ίσως διόλου τυχαίως προηγηθέν δίλημμά του, μπροστά στο μικρό ράφι με τα ποτά του μάρκετ ΟΚ της γειτονιάς του που αμήχανα επισκέπτεται πριν την νυχτερινή του επιστροφή στο σπίτι, αγοράζοντας πότε ένα κουτί μπισκότα για να υπάρχει, πότε καπνό, παρότι έχει ακόμα καβάτζα, πράγματα δηλαδή που κάλλιστα μπορεί να τα συντάξει μαζί με τις συνολικές οικιακές προμήθειες, τις κατά κανόνα πραγματοποιούμενες κατά τις μεσημεριανές ώρες, εκεί που παραλλήλως με τα ψώνια  διασκεδάζει επιτρέποντας την σιωπηρή ανάδυση σημαντικότερων μονοσκελούς μορφής διλημμάτων, όπως «να βγω στη σύνταξη και να βρω την ησυχία μου;». Τέτοιου είδους τετριμμένα διλήμματα γεννούν τα σημαντικά: «Μήπως καλύτερο είναι ξανά να γράφω κείμενα σε πρώτο πρόσωπο, και μάλιστα να κυλιστώ στη νοσταλγία για το μολύβι και το χαρτί, κι ας τα διαβάζω μόνος μου;», κι εκεί είναι που ξεχνάει πάντα αυτό το ένα κάτι απ’ όλα που οπωσδήποτε πρέπει να αγοράσει, αυτό που πάντα έχει τον τρόπο να του διαφεύγει μεταξύ γιαουρτιών και μαγιονέζας … «Μήπως επιτέλους να αποφασίσει να γράφει αυτά που πρέπει να ψωνίσει σε ένα χαρτάκι, όπως κάνουν – ας το πάρει απόφαση – όλοι οι κάπως ηλικιωμένοι κύριοι;» Ναι, τα σημαντικά διλήμματα στερούνται δευτέρου σκέλους, διότι εμπεριέχουν την ενδόμυχη αναγκαίως προτιμητέα απάντηση.

Τρίτη, Ιουλίου 17, 2012

Ένα τελευταίο τσιπουράκι με τον κύριο Κλάββα

-Καλό... ήταν το θέμα σου.
- .........
-Θα πιεις ένα τελευταίο τσιπουράκι για το "καληνύχτα";
-Θα το πιω.
-.......
-.......
-Άντε εβίβα...
-Εβίβα.
-........
-........



-Δυνατούτσικο, ε;
-Δάσκαλε.... πολύ καλό!  
-......
-......


Ο συνθέτης, μαέστρος και δάσκαλος Κώστας Κλάββας έφυγε Κυριακή 15 Ιουλίου 2012. 

Κυριακή, Νοεμβρίου 06, 2011

ΑΧΘΟΣ...


(Ο ποιητής της Ιλιάδας, ο Δημήτρης Σαραντάκος και ο Γιάννης Παπαϊωάννου)

στην Αγγελίνα και σε μένα
η κατά Νταλί μόνη αυτονόητος εποπτεία

Οι κανόνες συμβίωσης είναι άχθος: μια ομηρική λέξη για το βάρος και το περιττό, που θέτει υπαρξιακά όρια  (Ιλιάδα Σ 104: «άχθος αρούρης» / και αιώνες μετά: «να μας βρει και μας ο Χάρος που της γης δίνουμε βάρος» [2’.00’’], Γιάννης Παπαϊωάνου).

Μια λέξη για το πολυσύνθετο, διότι δεν μιλάμε ακριβώς για την φυσική έννοια του βάρους, ούτε για κάτι που περισσεύει, πλεονάζει. Μιλάμε για κάτι που ενώ είναι χρήσιμο αν τηρείται ερμηνευόμενο με κοινωνικές συναισθήσεις (δηλαδή, ίσως, με απλοϊκές και χαρούμενες καθημερινές ωφέλειες), καθίσταται κατά την προσωπική ερμηνεία του πολύπλοκο.

Οπότε, λέμε «όχι» στους κανόνες, ενστικτωδώς, ούτως ώστε να μην απολέσουμε τις δυνατότητες μιας ρευστής ανά πάσα στιγμή ερμηνείας της συμπεριφοράς μας. Και άλλοτε πάλι, λέμε «ναι» στους κανόνες για να ωφεληθούμε της αναντίρρητης προτεραιότητας που απορρέει για μας, εφόσον κάποιος άλλος υπολείπεται κατά την τήρησή τους.
Άρα και καθίσταται μόνη ασφαλής (με την έννοια του γενικώς και αμέσως -όχι εμμέσως- προσιτού) η ισχύς ενός και μόνου βασικού κοινωνικού νόμου: ό, τι βολεύει.
Το αστείο είναι ότι αυτό το βόλεμα έχει διαφορετικές προοπτικές αναλόγως της συμπτωματικής θέσεως εκάστου που το διανοείται και φευ το αιτιολογεί, σαν να μην του είναι αρκετή η κτηνωδία του.  

Και σχεδόν ηδονίζεται (αυτός, εμείς, εσείς, αυτοί,  εσύ, εγώ), ορίζοντάς το ως ευφυή προσωπική του αντίληψη τού τι ακριβώς συμβαίνει.

Τρίτη, Νοεμβρίου 02, 2010

Η βαρύτερη αποσκευή

Όποτε πλησιάζει ο καιρός να ταξιδέψω για το νησί, με πιάνει. Το κρύβω όσο μπορώ, αλλά πρώτ’ απ’ όλα με προδίδει το σώμα μου. Ανεβάζω λίγο πίεση, τα δερματικά φουντώνουν … και καθώς οι μέρες για την αναχώρηση λιγοστεύουν σπεύδει να συνεργαστεί και η ρουφιάνα η ψυχή. Το σώμα ήδη έχει προαναγγείλει τη συνεργασία τους με αραιές αρρυθμίες, αυτές που όπως λένε οι καρδιολόγοι «δεν αξιολογούνται», τα φτερουγίσματα – τα νιώθουν κι οι ερωτευμένοι – αλλά για τους υποχόνδριους είναι αφορμή σεναρίων νοσηλείας. Μια ήπια κατάθλιψη, ένα συναίσθημα αποχωρισμού, μετά νεύρα με το παραμικρό, μια γενική αίσθηση αστοχίας.


Όταν πια φτάσει η ώρα της αναχώρησης από το σπίτι, όλο το ψυχοσωματόδραμα των προηγούμενων ωρών και ημερών συνοψίζεται στο άγχος για τις βαλίτσες.


– Τι τις θέλουμε τόσες βαλίτσες;
-Μα πάμε για τόσες μέρες, άλλοι φορτώνουν ολόκληρο αυτοκίνητο.
-Ναι αλλά εμείς δεν έχουμε αυτοκίνητο και μού ‘χουν πάει τα χέρια κάτω – ταξίδι το ταξίδι τα ρήμαξα τα χέρια μου.


Μόλις πατήσω το πόδι μου στο καράβι κι αφού βολέψω τις ρημάδες τις βαλίτσες όλα περνάνε. Με πλημυρίζει ένα συναίσθημα απαλλαγής. Συναίσθημα που κορυφώνεται καθώς πίνω τον καφέ μου στο κατάστρωμα της πρύμνης, χαζεύοντας τ’ απόνερα του καραβιού λες κι είναι οι έγνοιες μου.


Καθώς περνάμε το Βενέτικο πάμε για να πιάσουμε την Ουρά πάλι φτερουγίσματα, που τώρα  όμως δεν τα αξιολογώ ούτε εγώ. Αν είναι άνοιξη ξημέρωμα, οι μυρωδιές σε προϋπαντούν, αν είναι άλλη εποχή και μόνο το όνομα Μυροβόλος σου φέρνει παραισθήσεις.  


Στο λιμάνι θα περιμένει ο ξάδερφος ο Μήτσος με το τζιπ. Αυτή και μόνο η σκέψη προσδίδει στωικό τόνο στις βλαστήμιες της αποβίβασης - τί ταλαιπωρία κι αυτή με τις βαλίτσες, να βράσω τα καράβια τους, τα κάτεργα. Στην αποβάθρα αγκαλιές φιλιά και μόλις φορτώσουμε  μπω στ’ αμάξι και δέσω τη ζώνη μου, συνειδητοποιώ, αυτό που, αφού και στο χωριό καλά περάσω με τα γλέντια και τα ούζα και τις παρέες και την αγάπη των φίλων και των συγγενών, πάντα όμως ανάμεσα στις τύψεις, που εγώ κωλοβαράω ενώ άλλοι δουλεύουνε κι εγώ τώρα καλοπερνάω και που να πάρει η ευχή άλλοι σε δέκα μέρες γράφουν ένα κουαρτέτο κι εγώ δεν μπορώ να σταυρώσω νότα, να συγκεντρωθώ, να δημιουργήσω - σαν του Ραβέλ το Μπολερό, κρεσεντάρουν -  μα ούτε και  να περάσω ξέγνοιαστα μπορώ, άντε να περάσουν οι μέρες να τα μαζέψουμε να φύγουμε να γυρίσουμε στον Πειραιά, να κάτσω να συγκεντρωθώ να γράψω, άντε επιτέλους φεύγουμε πίσω, να πάρει ο διάολος τι στην ευχή θα κάνω με αυτές τις βαλίτσες, πιο ασήκωτες απ’ όταν τις φέρναμε, άντε και τις φορτώσαμε στο τζιπ, πάλι αγκαλιές φιλιά στο λιμάνι, και τις ανέβασα στο καράβι, το ταξίδι σαν υπόθετο, και τις κατέβασα και τις φόρτωσα στο ταξί και τις ξεφόρτωσα και τις ανέβασα στο σπίτι, ξανά και ξανά συνειδητοποιώ: η βαρύτερη αποσκευή μου είμαι εγώ.


στη Γ.

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 07, 2008

Επιτόπια κρουαζιέρα



Επιστροφή στην πόλη.
Σήμερα το εμπέδωσα.
Εδώ που οι εποχές μοιάζουν με συναινετικό διαζύγιο. Και τα δύο μέρη καταληκτικά συμφωνούν:«Απαίσια ήταν τέως αγάπη μου, αλλά ευτυχώς στο τέλος τα βρήκαμε».

Στο μπαλκόνι. Αξημέρωτα. Χατζηκυριάκειο. Από μακριά ακούγεται το πάρτι ενός κρουαζιερόπλοιου. Βραδιά ελληνικής μουσικής. "Mou fages ola ta daktylidia". Θα έχουν φάει τα κεφτεδάκια τους και τώρα κουλέρ-λοκάλ. Ζεϊμπέκικα της συμφοράς. Κάποιος απόφοιτος του ζορμπαδισμού φέρνει τις βόλτες του, υποθέτω, στο κατάστρωμα. Παλαμάκια ωρίμων τουριστριών, κάποιες από αυτές ίσως εικοσπεντάρες να παραθέρισαν στην Ίο. Τώρα γέρνουν στους ώμους των απολύτως αγγλόφωνων συζύγων τους και καθώς ένα παρηγορητικό αεράκι αποστρέφει τους απόηχους (3-0 νικήσαμε το Λουξεμβούργο), αναδεικνύεται το τραντζιστοράκι του γείτονα: «Μία είναι η ουσία». Όρεξη που έχει ο κόσμος…. Δύο παρά, ξημερώματα. Δεν πας να κοιμηθείς, ρε φίλε, να ησυχάσει το κεφάλι μας….

Είμαι κουρασμένος και φορτωμένος. Αξημέρωτα ξύπνησα και χθές. Το ‘παιξα ύπνος – ξύπνιο για κανένα μισάωρο. Είμαι σε μια ηλικία που ακόμα δεν είμαι σίγουρος αν έχω χορτάσει ύπνο ή απλώς είμαι νευρικός λόγω αδιευθέτητης λίμπιντο. Έξι παρά δέκα για να αβαντάρω την πιθανότητα να ξανακοιμηθώ ανοίγω τηλεόραση. Ετ2 που έχει τα ντοκυμαντέρ. Έπεσα στην …. έπαρση σημαίας. Δεν το πιστεύω! Ακόμα τα κρατικά κανάλια κάνουν έπαρση σημαίας με υπόκρουση τον Εθνικό Ύμνο: Ακρόπολη, Σημαία, Ακρόπολη, Καρυάτιδες, Σημαία, Ηνίοχος, Σημαία, Τελετή Αφής, η Πρωθιέρεια με τη Φλόγα, Σημαία, ο Ανάβατος της Χίου (μπα, έχουμε και μεσαιωνικό παρελθόν;), ξανά κολώνες, Παρθενώνας…Τέλος. Η σημαία ανεμίζει. Ξημέρωσε.

Το χάλι μας.



"Θα ζήσω ελευθερο πουλί", επιμένει ο από καταστρώματος dj.
Αχ, που είσαι Φαβιέρου κι άγιε μου Νείλε με τον Μπαρμπα-Τάσο και το μαντολίνο του να κελαδάει.

Κυριακή, Μαΐου 11, 2008

Πασακάλια...*

σας δίνω το επαναλαμβανόμενο -έμμονο βάσιμο (basso ostinato), οι σκέψεις-εμφανής μελωδία δικές σας.....

*η πασακάλια είναι μία χορευτική φόρμα της δυτικής μουσικής κατά την οποία πάνω σε μία επαναλαμβανόμενη μελωδία του μπάσου χτίζεται μία επαναλαμβανόμενη επίσης αρμονική δομή και πάνω εκεί μια μελωδία που εξαρτάται από την επαναληπτικότητα, ωστόσο προσπαθεί να ανανεώνεται κάθε φορά -οι δικές σας σκέψεις επί το προκειμένω.
"Αν έχεις διαφύγει την πιθανότητα να είσαι ανάμεσα σε αυτούς από τους οποίους θα προκύψουν οι 200.000 νεκροί ενός τυφώνα, διαθέτεις υπολογιστή και είσαι μπλόγκερ, επί πλέον δε ασχολείσαι με τα της πνευματικής ζωής και δη με την μουσική, την σύγχρονη, και μάλιστα με ένα ύφος που τάχα διαφοροποιείται από τα τρέχοντα ρεύματα και το οποίο πηγάζει από την ιδιαίτερη ασχολία σου με την παραδοσιακή μουσική και μάλιστα την ελληνική, την οποία αντιμετωπίζεις ως ρευστόν δημιούργημα ιδεολογιών και άρα και από αυτήν αποστασιοποιείσαι, θεωρώντας κύριο μέλημά σου να απορείς και να διαφεύγεις από τη μανούλα σου και όσα αυτή είχε υπολογίσει για σένα να γίνεις, ενώ παραλλήλως απολαμβάνεις τη μακαρονάδα της κάθε Κυριακή, σέβεσαι τους δασκάλους σου ανεξαρτήτως από το αν τους εκτιμάς, παίρνεις συν τω χρόνω κάποια παραπανίσια κιλάκια, ωστόσο συντηρείσαι και προσπαθείς να είσαι ερωτικά μάχιμος τουλάχιστον με το βλέμμμμα, και επιπλέον διαθέτεις την πολυτέλεια να απολαμβάνεις ένα μολτ ουίσκι και να θεωρείς ότι επαρκέστατα καλλιτεχνίζεις και τέλος εφόσον συμβιώνεις με έναν άλλον άνθρωπο τον οποίο λες ότι αγαπάς , τότε είσαι εγώ – πολύ θα ήθελα να γνωριστούμε για να σε φτύσω, [:αλλά και να σε συγχαρώ που σχεδόν δαρβινικά διέφυγες από την πιθανότητα να είσαι ανάμεσα σε αυτούς από τους οποίους θα προκύψουν οι 200.000 νεκροί ενός τυφώνα, διαθέτεις υπολογιστή και είσαι μπλόγκερ, επιπλέον δε ασχολείσαι με τα της πνευματικής ζωής και δη με την μουσική, την σύγχρονη, και μάλιστα με ένα ύφος που τάχα διαφοροποιείται από τα τρέχοντα ρεύματα και το οποίο πηγάζει από την ιδιαίτερη ασχολία σου με την παραδοσιακή μουσική και μάλιστα την ελληνική, την οποία αντιμετωπίζεις ως ρευστόν δημιούργημα ιδεολογιών και άρα και από αυτήν αποστασιοποιείσαι, θεωρώντας κύριο μέλημά σου να απορείς και να διαφεύγεις από τη μανούλα σου και όσα αυτή είχε υπολογίσει για σένα να γίνεις, ενώ παραλλήλως απολαμβάνεις τη μακαρονάδα της κάθε Κυριακή, σέβεσαι τους δασκάλους σου ανεξαρτήτως από το αν τους εκτιμάς, παίρνεις συν τω χρόνω κάποια παραπανίσια κιλάκια, ωστόσο συντηρείσαι και προσπαθείς να είσαι ερωτικά μάχιμος τουλάχιστον με το βλέμμμμα, και επιπλέον διαθέτεις την πολυτέλεια να απολαμβάνεις ένα μολτ ουίσκι και να θεωρείς ότι επαρκέστατα καλλιτεχνίζεις και τέλος εφόσον συμβιώνεις με έναν άλλον άνθρωπο τον οποίο λες ότι αγαπάς , τότε είσαι εγώ – πολύ θα ήθελα να γνωριστούμε για να σε φτύσω:] perpetuo >>>>>>

Πέμπτη, Οκτωβρίου 18, 2007

Τρίτωσε..... (ωραία ιδέα, αυτό να πούμε στον Κυριάκο)




Η αίσθηση της απώλειας πρέπει να αντιμετωπίζεται με ευθυμία. Αυτό σας συμβουλεύω. Κέρδος θα το' χετε.

Χθες, προχθές, εφήυρα την απώλεια του πορτοφολιού μου. Σήμερα με κέρδος προσέφερα δωρεάν το έργον μου, χάριν προσωπικής απολαύσεως, και εξηγώ: πολύ το 'φχαριστήθηκα (όλια κι όλα). Μέχρι που η πραγματικότης, η αίσθησίς της, ήρθε να μου προσφέρει μιαν διασάφηση της εννοίας "απώλεια". Ξέχασα το τσαντάκι με τις πίπες μου στο ράδιο ταξί. Το βρήκε ο ταξιτζής και μου το έφερε (τον ταλλάρωσα-κοσάρικο, γιατί 5 πίπες κάνουν ως και 400€). Τρίτωσε........

Ο Κυριάκος είναι μεταφυσικόν ορθοτομημένον και άκρως ενθυμητέον ως είδος εξαιρούμενον.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 03, 2007

ΚΑΘΙΔΡΩΣ

...κάθιδρως...

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 23, 2007

ΑΠΟΗΧΟΙ ΜΙΑΣ ΣΥΝΑΥΛΙΑΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ...... (ή "αυτός ο γάλλος")

Πριν από κάτι μήνες είχα πει να φτιάξω ένα μπλογκ μόνο για τις μουσικές μου. Να βάλω τάξη. Στο "κρατημοκατάβασμα" τα κείμενα, στο "άκουσον άκουσον" οι μουσικές. Και γιατί παρακαλώ; Δεν μπορώ δηλαδή να οργιστώ κάποια στιγμή και να καταλύσω την τάξη; Διότι, ένας γάλλος που λέτε, και μάλιστα ελβετός- άγνωστός μου μέχρι χτες- μέσω ενός αγαπητού μου φίλου καλλιτέχνη, με ειδοποιεί για το ενδιαφέρον του να συνεμφανιστούμε σε συναυλία. Συναυλία από αυτές που γίνονται για τα 100 χρόνια του Γαλλικού Ινστιτούτου. Να παίξουμε με τους φίλους μου τους εκλεκτούς μουσικούς 4 κομμάτια από ένα CD με τίτλο "ΑΛΛΟΤΕΣ ΟΤΑΝ ΕΚΟΥΡΣΕΥΑΝ", το οποίο είχα την τύχη να μου χρηματοδοτήσει το ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΩΔΕΙΟ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ και μετά κόπων και βασάνων να κυκλοφορήσει σε 3000 αντίτυπα, διανεμόμενα δωρεάν από το ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΠΕΤΡΑΣ. Το CD περιέχει ανασυνθέσεις κοσμικής μουσικής από αγιορείτικα χειρόγραφα του 17ου αιώνα, τις οποίες δούλεψα πάνω από δυο χρόνια. Σπανία έκδοσις, να περιαυτολογήσω, για λίγους φίλους χέρι με χέρι, και το υπόλοιπον για όποιον έτυχε να περάσει δίπλα από την κούτα με τα cd, όταν αυτά εκτίθεντο εις δωρεάν αρπαγήν μετά από κάποιες συναυλίες του φεστιβάλ. Με ειδοποιεί λοιπόν ο γαλλοελβετός δέκα μέρες πριν για "το συναυλία". Το δένω. Μού 'ρχεται χτες και θέλει επαφάς. Να τον κατεβάσομεν εις Περαίαν, να τον κεράσομεν και κρασάκι. Να σπάω το κεφάλι μου δυο ώρες να συνομιλώ σε μία εσπεράντο γαλλοαγγλική, γιατί καημό το έχω γλώσσα ξένη εκτός από τη μουσική δεν μιλάω. Πολλές μουσικολογίες και πριν τον αποχωρισμό μπαίνουμε στο εντός παρενθέσεων ψητόν:(-Οκ μονσιέ; -ΟΚ, ουί. - Ναι αλλά να φροντίσουμε και το οικονομικό, διότι νο μαρτίνι, νο πάρτι. -ΟΚ, ΟΚ.... -Διακόσα ευρώ το άτομο. -ΟΚ, ΟΚ...). Η συναυλία για τις 28 Φλεβάρη.
Άντε τώρα τρεχάλα να μαζέψεις τους μουσικούς. Καβούρντισα το αυτί μου με το κινητό. Όλα αυτά σήμερα το πρωί. Κλείνουμε και τις μέρες της πρόβας, όλο χαρά, "άντε θα το λαλήσουμε".
Ε, κατά το βραδάκι σήμερα ο φίλτατος φράγκος, το μετάνιωσε.
Γιατί κι εγώ να μην βάλω τα κομμάτια που θα παίζαμε στη συναυλία στο "κρατημοκατάβασμα"; Σας γλιτώνω και από ένα κλικ. "Αυτός ο Ράλλος, αυτός ο Ράλλος, είν' ευε(γ)γέτης σας μεράλος".

παίζουν: Αγγελίνα Τκάτσεβα σαντούρι, Χάρης Λαμπράκης νέι, Στρατής Ψαραδέλλης κεμεντζέ, Γιώργος Χατζημιχελάκης ούτι, Νέστορας Δρούγκας κρουστά.

ΑΜΑΡΑΝΤΟΣ (τραγούδι Σπυριδούλα Μπάκα)


ΟΛΟΙ ΤΑ ΣΙΔΕΡΑ ΒΑΣΤΟΥΝ (τραγούδι Γιάννης Αρβανίτης)


ΔΙΩΧΝΕΙΣ ΜΕ ΜΑΝΑ (τραγούδι Σπυριδούλα Μπάκα)


ΑΗΤΟΣ (τραγούδι Γιάννης Αρβανίτης, Κώστας Γράμπας)

Παρασκευή, Ιανουαρίου 05, 2007

Η ΛΥΣΗ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΕΞ ΟΥΡΑΝΟΥ

Η λύση ακολούθησε εξ ουρανού.

Η ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΜΑΡΜΟΤΑΣ Νο 3

Πάλι χωρίς ADSL.......
Ξεματιάστε με σας παρακαλώ.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 28, 2006

ΟΤΕούλη μου ήμαρτον

ΟΤΕούλη μου σε παρεξήγησα. Βιάστηκα να σε κατηγορήσω και να τώρα δες με γονυπετή μπροστά σου να απολογούμαι και να ζητώ συγγνώμη. Μπορει να μου κοψες την ADSL για 24 ώρες, αλλά με αντάμειψες με μία αναβάθμιση της ADSL σύνδεσής μου από 768 σε 1mb. Και θα μου στείλεις λέει δωρεάν σπίτι με κούριερ ένα ασύρματο μόντεμ σε μία εβδομάδα από τώρα. Κι εγώ ΟΤΕούλη μου που παρολίγον θα σε απατούσα με την TELLAS. Τι γαΐδούρια λοιπόν που είμαστε εμείς οι πελάτες! Αμέσως να λακίσουμε από τη σχέση με την πρώτη μικροαφορμή. Δηλαδή σε τι μου έφταιξες; ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΕΓΩ ΣΕ ΤΙ ΜΟΥ ΕΦΤΑΙΞΕΣ. ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΜΕ ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΙΣ ΜΟΥ ΚΟΒΕΙΣ ΤΗ ΣΥΝΔΕΣΗ ΚΑΙ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΕ ΟΥΔΕΙΣ ΕΚΕΙ ΜΕΣΑ ΝΑ ΜΟΥ ΠΕΙ ΠΟΤΕ ΘΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΘΕΙ Η ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΟΥ. ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΛΑΚΙΣΩ ΜΟΥ ΔΙΝΕΙΣ ΔΩΡΑΚΙΑ. ΑΣΕ ΠΟΥ ΟΥΔΕΙΣ ΜΟΥ ΕΓΓΥΑΤΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΘΑ ΣΥΜΒΕΙ ΚΑΤΙ ΠΑΡΟΜΟΙΟ ΣΕ ΕΝΑ ΜΗΝΑ.........μα τι λέω, αφού τά ξανάπα και στην προηγούμενη δημοσίευση.

Κυριακή, Οκτωβρίου 29, 2006

ΝΑΞΟΣ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟΒΡΑΔΟ ΧΩΡΙΣ ΘΕΟ

Από αρχαιοτάτων χρόνων ο άνθρωπος επιδεικνύει την ανάγκη του να μην εμπιστεύεται τον εαυτό του, άρα και να μην αρκείται σε αυτόν ως χορηγόν συναισθηματικής πληρότητος, αλλά να αναθέτει σε εξωυποκειμενικές, είτε όντως υπάρξεις, είτε «οντοποιημένες» ανυπαρξίες, την έναντι ανταλλάγματος παροχήν συναισθηματικής ασφαλείας. Πχ «Σου παίρνω σκουλαρίκια, δείχνε μου αγάπη για τρεις ώρες», ή αν μεγαλώνουν οι δουλειές «σου θυσιάζω την ερωτική μου ζωή βάλε με στον Παράδεισο». Εγώ , προχθές, το έκανα ως εξής:
Πάω στη Γιούρομπανκ και αγοράζω προπληρωμένη πιστωτική κάρτα. Μπαίνω στην NAXOS, την γνωστή εταιρεία παραγωγής CD, και έναντι 19,25 € ανοίγω μπρος μου τον ορίζοντα να ακούω όλες τις εκδόσεις της επί ένα έτος. Άκουγα, λοιπόν, ως νέος προσήλυτος, Σαββάτο βράδυ, το ψώνιο, μία-μία τις σικουέντσες του Μπέριο. Πανευτυχής για την σχεδόν δωρεάν απόκτηση αυτού του θείου προνομίου, διότι 19,25 € είναι ούτε 15 φορές πουρμπουάρ στο παιδί που φέρνει τα σουβλάκια , λέω μέσα μου: «Ας πάω να κάνω ένα μπανάκι σαββατιάτικο και συνεχίζω μετά, όσο πάει, χαλαρός-χαλαρός και εύοσμος». Και επειδή μεγάλωσα μέσα σε σπίτι με παππού απ’ τη Μάνη, που μου είχε ενσταλάξει την οικολογική οικονομία που σου διδάσκει η ίδια η στέρνα, ήτοι: «Γιωργάκη, το νερό λίγο-λίγο, βρέξου, κλείσε τη βρύση, σαπουνίσου και μετά ξεβγάλσου πάλε λίγο-λίγο. Δεν χρειάζεται η βρύση να είναι τέρμα ανοιχτή. Πάει τόσο νερό τσάμπα και βερεσέ.», είπα να κλείσω τον υπολογιστή για όσο θα μπανιαριζόμουν. Γιατί ρευστόν είναι και ο ηλεκτρισμός. Γιατί να πηγαίνει τσάμπα και βερεσέ. Κατά συνέπειαν διεκόπη και η σύνδεση με το ίντερνετ και τη NAXOS. Επ’ ολίγον. Έτσι νόμιζα. Διότι, όταν φρέσκος-φρέσκος επανέκαμψα και επανασυνδέθηκα στον ιστό και ξαναμπήκα με αδηφάγο διάθεση στην NAXOS, τρώω κατάμουτρα το εξής μέσατζ:
«The maximum number of simultaneous connections of your subscription has been reached. Please email Customer.Service@Naxos.com for assistance.».
Βρε ξανά και ξανά, βρε άντε βάλε και ξαναβάλε μέιλ και πάσγουορντ, τίποτα. Τριγύριζα και νιαούριζα σαν γατί της εξοχής έξω απ’ την εξώπορτα παραθεριστών αναχωρησάντων για την πόλη της δουλειάς των. Νιαούριζα, γιατί μόλις πριν μιαν ώρα είχα ταϊστεί, πού στο διάολο πάνε κάθε που έρχεται φθινόπωρο;
Τι να κάνω τώρα; Πώς να το εκλάβω αυτό; Και καλά. Ο Θεός έχει κάθε δικαίωμα να μας φέρεται αψυχολόγητα, άλλωστε ένα κεράκι τι κάνει; Πενήντα λεπτά; Ένα, άντε δύο ευρώ, αν υπάρχει και λόγος, (εσωτερικός του ανάπτοντος); Πέντε επειδή ήταν μεγάλη γιορτή; Δέκα, επειδή, άντε μια φορά το χρόνο πάμε στο πανηγύρι του χωριού μας; Εδώ μιλάμε για ολόκληρα 19,25 €. Και μάλιστα μέσω προπληρωμένης πιστωτικής κάρτας. Που σημαίνει ότι έχουμε στηθεί και μια ώρα στην τράπεζα για να την εκδώσουμε. Και που μόνη αυτή η διαδικασία εκδόσεώς της είναι μία μορφή εκπεφρασμένης λατρείας προς τον αποδέκτη της υφ’ ημών μελλοντικής χρήσεως της, επί τω προκειμένω της NAXOS, αλλά εν παραλλήλω και έκφρασις λατρείας και αποδοχής και γιατί όχι πράξη τελεστικού χαρακτήρος υποταγής σε ένα σύστημα που αξίζει την εμπιστοσύνη μας, διότι, ναι, μας παρέχει αυτά που υπόσχεται και μάλιστα χωρίς να το έχουμε εμείς βάλει να μας τα υποσχεθεί με ψυχοπαθολογικές διαδικασίες προβολών, αναστολών κλπ κλπ.
Ρε κερατάδες, με 19,25 € θα είχα εξαγοράσει τουλάχιστον για δέκα φορές το ευχαριστώ του κομιστή σουβλακιών. Γιατί μου την χαλάσατε έτσι σαββατιάτικο; Υπάρχει Θεός;

............................................................
Μετά δύο μέρες η NAXOS μου διευκρίνησε ότι όταν έχω κάνει log-in πρέπει απαραιτήτως να κάνω log-out. Ας πρόσεχα. Ποτέ τελικά δεν φταίει...... ο Θεός.

Σας υπενθυμίζω ότι σε προηγούμενες καταχωρήσεις μου, προσφέρεται δωρεάν μουσική.

Δευτέρα, Ιουλίου 03, 2006

Εκλαΐκευσις

Χτυπάει το τηλέφωνο της γραμματείας ενός πολύ κεντρικού ωδείου των Αθηνών:
-Παρακαλώ….
- Γεια σου Αζώρ.
-Πλάκα μου κάνετε, κύριε;
-Έλα τώρα. Η γραμματέας του διευθυντή δεν είσαι;
-Με ειρωνεύεστε, κύριε;
-Όχι, μωρέ κούκλα μου. Χιούμορ κάνω. Η γραμματέας του διευθυντή δεν είσαι;
-Δεν κατάλαβα πού κολλάει το Αζώρ;
-Η γραμματέας του δεν είσαι κούκλα μου;
-Μισό λεπτό να σας δώσω τον ίδιο.

Σπανίως παίρνω κριτική θέση για τους χαρακτήρες των κειμένων μου. Αλλά αυτός ο τύπος είναι γουρούνι. Γιατι ξέρω κάτι περισσότερο από σας, αγαπητοί μου φίλοι αναγνώσται. Πρόκειται για τον ιδιοκτήτη του κτιρίου του προαναφερθέντος ωδείου, ο οποίος ήταν δέκα χρόνια μετανάστης στον Καναδά. Και επειδή στον Καναδά του φέρονταν σαν σε γουρούνι, είτε επειδή ο ίδιος θα ήθελε να το πιστεύει, είτε αντικειμενικώς, περιπτώσεις των οποίων την βάσιν του δικαίου των ουδόλως μπορούμε να διακριβώσουμε, θεώρησε το καθήκι, ότι στην χώρα του την ίδια μια απλή βιοπαλαίστρια υπάλληλος του ωδείου το οποίον λειτουργεί εις ιδιόκτητόν του κτίριον, θα έπρεπε να υφίσταται το συμπλεγματικόν του χιούμορ, διότι δεν αρκείται, πιθανώς, εις τους μετανάστας εν τη χώρα ταύτη, ο συμπλεγματικός υβριστής, ο θεωρών εαυτόν χιουμορίστα, ενώ είναι ρατσιστής, καθότι, ενώ οι άλλοι απλώς άνθρωποι, γουρούνι αυτός.

-«Άκου φίλε: Η κοπέλα είναι φίλη του φίλου μου του Σταμάτη. Και σε λίγες μέρες έρχονται στη γειτονιά μου να μείνουνε και σε ένα χρόνο θα παντρευτούνε. Άμα σε βρω μπροστά μου θα σε κάνω λιώμα». Θα του έλεγα αν τον είχα μπροστά μου στο τηλέφωνο.

Εκείνο, επίσης, που δεν μπορώ να χωνέψω είναι οι αναλύσεις περί μουσικής φόρμας που θα βοηθούσαν στην φιλική προσέγγιση του κλασσικισμού, ή του νεοκλασσικισμού, ή του μοντερνισμού, ή του μπαρόκ ή της αναγέννησης, ή του μεταμοντερνισμού, ή ειδικότερα του δωδεκαφθογγισμού, ή, ή, ή, ,,,,,,,,,,,.
Κουφοί είμαστε;

Τρίτη, Ιουνίου 06, 2006

ΑΝΑΛΕΚΤΑ ΤΗΣ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΟΣ ΜΟΥ

ΜΙΚΡΗ ΑΣΥΜΦΩΝΙΑ ΕΙΣ Α ΜΕΙΖΟΝ

Α! κύριε , κύριε Μαλακάση,
ποιός θα βρεθεί να μας δικάσει,
μικρόν εμέ κι εσάς μεγάλο,
ίδια τον ένα και τον άλλο;
Τους τρόπους, το παράστημά σας,
το θελκτικό μειδίαμά σας,
το monocle που σας βοηθάει
να βλέπετε μόνο στο πλάι
και μόνο αυτούς να χαιρετάτε
όσοι μοιάζουν αριστοκράται,
την περιποιημένη φάτσα,
την υπεροπτική γκριμάτσα
από τη μια μεριά να βάλει
της ζυγαριάς, κι από την άλλη
πλάστιγγα να βροντήσει κάτου,
μισητό σκήνωμα, θανάτου
άθυρμα, συντριμμένο βάζον,
εγώ, κύμβαλον αλαλάζον.
Α! κύριε, κύριε Μαλακάση,
ποιός τελευταίος θα γελάσει;

Κ.Γ.ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ

για την εξ ανάγκης μεταφορά στο μονοτονικό: Γεράσιμος Μπερεκέτης

Τετάρτη, Μαΐου 03, 2006

ΔΟΚΙΜΙΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ (η εκατοστή δημοσίευση)

Το κείμενο έχει δημοσιευθεί και στο HOTEL MEMORY, εκεί θα βρήτε και άλλα κείμενα άλλων μπλόκερς πάνω στο ίδιο θέμα.

Τις μεγαλύτερες σοφίες τις λένε αυτοί που ζούνε την ζωή τους επιφανειακά. Σαν να σκουπίζουν όσα βλέπει η πεθερά. Δεν πονάνε ποτέ σε βάθος, πονάνε σε πλάτος. Έχουν δε συμπεριφορά κατά φαντασίαν ασθενούς. Λίγο το πόδι τους, λίγο η πλάτη, ένα σπυράκι στο χέρι, δυσκολεύτηκαν χτες στην τουαλέτα, μια ανεξήγητη ταχυπαλμία, μια πένθιμη διάθεση, μια ελαφρά απογοήτευση, μια μικρή αίσθηση εγκατάλειψης. Αλλά επειδή δεν γνωρίζουν την ιατρική αξιολόγηση των συμπτωμάτων τους, όπως άλλωστε και την κλίμακα έντασης των επιθέτων που χρησιμοποιούν, ενώ πονούν σε ρηχό πλάτος, συμπεριφέρονται σαν να πονούν σε απύθμενο βάθος. Και είναι σε τέτοιο βαθμό εμπεδωμένη η συνάφειά τους με την επιφάνεια, ώστε αν πάθουν ποτέ κολικό νεφρού, τον ξεπερνούν σαν να ήταν ελαφρά απογοήτευση, που τους αφήνει μετά μια μικρή αίσθηση εγκατάλειψης και μια πένθιμη διάθεση. Τέτοια ευχέρεια, τέτοια καρδιά. Γι αυτό μπορούν να παράγουν ωραιότατες διατυπώσεις στοχασμών, παίζοντας μαντολίνο και τσαλαπατώντας συναισθήματα. Δικά τους, που ούτε καν αντιλήφθηκαν και συναισθήματα άλλων, τα οποία απαξιούν.

Τρεις προδότας επιφανείς αναγνωρίζει η ελληνική ανθρωπότης. Τον Εφιάλτη, τον Ιούδα και τον Ανώνυμο που άνοιξε την Κερκόπορτα. Και θα είχαν αθωωθεί στις συνειδήσεις μας αν ετυμολογείτο η πράξις των. Προ-δοσία. Δηλαδή, να δίνεις κάποιον ή κάτι πριν νικηθεί, πριν συλληφθεί, πριν αλωθεί, γιατί κακά τα ψέμματα, είναι έτοιμα όλα προ πολλού για να νικηθεί, να συλληφθεί ή να αλωθεί.

Η προδοσία υπ’ αυτήν την έννοια είναι πράξις ερωτική, ή μάλλον πρακτική που απορρέει από τον έρωτα. Κάποιος κάπου ανήκει, κάποιος θέλει να τον κατακτήσει και κάποιος που δεν ξέρει πού ο ίδιος ανήκει… διαλέγει με ποιον θα πάει και ποιον θα αφήσει. Το να μην ξέρεις πού ανήκεις είναι το σφάλμα. Το τι θα επιλέξεις δεν έχει σημασία. Δεν προ-δίδεις όταν επι-λέγεις.

γεράσιμος μπερεκέτης

Δευτέρα, Απριλίου 03, 2006

ΟΚΤΑΒΕΣ

Χαίρομαι όταν ο μπόγκερ μου ζητάει πάσγουορντ για να μπω.Αυτό σημαίνει ότι πέρασε ικανός χρόνος από το προηγούμενο γράψιμο.

Σήμερα κατανόησα τον λόγο που οι συνθέτες σε κάποιο σημείο του έργου τους εμφανίζουν ένα θέμα "υπογραμμισμένο" με οκτάβες, κατά προτίμηση μονοφωνικά. Δείτε την ταινία την καινούργια του Γούντυ Άλλεν "Ματς πόιντ" και θα βρήτε τον λόγο στο σημείο εκείνο που διαδραματίζονται οι φόνοι. Αυτοί οι φόνοι είναι μη αναγκαίοι. Θα μπορούσε η όλη "δραματική" σχέση να είχε λυθεί σεναριακώς με μία απλή εγκατάλειψη, οπότε θα μιλούσαμε για μέτριο αμερικάνικο σινεμά. Η οπερετική όμως επιλογή στη διαμόρφωση της δραματικής έντασης ανήκει στην μεγαλοφυία του σκηνοθέτη αυτής της ταινίας, ο οποίος ουδόλως τυχαίως είναι μουσικός.

Σάββατο, Ιανουαρίου 21, 2006

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΗ

Το μπλογκ μου είναι ένα λογοτεχνικό ασκητήριο, ως εκ τούτου οι χώροι και τα πρόσωπα είναι λογοτεχνικά πρόσωπα. Δεν μιλώ για την επικαιρότητα ακόμα και όταν κάνω αναφορές σε αυτήν. Για παράδειγμα , στην πραγματική λαϊκή που γίνεται στη γειτονιά μου, ο δήμος φέρνει χημικές τουαλέττες και τις αραδιάζει ανά πέντε τετράγωνα δύο.Βρωμάνε και ζέχνουν, αλλά εξυπηρετούν κάποιους , έστω εξυπηρετούν την ιδέα της υγιεινής και του πολιτισμού. Στο προηγούμενο κείμενό μου όμως, επειδή η πόλη που αναφέρομαι είναι ένας λογοτεχνικής κατασκευής χώρος και ως εκ τούτου της απολύτου εξουσίας μου, δεν επιτρέπω να διαθέτει χημικές τουαλέττες στις λαικές αγορές. Επίσης στην ίδια λογοτεχνικής υπάρξεως πόλη, τα περιττώματα στα κάθετα στενά του δρόμου που γίνεται η λαική, διασκορπίζονται το πολύ σε βάθος 50 μέτρων, ενώ στην πραγματική πόλη που ζω σε βάθος 52,7.
Η δε γρίπη των πουλερικών στην λογοτεχνική μου πόλη είναι άκρως επικίνδυνος. Στην πραγματική πόλη που ζω, συναναστρεφόμαστε άφοβα μεταξύ μας, χωρίς κανέναν απολύτως διαχωρισμό είδους. Ως εκ τούτου, τον μεν δήμαρχο της πραγματικής μου πόλης θα τον καταψηφίσω, επειδή οι χημικές τουαλέττες που φέρνει στις λαικές βρωμάνε και ζέχνουν, ενώ τον δήμαρχο της λογοτεχνικής μου πόλης θα τον καταψηφίσω, επειδή δεν φέρνει καθόλου χημικές τουαλέττες.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 04, 2005

ΚΑΤΑ ΜΟΝΑΣ ΕΙΜΙ ΕΓΩ.........

Ο Κουκουζέλης, ο φίλος μου, μιλήσαμε σήμερα στο τηλέφωνο και μου παραπονέθηκε:
-Χάθηκες απ' το μπλογκ, από τότε που έφτιαξες το εργαστήρι και αποτραβιέσαι εκεί πρωί βράδυ.
Η αλήθεια είναι ότι είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου, αλλά κυρίως στη γυναίκα μου, ότι εκεί στο εργαστήρι θα πηγαίνω μόνο τα πρωινά. "Τα απογεύματα θα είμαι πάντα σπίτι και θα μελετάω στο πιάνο, θα καθόμαστε παρέα, θα τρώμε νωρίς". Ο εαυτός όμως είναι μια οντότητα αντιδραστική. Ό,τι και να του υποσχεθείς, αυτός με υπόγειο τρόπο θα σε ωθήσει να μην το τηρήσεις. Οι μόνοι που δε φταίνε σε αυτήν την ιδιόμορφη σχέση είναι η γυναίκα μου κι εγώ, αλλά κυρίως ο Κουκουζέλης. Επιμένει να γράφω, λέει στο μπλογκ.
-Έπινες το ουισκάκι σου, αργά το βράδυ, σε συνέπαιρνε και κάτι έγραφες.
-Να το βράσω, το ουισκάκι, που πάντα ήταν από τρία και πάνω και το άλλο πρωί σερνόμουνα ως αντίτιμο του βραδυνού μου οίστρου.
-Ναι, συμφωνώ, όπως νιώθεις καλύτερα.
-Νιώθω πολύ καλύτερα τώρα. Ξυπνάω στις έξι, πουρνό-πουρνό, πάω στο εργαστήρι, φτιάχνω καφέ, φουμαίρνω την πίπα μου και στρώνομαι στη δουλειά με καθαρό κεφάλι. Βλέπω και τον ανηψιό μου που φεύγει κατά τις οκτώ παρά για το σχολείο και μέχρι που να γυρίσει, εκεί γύρω στις τρεις το μεσημέρι, έχω βγάλει του κόσμου τη δουλειά. (Τα ξεθεώνουνε όμως τα παιδάκια, πρώτη δημοτικού στο πόδι από τις εφτά μέχρι τα τρία μεσημέρια).
-Ναι, αλλά μου λείπεις. Γράψε κάτι, βρε αδερφέ, γράψε κάτι για μένα - εγώ θα σε διαβάσω.
Για όλα υπάρχει μια δικαιολογία. Δικαιολογία, όχι πρόφαση. Εγώ, φερειπείν, μόλις γυρίσαμε από τις διακοπές, τέλη Αυγούστου, η γυναίκα μου, εγώ και ο εαυτός μου, βαλθήκαμε να ανακαινίσουμε το σπίτι μας. Προσέτι, είχε προηγηθεί η εκχώρηση, ορθότερον, αόριστος παραχώρησις, ενός ισογείου μικρού διαμερίσματος προς εμέ, από τον αδερφό μου και τον πατέρα μου, ένα ισόγειο αποθήκη στο πατρικό μου . Εκεί, στο ισογειάκι, εναπέθετε η μάνα μου τα ψώνια της λαϊκής, στοίβαζε τις κοκα-κόλες, τις μπύρες, τα κρασιά, μακαρόνια, χαρτιά υγείας, καθαριστικά. Εκεί απεσύροντο τα παλαιά έπιπλα, οι παιδικές βιβλιοθήκες-γραφειάκια, τα παλιά βιβλία, κουρτινόξυλα, καρέκλες, μικροεπιπλάκια που η μόδα τους πέρασε, παιχνίδια που βαρέθηκε ο ανηψιός μου, παιδικά καροτσάκια, κούνιες, ένα ποδήλατο γυμναστικής και ένας 486 με μια οθόνη ασπρόμαυρη.
Είχα υποσχεθεί στην γυναίκα μου αυτή την ανακαίνιση του σπιτιού μας. Τον εαυτό μου τον απασχόλησα με την μεταμόρφωση της αποθήκης του πατρικού μου σε στούντιο. Έτσι, εγώ προσωπικά, βρέθηκα από Σεπτέμβριο μέχρι και τέλη Οχτώβρη (μην επαναστάσεων), βρέθηκα να υπηρετώ τας υποσχέσεις προς την γυναίκα μου και τον εαυτό μου. Και ήταν και η πρώτη φορά που η γυναίκα μου και ο εαυτός μου συνεργάστηκαν τόσο αρμονικά.
Μεταξύ μυρωδιάς νεφτιού, κεφάτων μαστόρων, μπρατσαράδων μεταφορέων που ανέλαβαν την μετακόμιση-επιστροφή στις ρίζες μου, και πολλής προσωπικής εργασίας, (πότε για τον εαυτό μου, πότε για τη γυναίκα μου), ανάμεσα λοιπόν σε αυτόν τον οργασμό έργων, μπορώ να πώ ότι η ιδέα του να γράφω στο μπλογκ ήταν μια όαση, όπως όλες οι ιδέες που δεν μπορούν εξ αντικειμένου να πραγματοποιηθούν, καθότι και τις οάσεις τις απαντούμε σχεδόν πάντα ως αποτελέσματα αντικατοπτρισμού. Έτσι, οι ιδέες για υποψήφια θέματα αφηγημάτων με κατέκλυζαν, γιατί οι ιδέες είναι πρόστυχες. Σε ερεθίζουν, όταν γνωρίζουν πολύ καλά, ότι δεν μπορείς να τις ωφεληθείς. Και οι ιδέες που δεν μπορείς να τις ωφεληθείς είναι και οι πιο ωραίες. Έμαθα, λοιπόν, να γράφω με το μυαλό μου μες στο μυαλό μου. Επί, δύο μήνες δεκάκις το δέκα την ημέρα. Φταίνε και τα νέφτια που όντως σε μαστουρώνουν, γι αυτό και οι μπογιατζήδες άλλοι απ' αυτούς είναι μες στην τρέλλα και το γέλιο κι άλλοι νωθροί μα φιλοσοφημένοι. Έφτιαχνα, μα δεν έγραφα. Και το συνήθισα. Να ωφελούμαι την ιδέα προσωπικά.

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)