Πέμπτη, Μαΐου 21, 2015

Πολύτοπον

Οι ζητιάνοι έξω απ΄ τα καζίνα του Λας Βέγκας, περιγραφαί αγαπητού μου φίλου συχνώς ταξιδεύοντος,  μικράν κατ’ εμέ διαφοράν έχουσιν από τους εδρεύοντας στα προαύλια των εκκλησιών μας, στα καίρια σημεία των εμπορικών μας δρόμων, είτε από τους περιφερομένους. Δεν είναι θέμα πόστου. Είναι θέμα ουσίας, η οποία δια στόματος ενός εξ αυτών έχει περιγραφεί προ τριακονταπενταετίας. 

Οι περιφερόμενοι ζητιάνοι υπάγονται εις πολλάς και διαφόρους κατηγορίας. Αι δύο βασικαί είναι πρώτον οι πεζή και σφογγίζοντες καθημένους πελάτες περί του καφέ και των άλλων ροφημάτων, και δεύτερον οι δια των συγκοινωνιών. 

Ενεφανίζετο λοιπόν ημίγυμνος, στον ηλεκτρικό από τέλη Μαΐου έως αρχάς ηπίου φθινοπώρου. Λέγοντας «ηλεκτρικό», υπονοούμεν «σιδηρόδρομον», εις αντιδιαστολήν προς το μετρό που επίσης είναι ηλεκτρικός σιδηρόδρομος, αλλά υπόγειος. Ο «ηλεκτρικός» σκέτος είναι υπέργειος εξαιρουμένου του τμήματος Μοναστηράκι-Αττική. Εις τας Αθήνας.

Δίχως φανελάκι, με ένα σορστάκι μόνο. Και  υπόδησίς του,  ως μη ανεμένετο, αντί των υποχρεωτικώς δια το ύφος σαγιονάρων,  παπούτσια δερμάτινα.

Λαογραφικόν παραπλήρωμα ανακύπτει ότι εις την δεκαετίαν του ’70, τα αθλητικού τύπου παπούτσια, αυτά τα πρωτόλεια, τα  πάνινα με την περιμετρικήν πλαστικήν υπό τύπον καουτσούκ ενίσχυσιν της σόλας, ως άκρον της μόδας,  είχον καταστήσει δευτερεύοντα και τριτεύοντα, συνεπώς και ευτελή, εις τας νεανικάς είτε νεάζουσας προτιμήσεις, τα πάλαι ποτέ επίζηλα καθημερινά σκαρπίνια και παντοφλέ  -  σπουδαίως ανταγωνίζονταν η μάρκα Ελβιέλα και η  μεταγενεστέρα Σπορτέξ. 

Αυτός πάντως φορούσε παντοφλέ – ζήτημα ταχύτητος στο βάλε-βγάλε (;) ή, κατά μίαν άλλην φιλόστοργον  υπόθεσιν, υπόλειμμα παλαιάς κραταιάς περιουσίας; Διότι η φυσιογνωμία του ήτο ευγενής. Και αυτός κυνικός :


-Μία βοήθεια παρακαλώ. Μία βοήθεια στον ζητιάνο. Ο ζητιάνος χάνει το φιλότιμό του. Χάστε κι εσείς κάτι για τον ζητιάνο. 

2 σχόλια:

kukuzelis είπε...

Δεν διαθέτω κάτι ευφυές κ. Μπερεκέτη να γράψω: Πολύ μου άρεσε.αυτό που γράψατε.

γεράσιμος μπερεκέτης είπε...

Μερσί μποκού μεσιέ Σιλεζουκούκ.

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)