Το κείμενο έχει δημοσιευθεί και στο HOTEL MEMORY, εκεί θα βρήτε και άλλα κείμενα άλλων μπλόκερς πάνω στο ίδιο θέμα.
«Αγαπήσω σε Κύριε η ισχύς μου. Κύριος στερέωμά μου και ρύσις μου».
Το ΄92 στάθμισα τα πράγματα. Τρεις χρονιές συναπτές ωρομίσθιος καθηγητής ταμπουρά στο Μουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης, απεφάσισα να αποκατασταθώ. Διότι το ωρομίσθιον ολίγον και την καταβολήν άτακτον. Αλλά το βάσανο το μεγάλο ήταν η διαδρομή Πειραιάς – Παλλήνη. Δύο συγκοινωνίες και ένας συνάδελφος με αμάξι πήγαινε, ένας συνάδελφος με αμάξι και δυο συγκοινωνίες έλα. Απεφάσισα λοιπόν να συμμετάσχω στον πανελλήνιο διαγωνισμό καθηγητών μουσικής, για να γίνω και ΄γω μόνιμος να δω χαΐρι.
Η ζωή μου εν περιλήψει μέχρι τότε είχε μιαν εξωτερική πυκνή σχηματικώς εικόνα με πάγχρωμες εκλάμψεις εσωτερικής αραίωσης. Κοινώς, χωρίς προσπάθεια, ακολουθώντας τις προεκτάσεις των τριχών της χωρίστρας που κάθε μέρα μου επεμελείτο η μαννούλα μου πριν πάω στο σχολείο, ή αλλιώς πετραδάκι – πετραδάκι επιτελών το ψηφιδωτό το προσχεδιασμένο, συσσώρευσα τα εχέγγυα ενός φερέλπιδος, ομοιάζοντος του Ιουστινιανού, όπου στο βάθος της ψυχής του επιθυμούσε πλάι του την Θεοδώρα. Άριστα στο δημοτικό, Ιωνίδειος Πρότυπος σχολή μετά με καλούς βαθμούς…..
Αλλά όλα αυτά μέχρι την τετάρτη γυμνασίου.
Πρώτη με έκτη δημοτικού, ως εγγονός υπομηχανικού της ΔΕΗ:
-Τι θα γίνεις άμα μεγαλώσεις;
-Ηλεκτρολόγος μηχανολόγος.
Πρώτη με τρίτη γυμνασίου:
-Τι σκέφτεσαι να ακολουθήσεις;
-Θα πάω πρακτικό. Για Πολυτεχνείο.
Το καλοκαίρι περιέθαλπτε την φυσικήν τάση των τριχών της κεφαλής μου, ήτοι, να βγαίνουν οι μπροστινές προς κάτω, οι κεντρικές προς τ΄ αριστερά πάνω, οι πλαϊνές μπροστά, οι πίσω κεντρικές προς τα μπροστά, ενώ οι κοντά στο σβέρκο καθημερινώς να προσαρμόζονται αναλόγως του πως κοιμήθηκα. Τα στρατιωτάκια τα πλαστικά τα έβαζα πάνω σε μικρούς σωρούς από κεφαλάκια σπίρτων και τα έκαιγα. Ένα νωχελικό πρωινό του καλοκαιριού της έκτης δημοτικού προς πρώτη γυμνασίου, πήρα οριστική εκδίκηση για την μάχη των Θερμοπυλών, όταν πάνω σε ένα πεύκο εξολόθρευσα χιλιάδες Πέρσες μυρμήγκια με ένα λαστιχάκι τόξο. Είχα δε αναπτύξει έναν πειστικότατο τρόπο να βάζω τα μικρότερα παιδάκια να παρακολουθούν ανελλιπώς τις παραστάσεις μου Καραγκιόζη: τα κέρναγα πασατέμπο.
Στην πέμπτη γυμνασίου ανέλαβε ο αυτόματος πιλότος :
-Εξαιρετικό παιδί κυρία Χ. και πολύ καλός μαθητής, να τον χαίρεστε.
Και επιτέλους άρχισα να ζω την εσωτερική ζωή μου εξωτερικά. Παραπλάνησα κατά το πρώτο εξάμηνο τους οικείους μου ότι θα δώσω ιατρική, διότι αυτό θεωρούσα ότι ήτο ο αρμονικός μέσος μεταξύ Πολυτεχνείου και Φιλοσοφικής στην οποία κατέληξα.
Εκείνο όμως το όποιον ως μολότωφ μυστικώς παρεσκεύαζα ήτο η μουσική μου φιλοδοξία η οποία μετενδύει την ποιητική:
Έστησε ο Έρωτας χορό
Με τον ξανθόν Απρίλη.
Και τρωγόπιναν οι φίλοι
Τσιριτρί τσιριτρό.
ή αργότερα:
«Μπόι δυο πήχες,
μύτη στραβή,
γένια με τρίχες
εδώ κι εκεί.
Μακρύς λαιμός,
μεγάλη κοιλιά,
έτοιμη είναι
η πεθερά».
Έδωσα, το ΄92 στον πανελλήνιο διαγωνισμό καθηγητών μουσικής και πέρασα έβδομος. Διορίστηκα σε ένα σχολείο τρία λεπτά από το σπίτι μου. Την επόμενη χρονιά παραιτήθηκα. Ουδέποτε κατάφερα να επιτελέσω προσχέδιο. Έγκαιρα βαριέμαι και ξεγλιστρώντας σαν το ψάρι από τα χέρια άπειρου ψαρά ξαναβουτώ στη θάλασσα.
Διότι, ανέκαθεν φυσιογνωμικώς μου έφερνε ο Βιζυηνός στον Σουρή.
«Αγαπήσω σε Κύριε η ισχύς μου. Κύριος στερέωμά μου και ρύσις μου».
Το ΄92 στάθμισα τα πράγματα. Τρεις χρονιές συναπτές ωρομίσθιος καθηγητής ταμπουρά στο Μουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης, απεφάσισα να αποκατασταθώ. Διότι το ωρομίσθιον ολίγον και την καταβολήν άτακτον. Αλλά το βάσανο το μεγάλο ήταν η διαδρομή Πειραιάς – Παλλήνη. Δύο συγκοινωνίες και ένας συνάδελφος με αμάξι πήγαινε, ένας συνάδελφος με αμάξι και δυο συγκοινωνίες έλα. Απεφάσισα λοιπόν να συμμετάσχω στον πανελλήνιο διαγωνισμό καθηγητών μουσικής, για να γίνω και ΄γω μόνιμος να δω χαΐρι.
Η ζωή μου εν περιλήψει μέχρι τότε είχε μιαν εξωτερική πυκνή σχηματικώς εικόνα με πάγχρωμες εκλάμψεις εσωτερικής αραίωσης. Κοινώς, χωρίς προσπάθεια, ακολουθώντας τις προεκτάσεις των τριχών της χωρίστρας που κάθε μέρα μου επεμελείτο η μαννούλα μου πριν πάω στο σχολείο, ή αλλιώς πετραδάκι – πετραδάκι επιτελών το ψηφιδωτό το προσχεδιασμένο, συσσώρευσα τα εχέγγυα ενός φερέλπιδος, ομοιάζοντος του Ιουστινιανού, όπου στο βάθος της ψυχής του επιθυμούσε πλάι του την Θεοδώρα. Άριστα στο δημοτικό, Ιωνίδειος Πρότυπος σχολή μετά με καλούς βαθμούς…..
Αλλά όλα αυτά μέχρι την τετάρτη γυμνασίου.
Πρώτη με έκτη δημοτικού, ως εγγονός υπομηχανικού της ΔΕΗ:
-Τι θα γίνεις άμα μεγαλώσεις;
-Ηλεκτρολόγος μηχανολόγος.
Πρώτη με τρίτη γυμνασίου:
-Τι σκέφτεσαι να ακολουθήσεις;
-Θα πάω πρακτικό. Για Πολυτεχνείο.
Το καλοκαίρι περιέθαλπτε την φυσικήν τάση των τριχών της κεφαλής μου, ήτοι, να βγαίνουν οι μπροστινές προς κάτω, οι κεντρικές προς τ΄ αριστερά πάνω, οι πλαϊνές μπροστά, οι πίσω κεντρικές προς τα μπροστά, ενώ οι κοντά στο σβέρκο καθημερινώς να προσαρμόζονται αναλόγως του πως κοιμήθηκα. Τα στρατιωτάκια τα πλαστικά τα έβαζα πάνω σε μικρούς σωρούς από κεφαλάκια σπίρτων και τα έκαιγα. Ένα νωχελικό πρωινό του καλοκαιριού της έκτης δημοτικού προς πρώτη γυμνασίου, πήρα οριστική εκδίκηση για την μάχη των Θερμοπυλών, όταν πάνω σε ένα πεύκο εξολόθρευσα χιλιάδες Πέρσες μυρμήγκια με ένα λαστιχάκι τόξο. Είχα δε αναπτύξει έναν πειστικότατο τρόπο να βάζω τα μικρότερα παιδάκια να παρακολουθούν ανελλιπώς τις παραστάσεις μου Καραγκιόζη: τα κέρναγα πασατέμπο.
Στην πέμπτη γυμνασίου ανέλαβε ο αυτόματος πιλότος :
-Εξαιρετικό παιδί κυρία Χ. και πολύ καλός μαθητής, να τον χαίρεστε.
Και επιτέλους άρχισα να ζω την εσωτερική ζωή μου εξωτερικά. Παραπλάνησα κατά το πρώτο εξάμηνο τους οικείους μου ότι θα δώσω ιατρική, διότι αυτό θεωρούσα ότι ήτο ο αρμονικός μέσος μεταξύ Πολυτεχνείου και Φιλοσοφικής στην οποία κατέληξα.
Εκείνο όμως το όποιον ως μολότωφ μυστικώς παρεσκεύαζα ήτο η μουσική μου φιλοδοξία η οποία μετενδύει την ποιητική:
Έστησε ο Έρωτας χορό
Με τον ξανθόν Απρίλη.
Και τρωγόπιναν οι φίλοι
Τσιριτρί τσιριτρό.
ή αργότερα:
«Μπόι δυο πήχες,
μύτη στραβή,
γένια με τρίχες
εδώ κι εκεί.
Μακρύς λαιμός,
μεγάλη κοιλιά,
έτοιμη είναι
η πεθερά».
Έδωσα, το ΄92 στον πανελλήνιο διαγωνισμό καθηγητών μουσικής και πέρασα έβδομος. Διορίστηκα σε ένα σχολείο τρία λεπτά από το σπίτι μου. Την επόμενη χρονιά παραιτήθηκα. Ουδέποτε κατάφερα να επιτελέσω προσχέδιο. Έγκαιρα βαριέμαι και ξεγλιστρώντας σαν το ψάρι από τα χέρια άπειρου ψαρά ξαναβουτώ στη θάλασσα.
Διότι, ανέκαθεν φυσιογνωμικώς μου έφερνε ο Βιζυηνός στον Σουρή.
3 σχόλια:
"Διότι, ανέκαθεν φυσιογνωμικώς μου έφερνε ο Βιζυηνός στον Σουρή".
Κ μένα το ίδιο.
Μέχρι εδώ έφθασε το πλατς του ξεγλιστρήματος.
Πώς γράφετε έτσι, ωρέ μαέστρο!
Από πού να πιάσεις και τί ν' αφήσεις.
Μούρλια!
Δημοσίευση σχολίου