στον Λάμπρο, τον Δημήτρη και τον Βαγγέλη (κατά σειράν προσελεύσεως).
Το ούζο, άμα είναι σωστό - και αυτό εξαρτάται απ' την παρέα - δεν συγκρίνεται με τίποτα. Κι άμα είναι και ΒΑΡΒΑΓΙΑΝΝΗ ακόμα καλύτερα.
ΟΥΖΟ ΒΑΡΒΑΓΙΑΝΝΗ. ΑΣΥΓΚΡΙΤΟ!
Καλύτερα διαβάστε πρώτα πριν δείτε, αλλά το βάζω πάνω-πάνω για να το δείτε.
Ο Πάνος θα πρέπει να ήταν το αγαπημένο μου παιδί του Μουσικού Γυμνασίου Παλλήνης. Επειδή αγαπούσα και αγαπώ όλα τα παιδιά αυτά, τους πρώτους μαθητές μου, αυτά τα παιδιά της πρώτης φουρνιάς, ο Πάνος φρόντισε κάποια στιγμή να διευκρινίσει τα αισθήματά μου, χαρίζοντάς μου την ωραιότερη ανάμνηση από εκείνα τα χρόνια - πάνε δεκαέξι χρόνια.......
Ο Πάνος όταν αποφοίτησε, ήρθε και με βρήκε στο Πρότυπο Μουσικό Κέντρο Πειραιά και γράφτηκε μαθητής μου στην Αρμονία, τον πρώτο κύκλο ανώτερων θεωρητικών μαθημάτων της μουσικής, τον βασικότερο. Αλλά την επόμενη χρονιά, προτίμησε να συνεχίσει με κάποιον άλλο δάσκαλο –τον εξαίρετο Μάρκο Μωυσίδη. Φαίνεται, ο Πάνος συναισθάνθηκε ότι η οικειότητά μας δεν θα τον βοηθούσε να συγκεντρωθεί. Μετά για λίγο καιρό χανόμασταν-βρισκόμασταν κι όταν πια τελείωσε με τον βασικό κύκλο των ανώτερων θεωρητικών, έχοντας πια πάρει και το πτυχίο της Φούγκας, ήρθε και με βρήκε και μου ζήτησε να γίνω δάσκαλός του στην Σύνθεση. Προσπάθησα να τον αποτρέψω, συστήνοντάς του άλλους δασκάλους, η σύνθεση δεν είναι αστείο πράγμα, η πείρα μετράει, και του πρότεινα να πάει να μαθητεύσει με κάποιον από τους συνθέτες της παλιότερης γενιάς, καταξιωμένο. Ο Πάνος μου είπε: «εσένα γουστάρω βρε παιδάκι μου».
Δυόμιση χρόνια κάνουμε μάθημα. Πριν από δυο-τρεις μέρες δώσαμε μαζί την πρώτη μας συναυλία. Στο φιλόξενο ATHENAEUM. Τα έργα του που ήδη από τα πρώτα σκίτσα μου άρεσαν πολύ, άρεσαν και στο κοινό - η Χλόη Καμπέρου, νέα πιανίστα, τα ερμήνευσε εξαιρετικά. Χάρισα στον δάσκαλό μου, τον Θόδωρο Αντωνίου, ένα εγγόνι.
Η ΑΝΑΜΝΗΣΗ
Ήταν η τρίτη μου χρονιά, ωρομίσθιος, στο Μουσικό Γυμνάσιο ήδη Λύκειο πλέον, Παλλήνης. Είχα δώσει εξετάσεις για καθηγητής Μουσικής του δημοσίου και είχα περάσει. Ήξερα, ότι με την λήξη της χρονιάς θα διοριζόμουν και θα έφευγα από το σχολείο αυτό. Το σκεφτόμουν καθημερινά και βάραινα. Το σχολείο αυτό το είχα ερωτευτεί. Είχα συχνά στιγμές που οι κερκόπορτες της συναισθηματικής τειχίσεως μου ήταν ορθάνοιχτες. Σε μία από αυτές, εν ώρα μαθήματος, γυρίζω στα παιδιά και με συγκίνηση που δεν ήταν φανερά αιτιασμένη τους λέω:
«Παιδιά, να ξέρετε, είστε πολύ τυχερά που βρίσκεστε εδώ. Ζείτε τώρα τα πιο ευτυχισμένα χρόνια σας και προσπαθείστε να πάρετε όσα περισσότερα μπορείτε από αυτό το σχολείο».
Και ο Πάνος σηκώθηκε, και κουβαλώντας το θρανίο του βγήκε έξω από την αίθουσα.
ΥΓ 1. Στο 1’.36’’ του κομματιού ακούγεται το κινητό κάποιου ζώου (ή το ζώον κάποιου κινητού). ΥΓ 2. Από το δημόσιο σχολείο που διορίστηκα παραιτήθηκα την επόμενη χρονιά, χάριν ενός άλλου μεγάλου έρωτος –ξέρει ο Κουκουζέλης – του Πρότυπου Μουσικού Κέντρου Πειραιά (1994-1999).
Ο Αρσένιος ο Μικρός, μελωδός πιθανώς του ύστερου 17ου αιώνα ή των αρχών του 18ου, δεν έχει αφήσει βιογραφικά ίχνη, παρά μόνον την υπογραφή του στα έργα του. Τον 17ο αιώνα η εκκλησιαστική μας μουσική γνωρίζει μιαν ακμή η οποία εκφράζεται με την καλλιέργεια μιας νέας μουσικής φόρμας που ονομάστηκε «Καλοφωνικός Ειρμός». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:
Ο ειρμός είναι δομική υπομονάδα μιας παλαιότερης φόρμας τής υμνολογίας μας, της φόρμας του Κανόνα. Ο Κανόνας, φόρμα που αναπτύχθηκε την εποχή του Δαμασκηνού ως απαύγασμα της νίκης των εικονολατρών, απαρτίζεται από 9 ωδές και κάθε ωδή έχει 4 στροφές εκ των οποίων η πρώτη ονομάζεται ειρμός, και επέχουσα θέση κεφαλής ακολουθείται από 3 πανομοιότυπες μετρικά και μελικά στροφές, που ονομάζονται ύμνοι. Κάθε ένας από τους 9 ειρμούς του Κανόνα, έχει δική του μετρική και δικό του μέλος. Ο Κανόνας, γενικά μελίζεται στο ειρμολογικό ή και σύντομο λεγόμενο μέλος. Φανταστείτε μια βασική χρονική μονάδα η οποία αντιστοιχεί σε διάρκεια στο χρόνο που κρατάει μια συλλαβή στον συνήθη λόγο της ομιλίας μας. Φανταστείτε την ως χρονική-μουσική ψηφίδα. Κάθε συλλαβή του Κανόνα ρυθμικά αντιστοιχεί σε μία χρονική-μουσική ψηφίδα, με εξαίρεση συλλαβές φορείς τόνου, ή καταληκτικές συλλαβές πριν από σημεία στίξεις, που κρατούν δύο χρονικές ψηφίδες. Συνολικά ο Κανόνας θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια τραγουδισμένη ομιλία. Και έρχεται να διαδεχτεί την αρχαιότερη φόρμα του Κοντακίου, η οποία απαρτίζεται από μία κεφαλή (το κοντάκιον) και 24 πανομοιότυπους μελικά ύμνους τους λεγόμενους και οίκους. Ο Κανόνας, ως εκ τούτου είναι μια πολυπλοκότερη φόρμα από αυτήν του Κοντακίου. Αν το Κοντάκιο παρασταθεί ως Α, Α1, Α2, Α3,…….Α24, ο Κανόνας θα παρασταθεί ως Α, Α1, Α2, Α3, Α4 – Β, Β1, Β2, Β3, Β4………..Θ, Θ1, Θ2, Θ3, Θ4. Και ενώ το Κοντάκιο συνήθως επικεντρώνεται νοηματικά στην αφήγηση ενός εορταζομένου θέματος, ο Κανόνας συνήθως επικεντρώνεται σε ένα δογματικό θέμα, στις πρώτες ωδές συσχετίζοντάς το με την προτύπωσή του στην Παλαιά Διαθήκη και στις ακολουθούσες ωδές με την ενσάρκωσή του στην Καινή, ενώ την Θ΄ ωδή αφιερώνει στην Θεοτόκο.
Ο Καλοφωνικός ειρμός, σε αντίθεση με τις διδακτικές προθέσεις που εκφράζονται στον Κανόνα, επιλέγει τον αισθητικό δρόμο της ύψωσης προς το θείο. Ο μελουργός, επιλέγει έναν ειρμό από κάποιον προγενέστερο κανόνα και τον μελίζει εκτενώς, αφιερώνοντας σε κάθε συλλαβή του πολλές χρονικές-μουσικές ψηφίδες. Ανήκει ο Καλοφωνικός ειρμός, ως εκ τούτου στο «αργόν» λεγόμενο είδος της μελοποιΐας. Το ποιητικό κείμενο του Καλοφωνικού ειρμού, ήδη γνωστό, και ακουσμένο μέσω του ψαλθέντος Κανόνα της εορτής κατά τον όρθρο, αναπλάθεται αφομοιούμενο και σχεδόν αποδομημένο ως αυτόνομη μακροσκελής μουσική φόρμα, προς το τέλος της θείας λειτουργίας για να υπηρετήσει ανάγκες παράτασης της, ώστε να μοιραστεί πχ σε ένα μεγάλο εκκλησίασμα το αντίδωρο. Στον Καλοφωνικό ειρμό, αναγνωρίζουμε πολλά στοιχεία μιας καθαρής μουσικής φόρμας, όπως η ανάπτυξη μέσω μοτίβων, η επανάληψη μουσικών φράσεων, και γενικά χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν μάλλον σε φόρμες οργανικής μουσικής, έστω και αν παραμένει ένα είδος εντός των πλαισίων της φωνητικής μουσικής. Ο ποιητικός λόγος γίνεται αχθοφόρος μουσικών νοημάτων (ανταποδίδοντας την εξυπηρέτηση που είχε κάνει η μουσική στον Κανόνα).
Και ως πεδίον αισθητικής έκφρασης ανέδειξε ο Καλοφωνικός ειρμός μεγάλους συνθέτες κατά τον 17ο και 18ο αιώνα με κορυφαίο τον Πέτρο Μπερεκέτη, ο οποίος θεωρείται και πατέρας του μουσικού αυτού είδους.
Στο βίντεο αυτού του ποστ, του Κουκουζέλη ζωγραφούντος εμού δε καλο(;)φωνούντος, παρουσιάζεται ο πρώτος Καλοφωνικός Ειρμός της πρώτης έντυπης έκδοσης του Καλοφωναρίου, της συλλογής Καλοφωνικών ειρμών, χρηστικού βιβλίου της ψαλτικής, ο οποίος αυτός ο πρώτος καλοφωνικός ειρμός της συλλογής ανήκει στον Αρσένιο τον Μικρό.
Την συναυλία προεορτάζει θίγοντας επίσης με γλαφυρότητα ζητήματα περί σύγχρονης μουσικής σε αυτό το ποστ ο Αθήναιος και τον ευχαριστώ θερμότατα.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
1. Ανάκρουση για την υποδοχή του νέου χρόνου (Γ.Χατζημιχελάκης, 2006)
βασισμένο στα Πρωτοχρονιάτικα Κάλαντα της Ρόδου
Αγγελίνα Τκάτσεβα τσίμπελ, Όλγα Αρτικοπούλου τσέλο 2. Κοντσερτίνο για τσίμπελ και κοντίνουο πιάνο & τσέλο (Γ.Χατζημιχελάκης, 2007) μεταγραφή από το κοντσερτίνο για όμποε και σεξτέτο ξυλίνων πνευστών I Allegretto calmo, II Andante, III Allegro Αγγελίνα Τκάτσεβα τσίμπελ, Νέλλη Σεμιτέκολο πιάνο, Όλγα Αρτικοπούλου τσέλο
3. Emigrette για σόλο πιάνο (Π.Λυκούδης 2007) σε μία κίνηση: Αndante-Αllegro-Αndante-Αllegro Μolto-Αdagio Χλόη Καμπέρου πιάνο
4. Πέντε Μινιατούρες για τσίμπελ (Π.Λυκούδης 2006) Ι Μoderato, ΙΙ Αllegro, ΙΙΙ Αndante, IV Moderato, V Allegro Αγγελίνα Τκάτσεβα τσίμπελ
5. Ινβενσιόν για τσέλο (Γ.Χατζημιχελάκης, 2007)
Όλγα Αρτικοπούλου τσέλο
6. Κοντσερτίνο για τρομπόνι και πιάνο (Π.Λυκούδης, 2007) Ι Grave, ΙΙ Μoderato-Αndante-Μoderato, ΙΙΙ Αndante, IV Αllegro Παναγιώτης Λυκούδης τρομπόνι, Χλόη Καμπέρου πιάνο
7. Δεύτερη Σουίτα για τσίμπελ και τσέλο (Γ.Χατζημιχελάκης, 2006) τα μέρη βασίζονται σε βαλκανικούς και μικρασιάτικους χορευτικούς ρυθμούς Ι Χορευτική Εισαγωγή, ΙΙ Halay Havasi (βασισμένο σε μία καταγραφή του Μπέλα Μπάρτοκ από τη Μ.Ασία), III Μπεράτι, IV Σέρβικο, V Παϊντούσκα Αγγελίνα Τκάτσεβα τσίμπελ, Όλγα Αρτικοπούλου τσέλο
8. Εαρινό (Γ.Χατζημιχελάκης, 2008) για δύο πιάνα, τσίμπελ, τρομπόνι, τσέλο, ούτι, μπεντίρ και 6 εκτελεστές
Απεικονιστική (προγραμματική) μουσική: Παίρνω δύο προβατοκουδούνες και ως μέρος ή και όλον κάποιου έργου μου (συμφωνικό, δωματίου, ηλεκτρονικό, σόλο για 2 προβατοκουδούνες) τις κάνω να ηχούν παρόμοια με το να ήταν κρεμασμένες στους λαιμούς δύο κριαριών / "γκλαν-γκλαν τα σήμαντρα της ερημίας". Η ένταξή τους στο έργο θα είναι υπο/αναμνηστική.
Απόλυτη μουσική: Παίρνω δύο προβατοκουδούνες και παίζω "εβγάζοντας" οιαδήποτε σχήματα (αλλά και ήχους ορισμένους) δεν θυμίζουν το ήθος των ήχων που θα έβγαζαν αν ήταν κρεμασμένες στους λαιμούς δύο κριαριών. Η ένταξή τους στο έργο, (ακόμα και αν πρόκειται για έργο με σόλο προβατοκουδούνες) θα είναι δομική.
Οι μεταξύ των ανθρώπων σχέσεις που δεν χρειάζεται να υπάρχουν για την ουσία, αλλά δημιουργούνται για να νομιστεί ο τύπος, είναι η βάση της ανάδειξης των ψευτοαρχηγών.
Πιο απλά. Οι άνθρωποι, όταν λένε ότι θέλουν να κάνουν κάτι, όχι μόνοι τους, αλλά μαζί με άλλους, και παρ’ όλα αυτά δεν μπορούν να το κάνουν επειδή δεν το έχουν εννοήσει, είτε σε βάθος, είτε σε πλάτος, τότε έχουν ανάγκη κάποιον να συντονίσει την παρανόηση.
Στην περίπτωση που κάποιος θέλει να κάνει κάτι μόνος του, αλλά βρίσκεται σε ανάλογη αμηχανία, αν ατυχήσει και δεν συναντήσει τον δάσκαλο, (ή αν έχει την τάση να δελεάζεται) τότε αναδεικνύεται ο ψευτοδάσκαλος.
Αν για παράδειγμα κάποιοι θέλουν να χτυπήσουν 60 παλαμάκια μέσα σε ένα λεπτό, όπου κάθε παλαμάκι θα απέχει από το άλλο κατά ένα δευτερόλεπτο, τότε χρειάζονται κάποιον που με την κίνηση του χεριού του θα τους δείχνει το ακριβές χρονικό σημείο κάθε κτύπου και παράλληλα με έναν σωματικό παλμό θα τους προδιαθέτει να τον πετύχουν. Χρειάζονται μαέστρο. Αν πάλι κάποιος πρέπει να μάθει πώς μόνος του θα χτυπάει 60 παλαμάκια ισόχρονα μέσα σε ένα λεπτό, χρειάζεται ένα δάσκαλο να του δείξει τον τρόπο.
Ο ψευτοαρχηγός στο συγκεκριμένο παράδειγμα θα ήταν αυτός που θα δεχόταν να συντονίσει κάποιους που θα ήθελαν να πετύχουν το συγκεκριμένο αποτέλεσμα χωρίς να έχουν περάσει από τη φάση της ατομικής εκμάθησής του με ένα δάσκαλο. Ο ψευτοδάσκαλος στο ίδιο παράδειγμα θα ήταν αυτός που αντί να διδάξει τον τρόπο εκμάθησης, θα ομιλούσε γενικώς περί του πόσο ευτυχείς θα είναι όσοι ομαδικώς επιτύχουν το περί ου ο λόγος αποτέλεσμα, το οποίον επιτυγχάνεται τάχα, όχι επί τη βάσει της ατομικής εξάσκησης και παιδείας, αλλά δια της μαγικής χειρός του μαέστρου.
Μπορεί το παράδειγμα να φαίνεται απλό, επειδή όλοι συνοδεύουμε με παλαμάκια τον Νταλάρα (αυτός μου ήταν πρόχειρος). Αλλά, μία αναδρομή στα παιδικά μας χρόνια θα μας θυμίσει το πώς το κατακτήσαμε.
Έξι μήνες πριν, καθώς είχαμε αναλάβει το καλλιτεχνικό μέρος της Τελετής Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας 2008, για τους αγώνες του Πεκίνου, σε κάποιο από τα βραδινά μας μεταμεσονύκτια τηλεφωνήματα, η κυρία Χορς μου είπε:
-Αυτή τη φορά, θέλω να κάνουμε κάτι διαφορετικό για το ξεκίνημα. Θέλω κάτι έντονο, βακχικό. Να μην εμφανιστούν στο πρανές οι κοπέλες ιερατικά, όπως συνήθως, αλλά να ξεχυθούν ορμητικά. Δεν ξέρω γιατί, αλλά έτσι αισθάνομαι αυτή τη φορά. Μπορείς να το φτιάξεις; - δεν θέλω να σε βάζω σε κόπο.
-Θα το φτιάξω κυρία Χορς. Η αρχή θα είναι όπως τη θέλετε. Αλλά θα ενθυλακώσω και το στοιχείο του θρήνου. Το τοπίο γύρω είναι καμένο. Πρέπει να ακουστούν οι οιμωγές των πνευμάτων του δάσους. Και μετά ένα δωρικό ιερατικό φωνητικό. Το στοιχείο της διαμαρτυρίας και εδώ θα έχει παρουσία. Σαν ένας θρήνος που εξελίσσεται επ’ ευκαιρία της γιορτής σε ωδή με την επίγνωση της πρόσκαιρης εκεχειρίας. Και μετά γιορτή. Χορός. Αλλά το θέμα της εισαγωγής του θα είναι από το Επιτύμβιο του Σείκιλου:
ΟΣΟΝ ΖΗΣ ΦΑΙΝΟΥ
ΜΗΔΕΝ ΟΛΩΣ ΣΥ ΛΥΠΟΥ
ΠΡΟΣ ΟΛΙΓΟΝ ΕΣΤΙ ΤΟ ΖΗΝ
ΤΟ ΤΕΛΟΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ
ΑΠΑΙΤΕΙ.
Πριν δύο μήνες η κυρία Χορς αποσύρθηκε (το ρήμα αμετάβατον, κάποιες ωστόσο φορές δεν αρκείται στην αυτενέργεια του υποκειμένου, αλλά έχει και ποιητικόν [υπ]αίτιον). Αποσύρθηκα επίσης. Το βίντεο που ακολουθεί είναι βασισμένο σε ένα σκίτσο μου για τη μουσική πάνω σε ιδέες της χορογραφίας που δεν ευοδώθηκαν. Οι φωτογραφίες είναι της αγάπης μου, από παλιές πρόβες....
Η συνέχεια επί της οθόνης.
Καλή επιτυχία στην χορογράφο Άρτεμι Ιγνατίου και τον συνθέτη Φίλιππο Τσαλαχούρη που μας διαδέχθηκαν στην καλλιτεχνική ευθύνη της φετινής Τελετής.
Εορτάζοντας την επέτειο των 30 χρόνων από τότε που ο 15χρονος Δημήτρης Διδυμιώτης, κατά την ώραν της παραδόσεως του μαθήματος της Ιστορίας, ευρίσκετο χάσκων ως συνήθως εις κατάστασιν ενδοαπορροφήσεως, τιμής ένεκεν, εκθέτω εις κοινήν κρίσιν μιάν υπ' εμού του ταπεινού μελοποίησιν και κλιποποίησιν ενός στιχουργήματός του:
Ο ΠΟ[νό]ΛΕΜΟΣ ή ΠΑΣΤΙΛΙΕΣ
Γύρισα από τον πόλεμο
μ' ένα φρικτό πονόλαιμο.
Τί κι αν παστίλιες γέμισα
δεν τον καταπολέμησα.
Θα πείτε: "άντεξες πόλεμο
και κλαις για ένα πονόλαιμο.
Άλλοι πήγαν στον πόλεμο
και τους τον 'κόψαν το λαιμό,
κι εσύ παραπονιέσαι;
Σ' έχουμε 'δω αρτιμελή
και μια πρησμένη αμυγδαλή
σε κάνει και χτυπιέσαι;"
Πράγματι, θα 'ταν φοβερό
σε τέτοιον άγριο πόλεμο
-σκεφτείτε, μια στις χίλιες-
αν μού 'χαν κόψει το λαιμό,
τότε, χωρίς πονόλαιμο,
πώς θα 'τρωγα παστίλιες;
Ὁμοίως καὶ ἐν τῷ δεξιῷ μέρει, ἐν ᾧ καὶ ὁ δρουγγάριος τῆς βίγλης παρίσταται, ἵσταται ὁ τοῦ μέρους τῶν Πρασίνων μαΐστωρ μετὰ καὶ ὀλίγων δημοτῶν μετὰ καὶ τῶν πανδουριστῶν μετὰ τῶν πανδούρων, καὶ ὄπισθεν αὐτοῦ οἱ δύο Γότθοι φοροῦντες γούνας….. (από το ΓΟΤΘΙΚΟΝ του ΠΕΤΕΦΡΗ)
Ποίοι οι πανδουρισταί; Εύκολο, θα μου πείτε: αυτοί που παίζουν τις πανδούρες. Πανδούρα, αλεξανδρινή εξέλιξη της αρχαιοελληνικής λέξης «πανδουρίς», όργανο που, όπως λέει ο λεξικογράφος Πολυδεύκης*, οι Έλληνες το υιοθέτησαν από τους Ασσυρίους. «Στους Αλεξανδρινούς χρόνους το όνομα πανδούρα** χρησιμοποιούνταν για να δηλώνει και ολόκληρη την οικογένεια όμοιων οργάνων που παίζονταν με πλήκτρο. Όπως λέει ο Sachs (Hist. 137): "είχε ένα μακρύ βραχίονα (χέρι) χωρίς στριφτάρια (κλειδιά, κόλλαβους), μικρό σώμα, τάστα και τρεις χορδές"· Πολυδ. (IV, 60): "τρίχορδον δε, όπερ Ασσύριοι πανδούραν ωνόμαζον· εκείνων δ' ήν και το εύρημα" (το τρίχορδο που οι Ασσύριοι ονόμαζαν πανδούρα· ήταν άλλωστε δική τους εφεύρεση)». Από την Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας Ελληνικής Μουσικής, του Σόλωνα Μιχαηλίδη –κυπρίου μαέστρου, συνθέτη και παιδαγωγού.
Η τρίχορδη πανδούρα των αρχαίων ελλήνων ήταν ένα όργανο μάλλον εξαιρεμένο από την διαδεδομένη μουσική πράξη, στην οποία δέσποζαν τα αρποειδή έγχορδα (λύρες, βάρβιτοι, κιθάρες κλπ), καθώς και ποικιλία αυλών και κρουστών). Ήταν όργανο μάλλον για περιθωριακή χρήση, δεν το απαντούμε σε παραστάσεις αγγείων. Το γνωρίζουμε από αυτό το χαρακτηριστικό άγαλμα Μούσας (Μαντινεία, 5ος π.Χ. αι) και από αγαλματίδια Ταναγραίων. Ίσως να προσιδίαζε στις γυναίκες αυτό το όργανο. Κάπου μάλιστα με πάει η εξ άπω ανατολής απόγονος της ασσυριακής πανδουρίδας. Λέτε, οι Ταναγραίες;
Να όμως και ένα αγαλματίδιο του 13 π.Χ αιώνα που κοσμεί το αρχαιολογικό Μουσείο της Χάιφας. Και σημιτικόν, δηλαδή, τ' αργανάκι.
Η μεσαιωνική εξέλιξη της πανδουρίδας μας οδηγεί στα όργανα με λαουτοειδή μορφή – βλέπετε το απολλώνιο τόξο δύο μουσικές ενσαρκώσεις μπορεί να πάρει, αυτή της άρπας και αυτή της πανδουρίδας.
Μετεξέλιξη των αρποειδών, τα τραπεζοειδή κανονάκια και σαντούρια και εξ αυτών τα εκ παραφθοράς των κυμβάλων (αλλού γι’ αλλού), τσίμπαλα και πιάνα. Της πανδουρίδος απόγονος , εις τα ημέτερα νεοελληνικά, ο ταμπουράς και το μπουζουκάκι.
Ωστόσο ο πολύτιμος Φαίδων Κουκουλές στο περιώνυμον ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ μας πληροφορεί ότι στα βυζαντινά χρόνια η λέξη "πανδουριστής" (αλλά και "φάνδουρος, ο") σημαίνει γενικώς τον οργανοπαίκτη και ειδικότερα τον σαλπιγκτή του Ιπποδρόμου, κάτι σαν τον συχωρεμένο γαύρον Αττίλιο (Βασίλη Δουρίδα), ήτοι «ρούλα-λά, ρούλα-λα, πράσινα καρούμπαλα». Μάλλον, τέτοιοι ήσαν και οι πανδουριστές του Γοτθικού. Σιγά μην ο δρουγγάριος έσερνε μαζί του λεπτεπιλέπτους μπουζουκτσήδες.
Και επειδή οι μακριές σάλπιγγες εκείνης της εποχής «εξέβγαζον» έναν θεμελιώδη ήχο και τους αρμονικούς του, οι σαλπιγκτές για να δώσουν ποικιλία στις εκφερόμενες μελωδίες τους, διέθεταν σάλπιγγες κουρδισμένες σε ποικίλους τόνους. Παίζανε διαδοχικά μελωδίες ισοδύναμες, αλλά επειδή ο ένας έπαιζε σε διαφορετικό τόνο από τον άλλο, δινόταν μια ηχητική εικόνα ενδιαφέρουσα. Και όταν στο Γοτθικόν μας λέει ότι τη μιαν ο ένας έπαιζε «νανά» και μετά ο άλλος «άγια», σημαίνει ότι του ενός η σάλπιγγα ήταν κουρδισμένη στον Γ’ ήχο και του άλλου στον Δ’ ήχο, (δηλ. σε τονιαία μεταξύ των απόσταση). Εφεδάκι που εν πολλοίς μου θυμίζει το εγερτήριον του στρατοπέδου μου, όταν ήμην και εγώ νέος, ωραίος και ρωμαλέος (καθότι και ταμπουρατζής).
* Ο Ιούλιος Πολυδεύκης έζησε περί τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Καταγόμενος από την Ναύκρατι της Αιγύπτου, σπούδασε και κατόπιν δίδαξε ρητορική στη Αθήνα. Έργο του σπουδαίο το ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΟΝ, λεξικό με λήμματα της αττικής διαλέκτου, του οποίου σώζεται επιτομή που συνέταξε τον 9ο αιώνα ο Βυζαντινός λόγιος Αρέθας.
** Κατά τον Πυθαγόρα "η πανδούρα κατασκευαζόταν από τους τρωγλοδύτες της Ερυθράς Θάλασσας από λευκή δάφνη που φυτρώνει κοντά στη θάλασσα" (Αθήναιος, όχι ο μπλόγκερ. Δ', 183F-184A, 82). Ο Νικόμαχος γράφει στο Εγχειρίδιό του (κεφ. 4) ότι το μονόχορδο ονομαζόταν φάνδουρος. Ο Ησύχιος χρησιμοποιεί τη λέξη πανδουρίς για το όργανο και τον όρο πάνδουρος για τον εκτελεστή· "πανδούρα ή πανδουρίς, όργανον μουσικόν. Πάνδουρος δε ο μεταχειριζόμενος το όργανον".
πανδουρίζω· παίζω την πανδούρα. πανδουριστής· ο εκτελεστής της πανδούρας.
από την "Εγκυκλοπαίδεια της Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής" του Σ. Μιχαηλίδη
...έτσι βιαστικά, σαν πρώτη νύξη ιδού μια φωτογραφία από το ΜΕΓΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΝ του Χρυσάνθου (εκδ. 1832, αναστατική έκδοση εκδόσεις ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ - κυκλοφορεί). Προαναγγέλεται έτσι ένα θέμα περί των λέξεων "νανά" και "άγια" που χόρεψαν στο Γοτθικόν του Πετεφρή.
Πρόκειται για απηχήματα εκκλησιαστικών ήχων, δηλαδή για μικρές μελωδικές γραμμές οι οποίες με αμεσότητα μας δίνουν την ιδέα του μέλους (της μελωδικής γραμμής) που θα ακολουθήσει, σαν μια μικρή, επαρκής όμως προεισαγωγή, ή και σαν πρόσταγμα, σαν καθοδήγηση, που δείχνει τον δρόμο στον τραγουδιστή.
Περισσότερα σε επόμενο ποστ, να διαβάσω προσεκτικά πολύ το Γοτθικόν.
Νά σαι καλά Πετεφρή, μου άνοιξες την όρεξη για νέον "διδακτορικόν".
....και πρόσεξε: δεν είναι "ανα τε", είναι "ανανές", (και αμέσως μετά "ανεανές") δεν ξέρω αν διαβάζεις χειρόγραφο, ή μεταφορά του κειμένου στο έντυπο, πάντως δες και τον τροχό της φωτογραφίας που έχω παραθέσει. Τα απηχήματα είναι: Ανανές (Α' ήχος), Νεανές (Β' Ήχος), Νανά (Γ' ήχος) Άγια (Δ' ήχος) κλπ. ... δηλαδή αυτό που μοιάζει με u αλλά και αυτό που μοιάζει με καλλιγραφικό τείναι αμφότερα παλαιογραφικές γραφές του Ν.
Βρήκα μιαν ιδιότυπη ηχοχρωματική συγγένεια με αυτό που έχουμε στ' αυτιά μας σαν ανατολίτικο ήχο, κυρίως από δικές μας παλιές ηχογραφήσεις σμυρνέικων τραγουδιών. Ίσως το λυγμικό παίξιμο του δοξαριού των τοξοτών οργάνων και ο ήχος του κότο που τόσο συγγενεύει με το κανονάκι.Τη συγγένεια, επειδή είναι μακρινή, τη βρήκα, όχι κυττάζοντας (-ακούγοντας) το ψηφιδωτό, αλλά τις ψηφίδες.
Η συναυλία θα δoθεί στο Ωδείο Athenaeum που βρίσκεται στην οδό Αδριανού 3 στο Θησείο την Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου στις 20:30.
Θα παρουσιαστεί ένας κύκλος τραγουδιών σε ποίηση Ελλήνων ποιητών ( Ελύτης, Βιζυηνός, Σαραντάρης, Σπεράντζας κ.α.) με θέμα τον ήλιο και το φεγγάρι, ένας κύκλος σε ποίηση Καρυωτάκη, 2 τραγούδια σε ποίηση Τ. Πορφύρη και ένας κύκλος σε ποίηση Ιερομόναχου Συμεών.
ένα ποίημα του Ανδρέα Εμπειρίκου (συλλογή: ΕΝΔΟΧΩΡΑ/Τα κάστρα του ανέμου) τραγουδισμένο από τον Γεράσιμο Μπερεκέτη, με φόντο ένα "παιχνίδι" πάνω σε μιαν ελαιογραφία του Γρηγόρη Σεμιτέκολο.
Αυτή την εποχή τού χρόνου / This time of year
-
(English following.)
Αυτή η εποχή του χρόνου, μετά τα πρωτοβρόχια και την επαναφορά στην
καθημερινότητα τού σχολείου, έρχεται να γεμίσει την εικόνα με τ...
CHOPIN: Walz in A minor
-
Αυτή είναι η παρτιτούρα του βαλς του Chopin, που ανακαλύφτηκε πρόσφατα σε
ένα χρηματικιβώτιο της Βιβλιοθήκης Morgan στο μουσείο της Νέας Υόρκης
(γιατί δε...
20241028 οκτώ φωτογραφίες από την αμανή
-
ένα βιαστικό κύκλο έκανα στην αμανή, είδα στα γρήγορα πολλές μικρές
εικόνες, δεκάδες άνθρωποι διάσπαρτοι εδώ και κει μάζευαν ελιές, η μυρωδιά
του πεύκου, ...
O τόπος μας
-
Ανεβήκαμε πάνω στο λόφο να δούμε τον τόπο μας-
φτωχικά, μετρημένα χωράφια, πέτρες, λιόδεντρα.
Αμπέλια τραβάν κατά τη θάλασσα. Δίπλα στ' αλέτρι
καπνίζει μια μ...
εφτά του δεκαεφτά
-
*–Γιατί κοριτσάκι μένεις μόνο σου εδώ έξω, σ’ αυτή την παγωνιά;*
.
*–Δεν είμαι μόνη, είμαι με την αναμονή μου.**
.
.
.
Η αναμονή, η προσδοκία της ζωής. Η...
Λειτουργικό τραγούδι: Αλησμονώ και χαίρομαι.2.
-
Τώρα που γνωρίσαμε τα ρήματα, αναγνωρίζουμε κάποια χαρακτηριστικά τους. Το
τραγούδι μας ξεκινά με ένα ρήμα: αλησμονώ. Γνωρίζω το λησμονώ αλλά το
αλησμονώ...
εξαλείφοντας την πικρία....
-
Ο Χρόνος εκδικείται
εξαλείφοντας την πικρία....
Δράττομαι της ευκαιρίας να υπογραμμίσω τα λόγια αυτά του Μπερεκέτη, κατά
κόσμον Γεωργίου Χατζημιχελάκη, τ...