ΠΡΟΛΟΓΟΣ
______
παρών τόμος είναι μια προσπάθεια
συλλογής των λαϊκών παραδόσεων για την θάλασσα και για τα περί αυτήν. Πολλοί
από τους μύθους που καταγράφονται εδώ είναι τόσο παλιοί όσο και η ίδια η
Ιστορία, και ακόμα περισσότερο, και μερικοί από τους πιο ενδιαφέροντες θρύλους
έχουν επανειλημμένα δημοσιευτεί∙ αλλά, εξ όσων γνωρίζω, καμία ολοκληρωμένη
συλλογή των θαλασσινών θρύλων δεν έχει γίνει ως τώρα. Δεν υποστηρίζω ότι η
παρούσα εργασία είναι διεξοδική, καθώς πολλά έχουν γραφτεί για την μυστηριώδη
θάλασσα, και πολλά μένουν για κάποιον μελλοντικό συλλέκτη των λαϊκών
παραδόσεων, αλλά το μεγαλύτερο μέρος των θαλασσινών θρύλων περιλαμβάνεται εδώ.
Αυτοί οι θρύλοι
προέρχονται από ποικίλες και πολύ διαφορετικές πηγές. Η συγκριτική μυθολογία μάς
έχει διδάξει να μην περιφρονούμε ακόμα και την πιο αλλοπρόσαλλη διήγηση, εάν αξιοποιώντας την, καταφέρουμε
μέσω της σύγκρισης να φωτίσουμε μύθους ή παραδόσεις λογικοφανείς. Για την
ερμηνεία των μύθων της Φύσης, αυτών της θάλασσας και του αέρα, έχω υιοθετήσει ως
ασφαλή οδηγό τις διδαχές του Cox, του οποίου τα
συγγράμματα έχουν τύχει της αποδοχής των μελετητών. Τις καθιερωμένες εργασίες των Anthon, Murray, Gladstone, Keary, Fiske και Kelly επίσης έχω λάβει υπ’ όψιν και παραπέμπω σε
αυτές. Αυτές οι μυθολογικές ιδέες των πρώιμων εθνών συχνά χρησιμεύουν σαν
κλειδί για την ερμηνεία των πιο πρόσφατων δεισιδαιμονιών. «Οι θρησκευτικοί
μύθοι της αρχαιότητας, καθώς και οι οικείες παραδόσεις της αρχαιότητας και των
νέων χρόνων, έχουν την κοινή τους ρίζα στα
πνευματικά έθη της πρωτόγονης ανθρωπότητας. Πρόκειται για τις πλέον πρώιμες
καταγεγραμμένες διατυπώσεις των ανθρώπων σχετικές με τον κόσμο μέσα στον οποίο
γεννήθηκαν.»
Πολλοί
που έγραψαν για τις λαϊκές παραδόσεις συμβουλεύτηκαν, ειδικά σε ό, τι
σχετίζεται με την θάλασσα, το “Melusine”, ένα παριζιάνικο περιοδικό για την λαϊκή παράδοση, τις δημοσιεύσεις
της Folk-lore Society, τις
εργασίες του Jal, του Jones, των Bottrell, Hunt, Gregor, Sébillot, Grimm, Thorpe, Kuhn and Campbell.
Διαφωτιστικά στοιχεία για το θέμα μας, επίσης προέρχονται από διηγήσεις των
μοναχών και των ιερέων κατά την διάρκεια των μέσων χρόνων, οι οποίοι για να
εξυπηρετήσουν τους σκοπούς τους, τις διόγκωσαν με μύθους της αρχαιότητας και
δεισιδαιμονίες των παγανιστών, και μ’
αυτόν τον τρόπο εμπλουτίστηκαν πολλές διηγήσεις για αγίους και δαίμονες, πολλά έθιμα,
κανόνες, καθώς και τελετουργίες των ανθρώπων
της θάλασσας. Οι Maury, Collin de Plancy, Schindler και πολλοί άλλοι μας προσφέρουν
τους θρύλους αυτούς που έχουν φιλοξενήσει στα γραπτά τους.
Παραδόσεις, δοξασίες και έθιμα
των σύγχρονων ναυτικών έχουν απανθιστεί από διάφορες λαογραφικές συλλογές και από
σελίδες συγγραφέων της ναυτοσύνης, όπως οι Jal, Marryat, Basil Hall, Melville, Cheever, Cooper και άλλοι που αναφέρονται
σε αυτήν την εργασία, καθώς και από περιηγητικές και ταξιδιωτικές συλλογές των Pinkerton, Navarrete, Pigafetta και άλλων. Προσωπικές σημειώσεις και
παρατηρήσεις κατά την διάρκεια της δεκαπενταετούς θητείας μου στο ναυτικό
έρχονται να συμπληρώσουν αυτές τις θεωρήσεις.
Οι ποιητές και οι στιχουργοί
μπαλάντας έχουν, πάλι, ενσωματώσει πολύτιμο υλικό. Τα λόγια τους είναι
αποκρυσταλλωμένη έκφραση δημοφιλών ιδεών – η αντανάκλαση της κοινής γνώμης, ενδεδυμένη
με κομψότητα ή με μουσική φόρμα. «Τα παλιά λαϊκά τραγούδια, όπως εύστοχα
αποκαλούνται, παραμένουν τώρα για μας ως μια παρακαταθήκη ιστορικών μαρτυριών
για τα ήθη και τα έθιμα, για τις σκέψεις και τις δοξασίες, των περασμένων
χρόνων.» Υπάρχει μια εκπληκτική ποσότητα αποθησαυρισμένων μύθων και λαϊκών
παραδόσεων στους Σαίξπηρ, Moore, Longfellow και σε άλλους ποιητές,
για να μην μιλήσουμε για τα αρχαία κλασσικά έργα τα οποία υπερχειλίζουν από
παραδόσεις λαϊκής προέλευσης.
Προσπαθώντας να επιλύσω
πολλά προβλήματα που παρουσιάστηκαν σε διάφορα μέρη αυτού του τόμου, επιδόθηκα
σε ένα αγώνα αποφυγής των προκαταλήψεων για κάθε θεωρία. Γενικά αυτές οι
δεισιδαιμονίες είναι τα αποτελέσματα πολλών και διαφορετικών αιτίων, και θα αποδειχθεί
ότι αν και προέρχονται, όπως οι περισσότεροι μύθοι της αρχαιότητας, από
εικασίες για τα φυσικά φαινόμενα, άλλες επιρροές είχαν ισοδύναμο αποτέλεσμα
στην εξέλιξη της σύγχρονης δεισιδαιμονίας. Στην πραγματικότητα υπάρχει συχνά
μια λογική βάση για αυτές τις παραδόσεις, η οποία αν δεν λειτουργεί ως γεννήτωρ
των θρύλων, λειτουργεί ως διαιωνιστής. Ο αγράμματος ναύτης λίγα θα μπορούσε να
γνωρίζει για τις αρχαίες θεότητες της θάλασσας, για τις Νηρηίδες και τις Σειρήνες,
κλπ, αλλά θα μπορούσε να αναγνωρίσει στο σφραγιδόλιθο, έναν θαλάσσιο ελέφαντα, ή
το ντιγκόγκ, το πρόσωπο και το σχήμα μιας γυναίκας με ουρά ψαριού. Λίγα θα
μπορούσε να γνωρίζει για τις κλασσικές και βιβλικές παραδόσεις γύρω από τα
τέρατα των υδάτων, αλλά θα μπορούσε να δει υπέρογκες μορφές που ξεγελώντας τα
μάτια του μεταλλάσσονταν σε τερατώδες χταπόδι, ή σε γιγάντιο θαλάσσιο φίδι, ή θα
μπορούσε να φανταστεί την πιο πρόσφατη μορφή ενός επιπλέοντος φυκιού.
Τα φυσικά αυτά αίτια έχουν
ενισχυθεί, στο πλαίσιο της διαιώνισης αυτών των δεισιδαιμονιών, από τον
συντηρητισμό του ναυτικού, ο οποίος προσκολλάται στις πεποιθήσεις του με μεγάλη
επιμονή. Ο Γκριμ φωτίζει αυτό το σημείο όταν λέει: «Οι πρώτοι Σκανδιναβοί χριστιανοί
πίστευαν στον Χριστό, και παρ’ όλα αυτά
επικαλούνταν τον Θωρ στα ταξίδια τους και στις δυσκολίες.» Ο ναυτικός, όπως έχει
συχνά παρατηρηθεί, είναι ένα εύπιστο νήπιο σε πολλά πράγματα. Συχνά φοβάται
λιγότερο τους φονικούς κανονιοβολισμούς από ένα πτώμα ή ένα φέρετρο, και τον ανησυχεί
λιγότερο μια μανιασμένη θύελλα, απ’ όσο οι κατά φαντασίαν οιωνοί για επικείμενο
ναυάγιο ή θεομηνία στον αέρα ή τη θάλασσα. O Gibbon εκθέτει
αυτά τα περιστατικά με τον καλύτερο τρόπο:
«Υπάρχει μια σανίδα
ανάμεσα στον ναύτη και την αιωνιότητα∙ και η περιστασιακή συναίσθηση αυτής
της πραγματικότητας ίσως να έχει γενικώς να κάνει με τον σπόρο της δεισιδαιμονίας
που μέσα στη φύση του κάθε στιγμή ελλοχεύει. Αλλά όποια και να είναι η αιτία,
σίγουρα η παραδοσιακή γνώση των θρύλων της
θάλασσας είναι τόσο ποικίλη και ενδιαφέρουσα όσο οι μύθοι και οι παραδόσεις που
στοιχειώνουν την φαντασία των στεριανών, και δεν προκαλεί έκπληξη που οι
ναυτικοί, οι οποίοι παρατηρούν τα φυσικά φαινόμενα κάτω από τόσο ποικίλες και
εντυπωσιακές συνθήκες, είναι προσκολλημένοι πεισματικά στις δεισιδαίμονες
φαντασιοπληξίες τους. Οι άνεμοι, τα σύννεφα, τα κύματα, ο ήλιος, το φεγγάρι και
τ’ αστέρια έχουν κάποιες φορές περιβληθεί με ευνοϊκά ή δυσοίωνα σημάδια∙ και μέσα σε
λίγα χρόνια συνάντησα ναυτικούς εντελώς πιστούς στην λαϊκή μετεωρολογία και στις
παραδόσεις που απέκτησαν κατά τις ωκεάνιες περιπλανήσεις τους.»
Ο Buckle δίνει μιαν
εξαιρετική αιτιολόγηση για την πίστη των ναυτικών σε πολλές από αυτές τις δεισιδαιμονίες:
«Η ευπιστία των ναυτικών είναι αξιοσημείωτη, και κάθε λογοτεχνία περιέχει
αποδείξεις του ευάριθμου αυτών των δεισιδαιμονιών και την εμμονή με την οποία
προσκολλώνται σε αυτές. Αυτό είναι απολύτως εξηγήσιμο. Η Μετεωρολογία δεν έχει
ακόμα ορθωθεί ως επιστήμη, και οι νόμοι που ρυθμίζουν τους ανέμους και τις καταιγίδες
είναι κατά συνέπεια άγνωστοι, με φυσικό επακόλουθο οι άνθρωποι οι πλέον
εκτιθέμενοι στους κινδύνους αυτούς, ακριβώς να απαρτίζουν την πλέον δεισιδαίμονα
τάξη.»
Ο Cooper επίσης λέει: «Υπάρχει
μια μεγαλοπρέπεια στη δύναμη της μεγάλης αβύσσου, η οποία έχει την τάση να
διατηρεί ανοικτές τις λεωφόρους αυτής της εξαρτημένης πίστης που λίγο-πολύ
βασανίζει το μυαλό κάθε ανθρώπου. Η σύγχυση μεταξύ πραγμάτων που είναι
εξηγήσιμα και πραγμάτων που δεν είναι, οδηγεί σταδιακά το μυαλό του ναυτικού σε
μία κατάσταση κατά την οποία κάθε συναρπαστικό και αφύσικο συναίσθημα είναι
ευπρόσδεκτο.»
Παρότι είναι αλήθεια ότι ο
ναυτικός είναι συντηρητικών πεποιθήσεων, δεν πιστεύω ότι είναι περισσότερο
δεισιδαίμων από τους ομολόγους του ως προς την τάξη που κατοικούν στην στεριά. Μία
σύγκριση των πεποιθήσεών του με τις ανά τον κόσμο δεισιδαιμονίες της εποχής του,
πιστεύω, δεν θα έχει αποτέλεσμα μειονεκτικό. Η δεισιδαιμονία και η ευπιστία
ήταν διαδεδομένες παντού όταν γεννήθηκαν οι ναυτικές παραδόσεις, καθώς και πολλές
από αυτές, όπως θα καταδειχθεί, είναι παραδοχές παρομοίων στεριανών πεποιθήσεων
– πολλές από τις οποίες συνελήφθησαν από την φαντασία ανθρώπων που δεν είχαν
ποτέ τους δει θάλασσα.
Ο παλαιός τύπος του
ναυτικού, που πίστευε στην γοργόνα, στο θαλάσσιο φίδι, στο πλοίο φάντασμα,
εξαφανίζεται με γρηγοράδα, και, με την σταδιακή αντικατάσταση του ιστιοφόρου
από το ατμόπλοιο, αντικαθίσταται και ο ίδιος από τον ναυτικό-μηχανικό, ο οποίος
δεν βλέπει φάντασμα στην ομίχλη, ή δυσοίωνα σημάδια στον αέρα, ή κάτω απ’ το
κύμα. Η επιστημονική πρόοδος έχει καταδείξει την ανυπαρξία φανταστικών
πλασμάτων κάτω από τα κύματα∙ η καλύτερη μετεωρολογική γνώση εξόρισε τα σημάδια
του αέρα, καθώς και ανέδειξε την αναξιοπιστία των λαϊκών καιρικών προγνώσεων, ενώ
η εξασθένιση της επίδρασης του ιερατείου, προκάλεσε την εγκατάλειψη των θυσιών
και των προσφορών στην θάλασσα, τις θεότητές της και τους αγίους της.
F. S. B
CHICAGO,
March 10, 1884