Παρασκευή, Νοεμβρίου 22, 2019

Κούραση


Αρχίζει να γίνεται πια κουραστικό. Από δω και πέρα, λέει, πρέπει να προσέχω. Δεν ξέρω πόσο πάει η χρέωση – το αυτόματο μήνυμα μας διευκρινίζει ότι είναι αντίστοιχη αυτού που χρεώνει ο κάθε πάροχος. Πάντως, είμαι ένας από τους υποψηφίους να καταγγελθούν στο 1143 (επίτηδες το έγραψα λάθος, για να γλιτώσω την καταγγελία – εκτός και αν το 1143 είναι κάποιος άλλος αριθμός για άλλου είδους επίσης καταγγελία).

Διαβάζω ότι μπορείς να φας και ξύλο, αν βρεθείς κάπου που τρώνε ξύλο όσοι βρίσκονται τυχαία ή επίτηδες εκεί. Αλλά είμαι πια αρκετά μεγάλος και αυτά τα ξέρω… Ποτέ δεν βρίσκομαι σε τέτοια μέρη, διότι από μικρός το ξύλο το φοβάμαι, παρότι αγαπώ και θαυμάζω ιδιαιτέρως τους ξυλουργούς, και η μυρωδιά του ξύλου καθώς μαστορεύεται, ιδίως αυτό που προορίζεται για μουσικά όργανα, με μεθάει. Θυμήθηκα τον μάστορα τον Σίμο Σκεντερίδη, στο υπογειάκι του που το ανεβοκατέβαινα, εικοσάρης, τα δύο τελευταία χρόνια του, εκεί γύρω στο ’82, πριν βγει στην σύνταξη. Με τα παλιά εργαλεία του πατέρα του που τά’ χε φέρει απ’ την Καππαδοκία, μαζί με τα παλιά ξύλα από κωνοφόρα … «αυτά όλα είναι ρουμάνικη ξυλεία, πάνω από 100 χρονώ. Τώρα που θα βγω στη σύνταξη, θα τα πουλήσω και θα είναι το εφάπαξ μου». Πριν κλείσει το μαγαζί, μου χάρισε, «για να με θυμάσαι», ένα ακόνι, ένα ροκάνι και ένα παλιό κομμάτι φιλέτο έλατο, «για καπάκι … αυτό θα βγάλει ωραίο ήχο, γιατί έχει ίσια και λεπτά νερά». Έχω ένα σάζι από τα χέρια του, σάζι με δούγιες – το είχε φτιάξει χωρίς καλούπι … «στον αέρα» όπως έλεγε. Κάθε μεσημέρι, κατά τις μία με μιάμιση ξετύλιγε μια λαδόκολλα με ελιές, ψωμί και τσιμένι για άλειμμα…

... Τώρα που έβαλα μπροστά, να πω ότι, ούτε την μουσική μου την θεωρώ κάτι, ούτε αυτά τα τάχα κείμενα που γράφω, ούτε επιχειρώ κάτι όταν γνωστοποιώ τα διάφορα “και καλά” καλλιτεχνικά που με αφορούν προσωπικώς (και κάποιες φορές και άλλα που προσωπικώς δεν με αφορούν, αλλά μου αρέσουν πάρα πολύ, όπως για παράδειγμα το “Sancta Maria, ora pro nobis” από το “Vespro della Beata Vergine” του Μοντεβέρντι). Ή μάλλον, κάτι επιχειρώ: να κάνω αυτό που κάνουν και πολλοί άλλοι. Γιατί; Επειδή το να κάνεις αυτό που κάνουν και οι πολλοί άλλοι, σε απαλλάσσει από την προσωπικότητά σου, η οποία είτε υφίσταται, είτε δεν υφίσταται, μετά ή άνευ παρρησίας, ωστόσο είναι υποχρεωτική, και κρίνεσαι αν την έχεις ή δεν την έχεις – έτσι λένε. Κουραστικό…


Δεν υπάρχουν σχόλια:

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)