Δευτέρα, Δεκεμβρίου 17, 2007

αναίτια (;) απελπισία

Πολλές φορές απελπισμένοι , κουρασμένοι από την αίσθηση του περιθωριακού, βρίσκουμε κουράγιο όταν συζητάμε με ανθρώπους κοσμογυρισμένους, ανθρώπους που τους θεωρούμε πετυχημένους και τους θαυμάζουμε. Δεν είναι λίγες οι φορές που όταν βρισκόμαστε με τον δάσκαλό μας , τον Θόδωρο Αντωνίου, και πίνουμε κανένα κρασάκι, τον ρωτάμε για το πώς είναι τα μουσικά πράγματα εκεί στο Αμέρικα, που το ‘χει φάει με το κουτάλι σχεδόν σαράντα χρόνια. Μας απαντάει κάθε φορά , λέγοντας πάνω κάτω τα ίδια, όμως εμείς, αν και ξέρουμε την απάντηση, μα σε ένα μήνα, σε ένα χρόνο, θα τον ξαναρωτήσουμε, ελπίζοντας ότι θα μας απαντήσει κάτι άλλο από αυτό που μας απαντάει συνήθως, ότι επιτέλους θα μας πει:

-«Στην Αμερική τα μουσικά πράγματα είναι εύκολα για έναν νέο συνθέτη. Γίνονται συχνά συναυλίες σύγχρονης μουσικής, σε αίθουσες κατάμεστες από κοινό, υπάρχει εκδοτικό ενδιαφέρον, οι νέοι αν αξίζουν καθιερώνονται και με πολύ ευκολία παρουσιάζουν το έργο τους και ζουν από αυτό».

Οπότε, κι εμείς έχοντας πάρει αυτή την απάντηση θα πιούμε άλλο ένα ποτήρι, θα μισοκλείσουμε τα μάτια και με πικρία νοσταλγική για τον εξωτικό παράδεισο που δεν γνωρίσαμε, θα ρίξουμε τις ευθύνες στη μάνα που μας γέννησε, στην ατολμία που μας κράτησε εδώ, στην φτώχια και την κακομοιριά που δέρνει αυτόν τον τόπο. Και εξ αυτού, ίσως επιτέλους να συμφιλιωθούμε με την κούρασή μας και να της δώσουμε ακόμα και σωματική υπόσταση, να νιώσουμε πιο νωρίς γερασμένοι, να το ρίξουμε στο τάβλι και να αποτραβηχτούμε στην ησυχία του υποψηφίου προς αναχώρησιν. Όμως η απάντηση δεν είναι αυτή, αλλά η εξής:

-«Μην νομίζετε ότι τα πράγματα είναι καλύτερα από ‘δω. Μπορώ να πω ότι είναι χειρότερα. Σε απόλυτους αριθμούς το κοινό που ενδιαφέρεται για την σύγχρονη δημιουργία είναι το ίδιο με αυτό της Ελλάδας. Αν σε μια συναυλία ένας νέος συνθέτης έχει εκατό-διακόσα άτομα θα πρέπει να είναι ευχαριστημένος. Ο πολύς ο κόσμος ενδιαφέρεται, ίσως και παραπάνω από δω, μόνο για τους ποπ αστέρες».

Αυτά τα λόγια αντί να μας ανακουφίσουν μας φέρνουν σε αμηχανία. Επειδή θα πρέπει, μετά από μια τέτοια απάντηση, να ψάξουμε και να βρούμε, τι είναι αυτό που μας δημιουργεί την αίσθηση υστέρησης. Δεν μπορούμε να μην παραδεχτούμε ότι στην παγκόσμια κοινότητα της μουσικής αισθανόμαστε μια μικρή επαρχία. Αλλά μήπως αυτή η αίσθηση είναι, αν όχι λανθασμένη, τουλάχιστον, όχι ορθώς αιτιολογημένη;

Γιατί εστιάζω στη σύγχρονη δημιουργία; Διότι ο Σκαλκώτας δεν ζει για να αναμετρηθεί με τον Καρβέλα.

14 σχόλια:

Αθήναιος είπε...

Ε εντάξει, θα δεχόσασταν ποτέ να αναμετρηθείτε με τον Καρβέλα; Θυμάμαι πέρσυ που συζητούσα μ'εναν δημοσιογράφο εξαιρετικό και τον ρωτούσα γιατί δεν γράφουν τίποτα για τις συναυλίες της ΕΕΜ. Αυτό έγινε την παραμονή της ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗΣ συναυλίας με τα μεταμοντέρνα όργανα με το σύνολο κρουστών Πάτρας που έγινε στο Γκαίτε. "Βρε παιδί μου", μου λέει."Να γράψουμε, έχεις δίκιο αλλά αισθάνομαι και λίγο άσχημα να στείλω τον κόσμο σε μία συναυλία του Αντωνίου όπου θα ακούει επί μία ώρα μία νότα..." :-) Ειδικά εκείνη από εκείνη τη συναυλία θυμάμαι ολόκληρα μουσικά αποσπάσματα, τόσο εντύπωση μου έκανε και δεν μπορώ να φανταστώ ότι υπάρχει άνθρωπο που αγαπάει τη μουσική και δεν θα την έβρισκε αν μην τι άλλο ενδιαφέρουσα.

Έτσι είναι. Σκεφτείτε πως εσείς οι δημιουργοί σύγχρονης μουσικής, μπορεί να αισθάνεστε αποκλεισμένοι αλλά οι πολλοί να σας θεωρούν ένα ιερατείο που μιλάει μια γλώσσα ακαταλαβίστικη όχι γιατί δεν ξέρει να μιλήσει διαφορετικά αλλά από πόζα.

Γεώργιος Χοιροβοσκός είπε...

Διότι ο Σκαλκώτας δεν ζει για να αναμετρηθεί με τον Καρβέλα. Αυτό
αναστέφεται!

Σε τριάντα χρόνια δεν θα ζεί ο Καρβέλας για να αναμετρηθεί με τον Σκαλκώτα:)

Γεώργιος Χοιροβοσκός είπε...

Kαι πλάκα πλάκα τι σοϊ προβληματισμοί
είναι αυτοί μέρες πούρχονται.Εγώ γνωρίζω μαθητές σου οι οποίοι μιλάνε με τα καλύτερα λόγια για σένα. Δεν λένε ο "μακάκας";-)

γεράσιμος μπερεκέτης είπε...

Αγαπητέ μου Αθήναιε, πριν σου απαντήσω, δώσε μου λίγο χώρο, να ευχαριστήσω όσους μου έγραψαν σχόλια στο προηγούμενο ποστ (τον Sraosha, τον Χοιροβοσκό και τον dsyk), γιατί πραγματικά αισθάνομαι ότι ανοίγει μια ωραία συζήτηση. Ακόμα και η απλή παράθεση απόψεων πιστεύω ότι βοηθά στο να κατανοήσουμε περίπου το πώς σκεφτόμαστε, να αλληλοσυμπληρωθούμε και να γίνουμε καλύτεροι, (και εν τω μεταξύ πρωινός-πρωινός και ο Χοιροβοσκός να «απορεί» με τα κέφια μας).

Η σύγχρονη μουσική δεν διαφέρει - όπως και κάθε "σύγχρονη" μουσική στην εποχή της - από τις παλαιότερες μουσικές. Κοινό σημείο σε όλες είναι η αναζήτηση, αλλιώς θα είχαμε παραμείνει στα ίδια. Εν τέλει αυτό ισχύει και για τις ποπ (τις λαοφιλείς) μουσικές. Κι αυτές ανανεώνονται με τον δικό τους τρόπο, απλώς αυτές οι μουσικές επιμένουν σε μία απλή φόρμα ασματική και κυκλική κατά βάσιν και προσπαθούν να αλλάζουν ηχητικά, εκφραστικά, ελάχιστα αρμονικά και μελωδικά. Γι αυτό και επικεντρώνονται στο εμφανισιακό, επειδή η ανανέωση προσώπων και στυλ είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την διάρκεια μιας συντηρούμενης απλής φόρμας.

Επειδή πρόκειται για απάντηση σε σχόλιο και όχι για ποστ, και ήδη μακρηγορώ, θα ρωτήσω τον φίλο σου τον δημοσιογράφο και ας μου απαντήσεις εσύ ή όποιος άλλος θέλει:

Τι ακριβώς ακούει στην μουσική του Ρότα για το Σατυρικό του Φελλίνι; Έχει υπ' όψη του ότι οι πρωτοποριακές ενορχηστρωτικές αναζητήσεις του Ραβέλ και του Στραβίνσκι, έγιναν κατόπιν μασημένη τροφή για τους ενορχηστρωτές του Χόλυγουντ; Ξέρει ότι έρευνες των πρωτοπόρων της ηλεκτρονικής μουσικής (αυτούς πια κι αν θα τους θεωρούσε θορυβοποιούς) και το απόσταγμα της δημιουργίας τους, είναι τώρα κτήμα του κάθε παιδιού που διαθέτει ένα φτηνό συνθεσάιζερ; Θα πρότεινε ίσως με μεγαλύτερη άνεση από τη στήλη του τα «Κατά Ματθαίον Πάθη» του Μπαχ; –υπενθυμίζω ότι ο Μέντελσον είχε κατακριθεί όταν τα παρουσίασε για πρώτη φορά μετά από έναν αιώνα, επειδή και καλά έπαιζε παρωχημένη μουσική (άλλες εποχές, άλλοι προβληματισμοί). Τέλος, θα πω ότι συχνότατα, ακόμα και στις πιο φτηνιάρικες ταινίες δράσης, ακούω μουσικές υποκρούσεις κοπιαρισμένες από Στοκχάουζεν (Θεός ‘σχωρέστον), από Ξενάκη, απ’ ό, τι θες τέλος πάντων που για να το ακούσεις αυθεντικό δεν θα σε προέτρεπε ο φίλος μας ο δημοσιογράφος. Και να πω και κάτι ακόμα. Δίκιο, και το εννοώ, έχει ο άνθρωπος. Διότι ξέρει πολύ καλά ότι η επικαιρότητα πρέπει πρώτα να καθιερωθεί για να γίνει γεγονός ενδιαφέρον. Θα ασχοληθούν με τον Αντωνίου σε 30 χρόνια. Ακριβώς όπως ασχολούνται τώρα με τον Σκαλκώτα. Καθόλου δηλαδή, απλώς θα μασούν ένα όνομα, επειδή πάντα πρέπει να μασιέται ένα όνομα, πάντα πρέπει να έχουμε τον Έλληνά μας σε μήκη και πλάτη, σε παρελθόν και μέλλον, κι ας μην τον γνωρίζουμε, κι ας μην θέλουμε να τον μάθουμε. Αλλά για να επανασυνδεθώ με το ποστ, μήπως οι Αμερικάνοι ξέρουν τον George Crumb; Κι όμως ο Αντωνίου τον έφερε πριν από χρόνια ως πρόεδρο της κριτικής των workshops για νέους συνθέτες που διοργανώνει η Ένωση Ελλήνων Μουσουργών με την βοήθεια του Μεγάρου Μουσικής. Ναι, γίνονται workshops στην Ελλάδα, με κοινό σε απόλυτους αριθμούς όσο και αυτό της Αμερικής.

γεράσιμος μπερεκέτης είπε...

Ξέχασα να ευχαριστήσω και τον Alberich.

Και να πω, Αθήναιε για την τελευταία σου αποστροφή, ότι δίκιο έχεις. Η πόζα παίζει, και αμυντικά και επιθετικά. Τη σιχαίνομαι. Αλλά τη σιχαίνονται και όλοι όσοι ασχολούνται με ζήλο. Ο Αντωνίου δεν είχε και δεν έχει ποτέ του πόζα. Η πόζα είναι για τους επιφανειακούς, οι οποίοι σύντομα εγκαταλείπουν.

Ανώνυμος είπε...

Μερικές σκέψεις:
1. Η εμπορική επιτυχία της λόγιας μουσικής εξαρτάται από τις οικονομικοπολιτικές συνθήκες. Δεν μπορούμε να μετρήσουμε την επιτυχία του Bach, γιατί δεν ήταν αυτό το ζητούμενο εκείνη την εποχή. Η μουσική τότε και για αρκετό καιρό ακόμη, τελούσε υπό την σκέπη της εκκλησίας, ή της Αυλής, δεν είχε το μέτρο της πώλησης εισιτηρίων.
2. Μετά την άνοδο της αστικής τάξης, η λόγια μουσική παρείχε πρεστίζ σε όσους την άκουγαν. Δεν νοείτο σαλόνι που να μην έπαιζαν επαγγελματίες μουσικοί τις τελευταίες συνθέσεις των συνθετών της μόδας. Οι ακροατές απολάμβαναν πραγματικά την μουσική; Σας παραπέμπω στις περιγραφές του Προύστ για το σαλόνι της κυρίας Βαρντυρέν.
3. Αστική τάξη στην Ελλάδα δεν υπάρχει. Αυτοί που θα όφειλαν να παίζουν τον ρόλο του αρωγού των τεχνών ασχολούνται με τον Θεοδωράκη και τη Θώδη, τον Φραγκούλη και τη Φραγκοσυριανή (και μην με ρωτήσετε τι από όλα προτιμώ, είναι σαφές).
4. Η μονοθεματικότητα των συναυλιών της σύγχρονης μουσικής δεν βοηθάει. Για να απολαύσει κανείς μία συναυλία σύγχρονης μουσικής πρέπει τα έργα που θα ακουστούν να είναι πολύ καλά και συνήθως δεν είναι. Γιατί; Διότι (βλ. 5)
5. Ο χρόνος δεν έχει κάνει το ξεσκαρτάρισμα των έργων. Είναι αδύνατον να περιμένουμε ότι θα ακούμε μόνο καλή μουσική και θα προωθούμε τους νέους δημιουργούς ταυτόχρονα. Δεν πετυχαίνουν όλα τα έργα, ούτε καν από τους σπουδαίους συνθέτες.
6. Σημασία δεν έχει ότι ο μέσος αμερικανός δεν γνωρίζει τον Crumb. Σημασία έχει ότι τον ξέρουν οι ορχήστρες, οι οργανισμοί, οι όπερες. Και τον τιμούν. Η μουσική των αρχών του εικοστού αιώνα αποτελεί στον υπόλοιπο πλανήτη βασικό ρεπερτόριο, αλλά όχι στην Ελλάδα.
7. Συχνά η πολυπλοκότητα της μουσικής είναι το βασικό ζητούμενο. Αυτό αποξενώνει μεγάλη μερίδα του μουσικόφιλου κοινού. Όταν, όμως, το έργο είναι πραγματικά σπουδαίο, το κοινό βρίσκει τρόπο να επικοινωνήσει μαζί του. Όπου έχω τραγουδήσει τα τραγούδια του Γ. Χρήστου, το κοινό τα έχει αποδεχτεί με ενθουσιασμό, όσο "απαίδευτο" κι αν είναι (εκτός από τη Γερμανία, αλλά αυτό είναι θέμα ιδιοσυγκρασίας).
8.Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί δημοσιογράφοι σαν τον γνωστό του Αθήναιου. Που έχουν γνώμη για κάτι χωρίς ποτέ να έρθουν σε επαφή με αυτό. Αν ο κόσμος δεν ενημερωθεί από τους δημοσιογράφους και τους κριτικούς (χα, χα, χα) από που θα το κάνει;
9. Τα είπα και ξαλάφρωσα.

γεράσιμος μπερεκέτης είπε...

Υποκλίνομαι στον απόλυτα πρακτικό τρόπο με τον οποίο έθεσες τα πράγματα, ω, Σιμαίθα.

Στο περιθώριο του σχολίου σου θα ήθελα να πω, επειδή καταχρηστικά τον χρησιμοποίησες, ότι δεν μου αρέσει ο όρος "λόγια" μουσική, αν και τείνει να καθιερωθεί προσδιορίζοντας τον χώρο "μας". Νομίζω ότι θα πρέπει να τον αποβάλλουμε τάχιστα. Ο όρος "λόγιος" συνδέεται άμεσα με τον "λογιοτατισμό" και έρχεται άριστα να δέσει με την "πόζα" που επικαλείται ο Αθήναιος. Παραπέμπει επίσης σε μία ειδικώς κεκτημένη παιδεία, αριστοκρατική στα πλαίσια μιας οικογενειακής ευμάρειας (γαλλικά-πιάνο) και κάτι τέτοιο δεν εκπροσωπεί ούτε την καταγωγή, ούτε την ψυχοσύνθεση, ούτε και την πραγματικότητά μας. Ίσως εκπροσωπεί κάπως, αυτούς που ξεκίνησαν να τον καθιερώνουν. Όροι όπως "σοβαρά", "λόγια", "κλασική", "έντεχνη", όσο και να φαίνεται επουσιώδες, συντελούν στον ελιτισμό, και να προσθέσω ότι ενστικτωδώς ο κόσμος αντιπαθεί τους “γραμματιζούμενους” (υπενθυμίζω ότι ο Βυζάντιος επέλεξε να “λιώσει” τον Λογιώτατο περισσότερο από κάθε άλλον χαρακτήρα της Βαβυλωνίας του) . Απορώ μάλιστα γιατί κάποιοι έσπευσαν να καταργήσουν τον όρο "σύγχρονη" μουσική λες και μας χωρίζουν αιώνες από την εποχή που καθιερώθηκε. Και ενώ απ’ ό, τι φαίνεται ο όρος “εμπορική” μουσική φαίνεται να κολακεύει ιδιαίτερα τους εμπορικούς, ο όρος “λόγια” αισθάνομαι ότι μας σπρώχνει ακόμα περισσότερο στην άκρη. Ας συνεχίσουμε λοιπόν να ονομάζουμε τη μουσική μας σύγχρονη, μέχρι να βρεθεί ένας πραγματικά δελεαστικός όρος, ένας όρος που να ελκύει χωρίς να προκαλεί αντιπάθειες.

Ξέρω ότι δεν μπήκα στην ουσία του σχολίου σου, αλλά σκοπεύω να το κάνω στο επόμενο ποστ.

Αθήναιος είπε...

Όποιος έχει έρθει έστω και σε μία συναυλία σύγχρονης μουσικής από αυτές που διοργανώνει η ΕΕΜ πρέπει να γελάει με τα περί δήθεν πόζας. Η ατμόσφαιρα σε αυτές τις συναυλίες είναι καταπληκτική. Καταρχάς, αν πας δεύτερη φορά, σε αναγνωρίζουν όλοι και σε χαιρετούν κι ας μην σε ξέρουν κι έτσι και μόνος να πας, δεν είσαι μόνος, αισθάνεσαι ότι έχεις πάει ν'ακούσεις μια συναυλία με την παρέα σου. Έπειτα, η ατμόσφαιρα θυμίζει ένα πολύ ωραίο ωδείο ενηλίκων, με νέους και με αρκετά ηλικιωμένους, απουσιάζουν μόνο τα πιτσιρίκια που έτσι κι αλλιώς εμένα με ενοχλούν σε αυτούς τους χώρους, όλοι σου δίνουν την αίσθηση ότι έχουν πάει να μάθουν κάτι καινούργιο κι ότι κανείς δεν πιστεύει ότι "διδάσκει", μέχρι και ο ίδιος ο Αντωνίου που κάνει ό,τι μπορεί για να ανεβάσει το κλίμα, διευθύνοντας έργα, γυρνώντας να χαιρετίσει και να μιλήσει με το κοινό και επεξηγώντας με απλές λέξεις, έχει ύφος μαθητή ούτε καν μαέστρου.

Φυσικά και τώρα διαφημίζω αυτές τις εκδηλώσεις. Είναι κρίμα κάποιος που αγαπά τη μουσική να χάνει αυτή την ατμόσφαιρα λόγω προκατάληψης ότι δεν θα καταλάβει ή ότι θα βαρεθεί. Στην τελική και την Κάρμεν του Μπιζέ να πας δεις -- για να αναφέρω ένα δημοφιλές έργο--εκεί στο τέλος της ΙΙΙ πράξης, κόβεις τις φλέβες σου από τη βαρεμάρα. Δλδ μην μου πει κανείς ότι και τα πιο δημοφιλή έργα δεν έχουν βαρετά σημεία και όταν τα παρακολουθεί δεν βαριέται ποτέ γιατί δεν θα το πιστέψω.

Ανώνυμος είπε...

Δίκιο έχεις, αγαπητέ Μπερεκέτα, κι εμένα δεν πάει καλά η γλώσσα μου όταν λέω αυτό το "λόγια". Αλλά τι να κάνω, πώς να κάνω τον διαχωρισμό; Όταν λέω ότι είμαι τραγουδίστρια, όλοι λένε "και σε ποιο μαγαζί τραγουδάς;" Θα έπρεπε κάποια πράγματα να είναι αυτονόητα, αλλά δεν είναι. Ένα βράδυ ήμουν σε ένα χώρο από τους άλλους, τους "εμπορικούς". Γνώρισα έναν πολύ γνωστό τραγουδοποιό ο οποίος με ρώτησε με τι ασχολούμαι, του είπα, μου είπε τα γνωστά και του απάντησα "εγώ είμαι του κλασσικού". Με κοιτάει απορημένα και μου λέει "τι λες, βρε παιδί μου, μια χαρά κοπέλα"...

@Αθήναιος
εγώ τις κόβω από την πρώτη πράξη, να μην πούμε για την Αίντα...

Ανώνυμος είπε...

Μπορεί στην Αμερική το κοινό να έχει κάποιες αντιστοιχίες (σαν πλήθος) με το Ελληνικό αλλά ποιός μας λέει ότι οι Αμερικάνοι είναι τόσο… πιο μπροστά από εμάς; Στο κάτω κάτω όταν πηγαίνουν σινεμά, Σταλόνε πάνε να δουν και όχι καν Γούντι Άλλεν που βλέπουν περισσότερο στην Ευρώπη. Σε χώρες όπως η Αγγλία ή η Γαλλιά το κοινό είναι πολύ πιο μπροστά από το Ελληνικό ή το Αμερικάνικο. Στην Αγγλία π.χ. ο Μακ Μίλαν κάνει καριέρα από τα 30 του. Στη Γαλλία ίσως μία αίθουσα που παίζει Ξενάκη να έχει μέσα 200 μόνο άτομα, αλλά σε μια διπλανή που παίζουν Μπουλέζ και πάρα δίπλα που παίζουν ηλεκτρονική μουσική και πιο πέρα που παίζουν Μπέργκ, κ.λ.π. κ.λ.π., έχουν η κάθε μία τους από άλλους τόσους. Άρα μιλάμε για πραγματικά «αρκετό» κοινό. Ας φανταστούμε να υπάρχουν ταυτόχρονα συναυλίες σε Γκαίτε, Ελληνοαμερικάνικη, Αίθουσα Μητρόπουλου και κάπου αλλού. Απλά θα μοιραστεί ένα κοινό 300-400 ατόμων και όλες τους θα δείχνουν άδειες.
Τέλος θα πώ το εξής: Πόσο καλές είναι αυτές οι συναυλίες από πλευράς εκτέλεσης;
Πόσοι συνθέτες θα επένδυαν σε κάποιο έργο τους ώστε να το στείλουν στο εξωτερικό και να το προτείνουν για εκτέλεση; Οι ίδιοι το ακούν από την ηχογράφηση και κάθε 2-3 μέτρα μορφάζουν από απογοήτευση. Ας αρχίσουμε να παίζουμε αυτό που έχει γράψει ο κάθε συνθέτης σωστά και μετά ας το κρίνουμε σαν τον μουσικοκριτικό της υπόθεσης που αναφέρθηκε. Αλλοιώς….

γεράσιμος μπερεκέτης είπε...

Αγαπητή Σοφία Μπαϊμπαϊντουλίνα, τα πράγματα είναι απλά. Περιγράφεις το μισοάδειο ποτήρι, θα περιγράψω το μισογεμάτο, έτσι για να ισορροπήσουν τα πράγματα, γιατί σε άλλη περίσταση, το ξέρουμε όλοι, μπορεί να βρεθώ εγώ να περιγράφω το μισοάδειο κι εσύ το μισογεμάτο. Όπως και να χει, το ποτήρι έχει νερό (ή κρασί) μέχρι τη μέση.
α) Σε ό,τι αφορά την ποιότητα των εκτελέσεων. Ο συνθέτης παρευρίσκεται στις πρόβες. Αν δεν τον ικανοποιεί η εκτέλεση ας αποσύρει το έργο. Αυτή η διαρκής αιώρηση μεταξύ του δεν με "παίζουνε καθόλου" και δεν με "παίξανε" σωστά δεν απαλλάσσει τον συνθέτη από τις ευθύνες του. Το να είναι άψογη μια εκτέλεση είναι ευθύνη του συνθέτη πρώτιστα. Κάθε τι άλλο είναι αναγκαίος μεν αλλά οπωσδήποτε συμβιβασμός που ο ίδιος αποδέχεται.
β) Υπάρχουν πολλοί ανάμεσά μας συνθέτες που και βραβεία έχουν πάρει σε διεθνείς διαγωνισμούς και έχουν εκδοθεί από ελληνικές ή ξένες εταιρείες. Νομίζω παράλληλα μάλιστα ότι πολλά οφείλει το κοινό, αλλά και οι πιο στενά ασχολούμενοι με την σύγχρονη μουσική, σε ό, τι αφορά την "πληροφόρησή" τους, στην πραγματικότητα που με πενιχρά μέσα έχει δημιουργήσει τα τελευταία 10-15 χρόνια η Ένωση Ελλήνων Μουσουργών. Δεν μιλώ μόνο για τα ελληνικά έργα, αλλά κυρίως για τα έργα του διεθνούς ρεπερτορίου, που έχει παρουσιάσει, έργα τόσο με ιστορική αξία, όσο και έργα στην αιχμή της πρωτοπορίας.
δ) Αυτό με το οποίο - υπονοείται βέβαια στα γραφόμενά σου - θα συμφωνήσω, είναι το ότι για άλλη μια φορά στην Ελλάδα συμβαίνει κάτι στο περιθώριο της κρατικής μέριμνας. Διότι τα διάφορα συγκροτήματα σύγχρονης μουσικής και οι ερευνητικοί οργανισμοί της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ολλανδίας, δεν φύτρωσαν και δεν αναπτύχθηκαν κάπου έξω στη φύση ποτισμένα από τη βροχή. Στην Ελλάδα ζητάμε να τα έχουμε όλα αρκεί να μην τα πληρώνουμε. Με 30.000 € το χρόνο επιχορήγηση να έχουμε Ελληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικής. Κι όμως το έχουμε. Αυτό οφείλεται στον «πατριωτισμό των Ελλήνων»: στους συνθέτες που δίνουν το έργο τους, στους μουσικούς (εξαιρετικές κατά κοινή ομολογία μονάδες) που δέχονται με αμοιβή ανειδίκευτου νεαρού εργάτη να παρέχουν τις υπηρεσίες τους (και να κατηγορούνται ότι δεν ανταποκρίνονται), αλλά και στην αγόγγυστη προσπάθεια κάποιων ανθρώπων και κυρίως κάποιου ανθρώπου που σπανίως ακούει το ευχαριστώ. Οπότε, καθόλου αδικαιολόγητα, η δυναμική που περιγράφεις και που όντως υπάρχει στο κοινό, αλλά και στις ορχήστρες της Γαλλίας, δεν μπορεί εδώ να δημιουργηθεί, τουλάχιστον όχι εύκολα. Διότι εν κατακλείδι στην Ελλάδα κάθε 50ετία διαπιστώνουμε την πολιτιστική υπεροχή των Ρώσων, των Γάλλων, των Γερμανών κλπ και ζητάμε τα ρέστα από την ιστορία λες κι εμείς ήμασταν κάπου αλλού όταν αυτή γραφόταν. Τι πιο τρανό παράδειγμα από αυτό του Σκαλκώτα; Το ελληνικό επίσημο κράτος δια των εκπροσώπων του και των μέσων του, μπορεί να διοργανώνει απρόσκοπτα την Γιουροβίζιον, Μαρκοπουλιάδες, Σπανουκιάδες…, φαίνεται πως έχει αποκτήσει συν τω χρόνω εξειδίκευση σε αυτό. Εμείς, λοιπόν, ως συνθέτες μιαν υποχρέωση ουσιαστικά έχουμε: να γράφουμε. Από κει και πέρα όσο έχουμε το κουράγιο να προσπαθούμε και ως μονάδες και από κοινού για την προβολή της σύγχρονης δημιουργίας.

Ανώνυμος είπε...

@ Σοφία Μπαϊμπαϊντουλίνα

Μάλιστα, μάλιστα, η γνωστή καραμέλα. Δεν λέω ότι οι μουσικοί δεν έχουν τις ευθύνες τους (και συμφωνώ με τον Μπερεκέτη) αλλά θα εκπλαγείς με το πόσοι συνθέτες ΑΠΛΑ ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ΝΑ ΓΡΑΦΟΥΝ. Και είτε άλλο έχουν γράψει, άλλο εννοούν και όταν το ακούνε διαφορετικά λένε "δεν με παίξανε καλά", είτε έχουν κάνει τα εύκολα δύσκολα αναζητώντας μία στο-χαρτί-πρωτοπορία, ώστε οι μουσικοί χάνουν όλο τους το χρόνο να αναρωτιόνται "τι θέλει να πει ο ποιητής" και γιατί είναι γραμμένο έτσι το ντο ματζόρε. Αν το έργο δεν ακούγεται καλά, συχνά συμβαίνει γιατί ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΟ. Επιτέλους!!!!!

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ Μπερεγκέτη συμφωνώ σε όλα μαζί σου εκτός από την πρώτη σου παράγραφο. Πολύ σωστό θα ήταν κάποιος να πει στο μαέστρο πως δεν τον ικανοποιεί η εκτέλεση και προτιμά να μην παιχτεί το έργο του αλλά: 1) Δεν παίζονται κάθε μέρα τα έργα όλων αυτών των συνθετών ώστε να έχουνε την πολυτέλεια να το πράξουν. 2) Όταν κάποιοι το έκαναν, τους χαρακτήρισαν φαντασμένους, λοιδορήθηκαν και σχεδόν θεωρήθηκαν γραφικοί. ( Ας μην αναφέρω ονόματα αλλά κάποια είναι γνωστά).
Αγαπητέ/τή σιμαίθα. Κατ αρχάς δεν μου αρέσουν οι καραμέλες. Τώρα, όταν λέω κακές εκτελέσεις απλά εννοώ: 1) Όταν η παρτιτούρα γράφει 4ο = 120, τότε παίζοντας 4ο = 80 είναι λάθος. 2) Αν υπάρχει κόρωνα, τότε η αξία της νότας δεν τετραπλασιάζεται, όσο espressivo ή rubato και να είναι το tempo. 3) Αν έχουμε στο πρώτο 4ο ενός μέτρου ένα σολ#, τότε αν συναντήσουμε άλλο ένα σολ στο τρίτο 4ο χωρίς αναίρεση είναι και αυτό σολ#. 4) Αν υπάρχει ένδειξη pizz τότε δεν παίζουμε arco. 5) Αν έχουμε ένα πεντάηχο, τότε αυτό έχει πέντε νότες. 6) Όταν η δυναμική επιμένει mf , δεν παίζουμε ff και πολλά άλλα. Απλά πράγματα. Όσο για την ποιότητα των έργων, αν τα ίδια είναι κακά, τότε έχουν ευθύνη και όσοι τα βραβεύουν πολλές φορές. Σε αρκετούς διαγωνισμούς ακούστηκαν (βραβευμένων έργων) συνθέτες να δυσανασχετούν για την εκτέλεση. Τέλος, ίσως και συνθέτες όπως οι: Bartok, Hindemith, Kagel, Part, Berio και άλλοι, δεν ήξεραν να γράφουν και έτσι τα έργα τους επίσης δεν ακούστηκαν καλά (όπως λ.χ. ακούγονται στα C.D.), επειδή απλά δεν ήταν καλά.
Πάντως, νομίζω πως πάνω απ’ όλα είναι η τσαπατσουλιά που μας δέρνει. Μουσικοί καλοί υπάρχουν. (Μαέστροι και εκτελεστές). Ίσως μάλιστα μερικοί να είναι και καλύτεροι από κάποιους στο εξωτερικό. Αυτό που δεν υπάρχει όμως είναι το μέτρο και η οργάνωση. Πώς νομίζουμε ότι μπορεί να βγει το έργο του καθ’ ενός από τους ανωτέρω συνθέτες με τρεις πρόβες; Εκείνοι, 1ον αν το ήξεραν και 2ον αν ζούσαν, θα απαγόρευαν την εκτέλεσή του. Και έπειτα, αν αδυνατούμε να κουμαντάρουμε μεγάλα σύνολα, γιατί δεν περιοριζόμαστε σε μικρότερα στα οποία θα μπορούσαν και από μόνοι τους οι εκτελεστές να προετοιμαστούν καλύτερα ώστε να μην εκτίθενται και εκείνοι; Έως και trio ας πούμε (αν και πολλές φορές και ένα trio χρειάζεται μαέστρο εδώ που τα λέμε). Επίσης, όπως θα όφειλε ένας συνθέτης να ζητήσει να αποσυρθεί το έργο του από μια συναυλία, έτσι και ένας μουσικός θα έπρεπε να πει στον μαέστρο πως με τόσο λίγες πρόβες δεν μπορεί και εκείνος να ανταπεξέλθει. Γιατί εκείνος δεν το κάνει; Δεν το κάνει επειδή συνήθως δεν ενδιαφέρεται για το έργο. Και στο φινάλε φινάλε με το να αφορίσει ένα έργο λέγοντας πως αυτός που το έγραψε δεν ήξερε τι έκανε, έχει και το κεφάλι του ήσυχο. Ένα κακοπαιγμένο έργο είναι ένα κακό έργο. Άλλωστε πάρα πολλά έργα στο παρελθόν κακοχαρακτηρίστηκαν λόγω κακών εκτελέσεων και κριτικών. Εκείνα όμως βρήκαν το δρόμο τους. Στην Ελλαδίτσα μας όμως τι μπορεί να βρει το δρόμο του;
Έστω! Αυτά και καλές γιορτές.

γεράσιμος μπερεκέτης είπε...

Αγαπητή Σοφία Μπαϊμπαϊντουλίνα, δεν νομίζω ότι διαφωνούμε σε αυτό που είπα στην πρώτη μου παράγραφο. Γι αυτό κλείνοντάς την γράφω "Κάθε τι άλλο είναι αναγκαίος μεν αλλά οπωσδήποτε συμβιβασμός που ο ίδιος (ο συνθέτης) αποδέχεται". Ως συμβιβασμός εννοείται η σιωπηλή αποδοχή από μέρους του συνθέτη να παιχτεί το έργο του έστω και αν διαβλέπει από τις πρόβες μιαν εκτέλεση με την οποία δεν συμφωνεί. Τώρα, το να λοιδορηθεί θεωρούμενος ως ψώνιο, δεν πρέπει να τον πτοεί αν είναι αποφασισμένος. Στο κάτω κάτω ίσως είναι προτιμότερο από το να βρεθεί στη δύσκολη θέση μετά να αυτοκατακρίνεται ή να επεξηγεί στον στενό του κύκλο ότι το έργο του κακοεκτελέστηκε.
Εν πάση περιπτώσει θα το φέρω το πράγμα σε μένα.
Γενικά είμαι ευχαριστημένος από τις εκτελέσεις των έργων μου, ίσως επειδή θεωρώ ότι η πρώτη εκτέλεση ενός έργου σε μία εποχή που η ιδιόγλωσσες είναι ο κανόνας, δεν μπορεί να προσεγγίσει πλήρως τις προθέσεις ενός συνθέτη. Έχω δει μάλιστα ότι σε μία δεύτερη ή και τρίτη εκέλεση, ένα έργο μπορεί να έχει κατανοηθεί από τους μουσικούς και το μαέστρο, να έχει ωριμάσει και να παιχτεί πολύ πιο κοντά στις προθέσεις μου.
Έχουν υπάρξει και φορές που απογοητεύτηκα. Το έβλεπα από τις πρόβες ότι το έργο δεν θα "βγει" στην ικανοποιητική για μένα προσέγγιση. Δεν το απέσυρα, όχι για να μην χάσω την ευκαιρία, ούτε από φόβο μήπως λοιδορηθώ, δεν το απέσυρα από σεβασμό στον κόπο που κατέβαλαν αυτοί που το προσέγγιζαν, από κατανόηση στο ότι έκαναν το παν για να φέρουν ένα αποτέλεσμα με 3 πρόβες. Υπήρχε φόρτος εργασίας, οι συναυλίες ήταν πολλές γι αυτούς εκείνη την περίοδο, ήταν κατακουρασμένοι. Ψάχνοντάς το λίγο πιο πολύ βρήκα και την γραφή μου λίγο έως πολύ υπεύθυνη για τις δυσκολίες στην προσέγγιση του έργου μου. Δεν εννοώ ότι έγραφα δυσνόητα, έγραφα όμως σε κάποια σημεία του έργου πράγματα δύσκολα, δηλαδή εκτός των πλαισίων που όριζαν την δυνατότητα προετοιμασίας (προβών) του έργου.Οι μουσικοί και ο μαέστρος μετά την εκτέλεση, ήταν απολογητικοί. Σε καμμία περίπτωση δεν έριξαν ευθύνη στο έργο. Τους καθησύχασα. Η απογοήτευση βέβαια μου έμεινε, αλλά μετά από λίγες μέρες την έδιωξα: η επόμενη φορά, αν υπάρξει, θα είναι καλύτερη. Αν δεν υπάρξει το έργο είναι ακόμα στο χαρτί. (διευκρινίζω, ότι μέχρι τώρα έργα μου έχουν παιχτεί από το Ελληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικής, την Ορχήστρα των Χρωμάτων, το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο, και από φίλους μουσικούς σε σύνολα ή σόλο).

Και κάτι τελευταίο. Από την εμπειρία μου με τα σύνολα που ανέφερα, είμαι πεπεισμένος ότι οι μουσικοί δεν αδιαφορούν για τα έργα μας. Αν αδιαφορούσαν δεν θα ενεπλέκοντο σε μία διαδικασία που τους αποφέρει μηδενικές σχεδόν αποδοχές και μάλιστα "εφόσον και αν και όποτε". Απλώς υπάρχει ένας "άχαρος" κύκλος: αίσθηση περιθωρίου - ανάγκη αναγνώρισης - αντίδραση και προσπάθεια με όσες δυνάμεις - ανάγκη εξάπλωσης - πολλές συναυλίες - λίγα χρήματα - λίγες πρόβες - άγχος προετοιμασίας - όχι αναγνώριση - αίσθηση μειονεξίας - αίσθηση περιθωρίου.

Τέλος πάντων! Γιορτές έρχονται, ας είμαστε αισιόδοξοι (αυτό προσπαθώ, όπως βλέπεις). Καλές γιορτές.

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)