Σάββατο, Απριλίου 17, 2010

Υποκελευστής στον Αβέρωφ

Προπολεμικά. Μεσοπόλεμος λέγεται, αλλά όση είναι η σχέση διασημότητος μεταξύ Αχιλλέως και Νεοπτολέμου, άλλη τόση είναι η σχέση Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μεσοπολέμου, εξ ου και τον δεύτερο μπορείς να μην τον γράψεις με αρκτικό κεφαλαίο. Οπότε καλύτερα να λέμε «προπολεμικά».

Ο Περδικούρης είχε πάρει άδεια μιαν βδομαδούλα. Κληρωτός. Επέστρεψε μετά δύο μήνες και την ΕΔΕ διεξήγε ο παππούς μου.
-Τι να σας λέω τώρα κύριε υποκελευστά; κρασάκι, λατερνίτσα, δεν σού ‘κανε καρδιά να φύγεις...

Η απολογία τού Περδικούρη κατέστη δι' εμέ παροιμιώδης απ' τους μορμύρους τού παππού μου που αξημέρωτα έχοντας ξυπνήσει για να φτιάξει την καθημερινή του σκορδαλιά, κοπανούσε με το ξύλινο γουδοχέρι τις σκελίδες μαζί με μπαγιάτικο ψωμί και λάδι μπόλικο– στο νερό έκανε οικονομία, διότι ως μανιάτης εγνώριζε την έλλειψή του, αλλά το λάδι όταν έπεφτε, έπεφτε άφθονο- και ως εκ καταγωγής εραστής τού οκτασυλλάβου, το εμοιρολογούσε:




Ηλία Δημαρόγκωνα
με το μεγάλο τ’ όνομα
Τ’ ήθες να πας στον Καρβουνά
για να θερίζεις γέννημα;
Η ώρα ήτανε εννιά
κι η εξουσία του μιλά:
……………
(δεν θυμούμαι το ενδιάμεσο, αλλά ο φυγόδικος Δημαρόγκωνας δεν παρεδόθη στο κάλεσμα της εξουσίας)
……………
Κι ο Καραγκούνης το σκυλί
διέταξε ο Ηλίας μου να σκοτωθεί.

Αυτό ήτο το μοιρολόγι τής αδελφής τού Δημαρόγκωνα, προσφιλέστατο στον παππού μου, όπως και το δίστιχο που ως συνέχειά του με το ίδιο παράφωνο μοτίβο τραγουδούσε παθητικώς, καθότι υπομηχανικός, σπουδάσας εις τον Προμηθέα:

Μηχανικός στη μηχανή
και ναύτης στο τιμόνι-ι

Το οποίον «τιμόνι-ι» διά της παρατάσεως της ληγούσης εμβολίαζε στον επτασύλλαβον  ιδέαν οκτασυλλάβου. Και δώσ’ του το γουδί.

Δι’ αυτόν τον λόγον, ο παππούς μου, συνταξιούχος-συνοψίσας, όταν η σκορδαλιά ετελειούτο, έπαιρνε μια κόρα ψωμί, την άλειφε, ταίριαζε πάνω και μια παστή σαρδελίτσα, και αλεκτορικώς (στην ώρα του), με ελάχιστον μελαγχολίας, αναφωνούσε:

-Κρασάκι, λατερνίτσα δεν σού ‘κανε καρδιά να φύγεις…….

Τετάρτη, Μαρτίου 24, 2010

Τρία βρβρφρτθρούμπτθθθρρ (ο τιμονιέρης)

στους Λαμφύκ και Αντίπατρο

Τόνε θυμάμαι με κοντά χακί παντελόνια και ένα τιμόνι στο χέρι. Αν δεν ήταν τιμόνι θα ήταν κανένα λάστιχο από ποδήλατο με μικρές ρόδες. Κολοφών της δόξης του υπήρξε κάποτε ένα αυθεντικό, αυτοκινήτου κοκκάλινο, χρώματος καφέ με γκρίζα νερά. Λιγνός, αλλά με κάπως φαρδιά λεκάνη, σε παρέσυρε να τον βλέπεις ψηλό λόγω σωματότυπου. Πάντως το λίμιτ απ και το λίμιτ ντάουν του ύψους του εκυμαίνοντο μεταξύ 1,70 και 1,75. Κάτι όμως το μακρύ του πρόσωπο με τον ακόμα μακρύτερο προγναθισμό του – τραπεζοειδές σαγόνι – κάτι το σα να 'ναι τραβηγμένο μέτωπο, κυρτό όχι τόσο, όσο με ένα ευθύ γέρσιμο προς τα πίσω και τα μαλλιά του αχινός να προεκτείνουν το νοητό τόξο από το σαγόνι ως …. Ως πού;Ίσως ως εκεί που έφτανε το θαμπό, ίσα που ανέβλυζε από τα ξασπριμένα γαλάζια μάτια του, βλέμμα - τόσο περιορισμένο που έλεγες ότι δεν είχε καν όρια.

Έφερνε στο ψηλός κατά το ύφος. Και γύριζε τις γειτονιές, μεροκάματο. Του τρέχαν τα σάλια καθώς εμιμείτο τον ήχο του αυτοκινήτου (εαυτοκίνητο είναι μια κατάλληλη λέξη), βρβρφρτθρούμπτθθθρρ. Μύξες και σάλια. Χλωμός πάντοτε, αλλά ακάματος. Να 'χε και κάποιο δρομολόγιο; γιατί άλλες ώρες τον συναντούσες στο Χατζηκυριάκειο, άλλες στην πλατεία Σερφιώτου, άλλες στην Καρπάθου.... Έτρεχε, αν και γενικώς ήταν προσεκτικός οδηγός. Πιο νέος μπορεί να ήταν κάπως νευρικός, αλλά με το χρόνο οι κινήσεις του έγιναν έμπειρες και μετρημένες. Ιδίως στις στάσεις και στο παρκάρισμα με την όπισθεν. Τον έχω συναντήσει πάμπολλες φορές και όρθρου βαθέως και αργά το σούρουπο. Όχι πάντως μετά τις δέκα το βράδυ.

Αργότερα, στην ώριμη εφηβεία των τριάντα και – συνομήλικοι έδειχνε να είμαστε – φόρεσε κουστουμάκι. Η μάνα του πρέπει να τον πρόσεχε. Τον είχε καλοντυμένο και περιποιημένο. Καθώς μεγάλωνε το τιμόνι δεν το άφησε, πάντως. Είχε βρει ένα μικροσκοπικό πιο κομψό, ή ίσως του το είχαν δώσει κιόλας – πού να ξέρεις - ένα ξύλινο τιμονάκι διαμέτρου δεκαπέντε-είκοσι πόντων, ξεκολλημένο από κάποιο παροπλισμένο παιδικό αυτοκινητάκι. Και εξακολουθούσε τα δρομολόγιά του, παρότι με τον καιρό σοβάρευε. Σιγά-σιγά όλο και περιόριζε τα βρβρφρτθρούμπτθθθρρ μέχρι που τα ‘κοψε. Φόραγε (του φόραγε η μανούλα του;) και άφτερ-σέιβ. Πάνε και ... είκοσι χρόνια;

Απόψε πήγαινα στο γειτονικό κρασοπουλειό στη Φαβιέρου. Φαβιέρου και Χατζηκυριακού. Πήρα χύμα ένα κιλό καμπερνέ-μερλό από βαρέλι, κι άλλο ένα κιλό νουβό (βγάζουν στην Νεμέα νουβό..). 4€ το κιλό, μια και μιλάμε για δύσκολες μέρες. Πάνω από τις μισές ακριβές ετικέτες που έχω πιει δεν πιάνουν δυάρα μπροστά τους. Έχω κόψει το βραδινό [φαΐ]. Πίνω λίγο κρασί με μεζέ καρύδια. Σήμερα ήπια λίγο παραπάνω ακούγοντας παλιά δημοτικά. Τελευταίο άκουσα το «Τη μάνα μου την αγαπώ» του Ροδινού.

Σούρουπο καθώς κατηφόριζα για το κρασοπουλειό, περίπου όπως ψάχνεις για πίνακες του Βασίλη Σπεράντζα στις «Εικόνες» του Google και μέσω Σπεράντζας Βρανά πέφτεις πάνω στον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, πήγα να εκλάβω αυτό το σουλούπι για μεθυσμένο, έτσι όπως ανέβαινε αργά την ανηφόρα και ξεκίναγε-στεκότανε, ξεκίναγε-στεκότανε. Δεν είναι δα και τόσο δύσκολη ανηφόρα η Φαβιέρου από Χατζηκυριακού προς Σαλαμινομάχων. Έπαιζε στα χέρια του ένα κινητό. Μισόκλεισα τα βλέφαρα - νυχταλωπία. Κουστουμαρισμένος. Τα βήματα του λίγο σαν πάπιας από την πλατυποδία. Και σαν κουρασμένος. Άναψε το καντράν έτσι όπως πασπάτευε το κινητό του και η μνήμη μου ανέστρεψε το τόξο που εσχημάτιζε η ελαφρά κύρτωσή του. Διασταυρωθήκαμε, και μόλις που πέρασε στο πλάι μου, ανέσυρα από τα βάθη ένα βρβρφρτθρούμπτθθθρρ και έγινε η αναγνώριση.

«Την μάνα μου την αγαπώ, τι νοιάζεται για μένα,
μα όμως δεν την αγαπώ, όσο αγαπώ εσένα».

Σάββατο, Μαρτίου 20, 2010

Τι εστί συναναστρέφομαι:

:Είμαι ευθύς (άρα και μη ανεστραμμένος), και με το κλικ και τους συνδέσμους, και με το σχόλιο του ενός και σχολιάζοντας τον άλλον, όλοι μαζί ... τούμπα.
Το άλλο βέβαια είναι να μην το ευχαριστιέσαι όλο αυτό και να κρύβεσαι εις περιορισμένην μεν, κατά τα άλλα έκθεσιν δε, και να στοιχηματίζεις - κάποιες απ' τις πολλές φορές μάλιστα, ως εγωπαθής ρόκερ, που περιμένει από τη διαδοχή "τονική-δεσπόζουσα" να του βγάλει ήθος αναζήτησης το ντιστόρσιον της πεταλιέρας.

Εν είδει περιοχής Υπαπαντής,
με παστέλια και γαλακτομπούρεκα.

-Τον ηχολήπτη τον Κυριάκο, τον ξέρεις; ..... Αυτός κάνει "ΗΧΟ".

Σήμερα, πάλι θυμήθηκα τον παππού μου. Αύριο θα πάω πρωί-πρωί να πάρω μαύρο ψωμί και παστές σαρδέλες. Θα βγάλω από τρεις σαρδέλες το κοκκαλάκι σχίζοντάς τις στα δυο και θα τις βάλω στο λάδι, και κατά τις δέκα και μισή θα κόψω μια γκωνάρα απ' τη φρατζόλα, θα την σκίσω με το μαχαίρι στη μέση, θ' αλείψω λάδι την ψύχα και θα βάλω τις σαρδέλες μέσα, θα ζουμπήξω να ποτίσει και θα φάω σαν άνθρωπος.

Πέμπτη, Μαρτίου 18, 2010

ΑΝΑΜΟΝΗ .... μετά από ενάμιση χρόνο ...

... πέρασα να δω τι γίνεται η παλαιά μου σκήτη. Της έφερα κάτι για να την στολίσω, κάτι που περίμενα ενάμιση χρόνο (επίσης) για να πραγματοποιηθεί - μια καλή εκτέλεση και ηχογράφηση ενός έργου μου.

-Βίντεο, παρακαλώ ....

Τρίτη, Νοεμβρίου 25, 2008

ΟΥΜΑΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΘΕΡΜΑΝΣΗ

ΟΥΜΑνιστική αναΘΕΡΜΑΝση
κείμενο: Πετεφρής
κόμικ: Μπερεκέτης










ΑΣ ΚΕΡΔΙΣΕΙ Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ


Δευτέρα, Νοεμβρίου 24, 2008

η φιλοσοφία της μελισσούλας







...................................................................................................................................................

μετά από λίγο....... η UMA μου στέλνει ένα σχόλιο κατακλείδα στο κόμικ.




ΥΓ. Ευχαριστώ και "εξωτερικώς" την UMA των σχολίων........

Πέμπτη, Νοεμβρίου 20, 2008

Ο ... πρώτος

Ζει στην Αστόρια.

Είχα πάρει τρεις συγκοινωνίες εκείνη τη μέρα. Αλλιώς φανταζόμουν τη ζωή μου μετά το στρατό, επαγγελματικά εννοώ. Έφτασα από τον Πειραιά στην Κάντζα μετά από ένα δίωρο. Όχι, σίγουρα ήταν προτιμότερο το δασκαλίκι από τη νύχτα. Η αυλή ήταν γεμάτη παιδιά. Παρέες –παρέες πηγαινοέρχονταν. Οι σκάλες κι αυτές γεμάτες παιδιά μέ όργανα στα χέρια. Κουβέντιαζαν, ή γρατζουνούσαν. Κανείς υπεύθυνος να συνεννοηθώ. Σαν νεοσύλλεκτος ένιωθα πάλι. Με πλησίασε κρατώντας ένα μπαγλαμαδάκι.



-Καινούργιος είσαι;
-Ναι. Πού πέφτει το γραφείο της διεύθυνσης; Ξέρεις; …. Παίζεις καλά;
-Θα σε πάω, εγώ.
-Για παίξε μου λίγο να σ’ ακούσω και πάμε μετά.
-… «Τα ματό /κλααδά σου λάμπουν βρε……»

Ο Μήτσος ήταν ο άνθρωπος που με πήρε από το χέρι εκείνη την πρώτη μου μέρα. Με μαλάκωσε. Με έκανε να αφήσω ένα μικρό ενδεχόμενο ότι στο Μουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης μπορεί και να περάσω καλά. Τον περνούσα 17 χρόνια. Άρα εγώ θα ήμουν ο δάσκαλος.
-Ταμπουρά;
-Ταμπουρά.
-Ξέρεις και μπαγλαμά;
-Ξέρω. Φέρ’ το.
Του ‘παιξα έναν απτάλικο.

Τώρα είναι πιο μεγάλος στα χρόνια απ’ ότι ήμουν εγώ όταν τον γνώρισα. Μεσολάβησαν πολλά, βιογραφικού χαρακτήρα. Με υποτροφία στο Μπέρκλεϋ. Τέλειωσε κι έμεινε. Πιανίστας - πιανισταράς. Τον ξαναβρήκα μέσω SKYPE και MYSPACE. Άλλος έρωτάς του το ούτι.

Χρόνια είχα να ακούσω τόσο ελκυστική τζαζ φιούζον. Φωτεινή-σκοτεινή, νεοϋορκέζικη, αντεργκράουντ, πειραματική, ευφυής στο να αντικατοπτρίσει ηχητικά την πολύβουη πολυπληθυσμιακή Νέα Βασιλεύουσα. Τέτοια μουσική γράφει. Ακούστε:

(klik) Δημήτρης Αλέξανδρος Μικέλης (klik)

Και όντως…. Στο Μουσικό της Παλλήνης πέρασα αξέχαστα.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 17, 2008

ΣΟΝΑΤΙΝΑ Νο 3 για πιάνο

Στο μουσικό αυτό έργο βρίσκονται όλες οι απαντήσεις για τα εξής φλέγοντα ζητήματα:
  • για το ποιός είναι ικανότερος για πρωθυπουργός όχι μόνον της Ελλάδος αλλά και οιασδήποτε άλλης χώρας.
  • για το αν ο Ομπάμα θα μας δώσει αύξηση, (ο κανονικός, όχι ο εγχώριος που θα προκύψει όταν κάνει ηλιοθεραπεία ο Τσίπρας).
  • για το ποιοί ζουν ανάμεσά μας και για την ύπουλη διαφημιστική προπαγάνδα τους με στόχο το υποσυνείδητό μας.
  • για το αν όντως οι ελληνίδες έχουν μουστάκι.
Υπόσχομαι σύντομα, να θέσω το όποιο μουσικό τάλαντο διαθέτω στην επίλυση και άλλων προβλημάτων της σύγχρονης σκέψης.
η παρτιτούρα σε pdf
το κομμάτι υποστηριζόμενο από το απαραίτητο βίντεο:

Τρίτη, Νοεμβρίου 11, 2008

ένα αρμονικό πρόβλημα σε εποχή κρίσεως

...καὶ συμβοσκηθήσεται λύκος μετ᾿ ἀρνός, καὶ πάρδαλις συναναπαύσεται ἐρίφω, καὶ μοσχάριον καὶ ταῦρος καὶ λέων ἅμα βοσκηθήσονται, καὶ παιδίον μικρὸν ἄξει αὐτούς· 7 καὶ βοῦς καὶ ἄρκος ἅμα βοσκηθήσονται, καὶ ἅμα τὰ παιδία αὐτῶν ἔσονται, καὶ λέων καὶ βοῦς ἅμα φάγονται ἄχυρα. 8 καὶ παιδίον νήπιον ἐπὶ τρώγλην ἀσπίδων καὶ ἐπὶ κοίτην ἐκγόνων ἀσπίδων τὴν χεῖρα ἐπιβαλεῖ. 9 καὶ οὐ μὴ κακοποιήσουσιν, οὐδὲ μὴ δύνωνται ἀπολέσαι οὐδένα ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ ἅγιόν μου, ὅτι ἐνεπλήσθη ἡ σύμπασα τοῦ γνῶναι τὸν Κύριον ὡς ὕδωρ πολὺ κατακαλύψαι θαλάσσας.
ΗΣΑΙΑΣ, ΙΑ 6-9.


και μαζί θα βόσκει ο λύκος με τ' αρνί, κι η λεοπάρδαλη θα κοιμάται πλάι στο ερίφι, και το μοσχάρι κι ο ταύρος κι ο λέοντας μαζί θα πάνε για βοσκή κι ένα παιδί μικρό θα τα οδηγεί. Και το βόδι με την αρκούδα μαζί θα βόσκουν κι αντάμα τα παιδιά τους, κι ο λέοντας και το βόδι παρέα θα τρώνε άχερα. Κι ένα παιδάκι νήπιο μέσα στης κόμπρας την φωλιά και πάνω κει που πλαγιάζουν τα μικρά της το χέρι του θα βάλει. Και κακό δεν θα του κάνουν, κανείς δεν θα μπορεί κανένανε να βλάψει πάνω στο όρος το άγιό μου, γιατί σύμπασα η χώρα γέμισε από την κατανόηση της φύσης του Θεού, όπως νερό πολύ τις θάλασσες σκεπάζει.


Όταν πρωτοδιάβασα αυτές τις γραμμές του Ησαΐα πανικοβλήθηκα. Στον κόσμο αυτόν τον ανακαινισμένο που προφητεύει ο Ησαΐας ποια μουσική ταιριάζει; Πρέπει να λάβω τα μέτρα μου. Αν και η ανακαίνιση του κόσμου είναι απ’ ότι φαίνεται μακριά, ποτέ δεν ξέρεις. Έπρεπε λοιπόν να προλάβω να ακούσω όλον τον Μπετόβεν, γιατί η μουσική σκηνή του ανακαινισμένου κόσμου μάλλον δεν θα είχε θέση γι αυτόν. Για τον Σένμπεργκ δεν το συζητώ, άσε τον Χρήστου ή τον Ξενάκη. Ούτε ο Μπαχ ούτε η αναγεννησιακοί καλά-καλά δεν θα έχουν θέση. Το ενδεχόμενο στη μετά τη μέλλουσα κρίση εποχή να εκλίψει ο μεσαιωνικός μουσικός εφιάλτης, (ο diabolus in musica, το σατανικό τρίτονο, ο άρχων της διαφωνίας, ο υποδαυλιστής των αντιθέσεων), είναι πλέον βεβαιότης.
Γενικώς οιαδήποτε μουσική προβάλλει την έννοια της αντίθεσης και ειδικότερα στηρίζεται σε συνηχήσεις πέραν των καθαρών διαστημάτων της οκτάβας της πέμπτης και της τέταρτης, και οιαδήποτε μουσική χρησιμοποιεί τα αυξημένα και ελαττωμένα μελωδικά διαστήματα δεν έχει θέση στο «ὄρος τὸ ἅγιόν» της προφητείας. Άρα και ένα μεγάλο μέρος τού Βυζαντινού μέλους, όπου δηλαδή χρησιμοποιείται το χρωματικό γένος, θα μείνει έξω κι αυτό. Ας μη συζητάμε για ρεμπέτικα, (που ως γνωστόν κατάγονται απ’ ευθείας από το Βυζάντιο, δεν θυμάμαι ακριβώς την περιοχή). Μόνον το Γρηγοριανό μέλος και ο Τζων Τάβενερ (του 20ου αιώνα, όχι ο πρόγονός του ο Τάβερνερ του 16ου - μην τον μπερδέψετε τώρα με τον Ηλία του 16ου) αυτοί και μόνον αυτοί βλέπω να παίρνουνε βίζα. Εμ, το ‘χαν προβλέψει φαίνεται και είχανε λάβει τα μέτρα τους. Προσεχτικοί με τα μελωδικά διαστήματα οι γρηγοριανοί, κυρίως πεντατονική η υφή της μελωδίας τους, και ο Τζων όλο παράλληλες πέμπτες και τέταρτες. Κι είναι και ορθόδοξος. Άκου, Άγγλος και ορθόδοξος…. Πάντως με αυτές τις προδιαγραφές θα πάρουν διαπίστευση τόσο η παραδοσιακή κινέζικη μουσική, όσο και η ηπειρώτικη, αν και επειδή χρησιμοποιούν πολύ το γκλισάντο, θα πρέπει να περνάνε κάθε δεκαπέντε από το αστυνομικό τμήμα της περιοχής για ανανέωση της διαπίστευσης, εκτός κι αν αποδεχτούν να υποβληθούν σε γκλισαντεκτομή. Φρίκη.

Με μία δεύτερη ανάγνωση είπα να δω πιο στρατηγικά το θέμα. Μήπως να ψάξουμε για αντιστοιχίες; Της αρμονίας ο λύκος να είναι οι διάφωνες συνηχήσεις, και τ’ αρνί οι σύμφωνες. Η πάρδαλη να είναι της ρυθμικής αγωγής το ορμητικό vivace, και το ερίφι το παιχνιδιάρικο allegretto. Το μοσχάρι, ο ταύρος και ο λέων να είναι θεματικές αντιθέσεις που συμπορεύονται αντιστικτικά με απλότητα παιδική. Και το βόδι και η αρκούδα…… Μπα. Δεν προχωράει, άσε που θα μας πάρουν στο ψιλό και τα παιδάκια του κατηχητικού.

Ποια μουσική ταιριάζει, να πάρει η ευχή; Κι αν αυτή ταιριάζει, κι εμένα δε μου ταιριάζει; Μιλάμε τότε για Γκουαντάναμο, όχι για Όρος Άγιον. Ψυχραιμία.
Στο άγιο το όρος της προφητείας του, ο Ησαΐας βλέπει όλα τα είδη. Δεν βλέπει μόνο αρνάκια, εριφάκια, μοσχαράκια. Οι κόμπρες, οι λύκοι, οι αρκούδες, τα λιοντάρια, οι λεοπαρδάλεις είναι εκεί έχοντας απολέσει την επικινδυνότητά τους. Και μόνη ανθρώπινη παρουσία σ’ αυτή τη ζωγραφιά τα παιδιά, το «μικρόν» και το «νήπιον». Φυσικά. Γιατί όλα αυτά τα ζώα δεν είναι παρά χαρακτήρες ανθρώπων στους οποίους ο ανακαινισμένος κόσμος έχει εμφυσήσει γνώση. Και τα χαρακτηριστικά τους χωρίς να αλλάζουν, χάνουν ωστόσο την όποια καταστροφική ή αυτοκαταστροφική δύναμη. Η θεία γνώση εμπνέει όχι μόνον τους λύκους αλλά και τα αρνιά που είχαν σχεδόν μάθει να πιστεύουν ότι η πραότητά τους είναι δειλία. Και τα παιδιά καθοδηγούν γιατί ξέρουν και χαίρονται να παίζουν.

Ποια μουσική ταιριάζει στον ανακαινισμένο κόσμο; Η μουσική, απλώς η μουσική.
Γιατί αυτή συνειδητά εναρμονίζει τις αντιθέσεις χωρίς να αλλοιώνει τα χαρακτηριστικά τους. Άλλωστε, η μουσική παίζεται.

Ε, τότε …. πάω όρος άγιον.

Βρε κάτι ανησυχίες εν μέσω οικονομικής και όχι μέλλουσας κρίσεως.......

Δείτε το βιντεάκι. Είναι σχετικό και έχει πλάκα.

Kaamelott - The perfect fifth

Τετάρτη, Νοεμβρίου 05, 2008

ΠΡΟΟΔΟΣ ΑΓΟΝΗ


Ταξιδεύοντας με το ΝΗΣΟΣ ΧΙΟΣ για Χίο, μετά από δύο ώρες ταξίδι, ώρα οχτώμιση το βράδυ, για να απασχολήσω λίγο το μυαλό μου με κάτι, ώστε πέφτοντας οι βαριές βελούδινες κουρτίνες της ενδοαπορρόφησης να απορροφήσουν και τα ουρλιαχτά τριών μωρών που κάθονται αριστερά μου στα δύο μέτρα, είπα να ανοίξω κι εγώ το λάπτοπ, να δω πώς είναι να ταξιδεύεις και να παίζεις με το εργαλείο. Να λοιπόν που ήρθε η ώρα να λουστώ αυτά που κατηγορούσα και να γίνω ένας από αυτούς που πουλάνε μούρη με το λάπτοπ τους εν μέσω μωρών, ξεμωραμένων, τσίκνας της παρασκευής του βαπορίσιου καφέ, ξερής, και αδιάκριτων φωνασκιών εφήβων που δεν μπορούν να ξεκολήσουν το κινητό απ' τ' αφτί τους.
Μόλις φωτίστηκε η οθόνη του και γέμισε εικονίδια, ένιωσα μια αγαλλίαση. Βρε λες να είμαι εθισμένος; Κι είπα να το πάω στα άκρα . Λες να έχει ασύρματο στο πλοίο; (Ασύρματο σίγουρα θα έχει -πλοίο είναι. Ασύρματο ίντερνετ εννοούσα).
Ψάχνω για δίκτυο και ... ω του θαύματος, νέα συγκίνηση με καταλαμβάνει όταν χαριτωμένη επιγραφή εμφανίζεται στο παράθυρο των διαθέσιμων συνδέσεων: Nissos Hios Hot Spot. Να που πίσω απ' τις βελούδινες κουρτίνες υπάρχει κι ένας ουράνιος παράδεισος με ροζ συννεφάκια.
Συνδέομαι. Πατάω τον εξπλόρερ, πατάω το γκουγκλ, αλλά πριν ανοίξει ο δρόμος προς τον κυβερνοχώρο παρεμβάλλεται σελίδα εισόδου που γυρεύει τί άλλο; Γιούζερ νέιμ και πάσγουορντ. Με το αζημίωτο φυσικά.
"Πού πουλάνε κάρτες για το ίντερνετ;", ρωτάω ένα γκαρσόνι.
"Στο λογιστήριο κύριε".

Τρέχω, γιατί ο υπολογιστής είναι ανοιχτός και η μπαταρία τρώγεται σιγά-σιγά.
"Πόσο;!"
"Εφτά ευρώ η ώρα, κύριε".

Θα τα πληρώσω αυτή τη φορά, αλλά δεν τα ξαναπληρώνω, αν δεν πέσει η τιμή στο ένα την ώρα. Αλλά όπως και να το κάνουμε ένιωσα τυλιγμένος την αχλύ της προόδου.

Και να που σας γράφω και ποστ. Αλλά, δεν το πιστεύω. Μια παρέα Μυκονιάτες έβγαλε ένας ένα μπουζούκι και η παρέα τραγουδάει. Και η μπαταρία τρώγεται, μαζί ροκανίζεται κι ο χρόνος παραμονής μου πίσω απ' τις βελούδινες κουρτίνες στον ουράνιο παράδεισο με τα ροζ συννεφάκια. Και το ταξίδι είναι μακρύ. Όχι 6 ώρες. Γιατί δεν πάμε γραμμή Πειραιά - Χίο. Αυτό το κατευθείαν δρομολόγιο σταμάτησε πια. Πάμε Πειραιά-Σύρο-Μύκονο-Χίο. Ώρες 8 παρά κάτι. Δεν βγαίνουν οι εφοπλιστές, δεν τους καλύπτει λέει η κρατική επιχορήγηση. Τα κατευθείαν δρομολόγια λίγο-λίγο θα καταργηθούν. Θα πηγαίνουμε πλέον την άγονη Πειραιά-50χρόνια πίσω - ..........

ΚΟΝΤΣΕΡΤΟ ΓΙΑ ΑΡΠΑ


Ένα κοντσέρτο. Για άρπα. Και έγχορδα.
Γιατί μόνον έγχορδα; Αυτοπεριορισμός ή μήπως μια δολίως υποκρυπτόμενη φιλοδοξία –σιγά τον δόλο δηλαδή, δεν χτίσαμε ακόμα βίλα με πισίνα και θέα στη Βιστωνίδα. Ή μήπως-μήπως μια προνοητική λήψη μέτρων που θα ευνοήσουν την παρουσίασή του.
…………………………
Απρίλιος 2007. Η Ορχήστρα των Χρωμάτων παρουσιάζει μια βραδιά κοντσέρτων για ορχήστρα εγχόρδων και …. εγωιστικά έγχορδα. Εγωιστικά, λέω, γιατί παίζουνε μια χαρά και μόνα τους, συνήθως μάλιστα το προτιμούν. Ο Μίλτος Λογιάδης λοιπόν, εκείνη τη βραδιά, διευθύνει ένα κοντσέρτο για κιθάρα του Κόσκιν, γραμμένο κατά παραγγελία της κιθαρίστριας Έλενας Παπανδρέου που το ερμηνεύει κιόλας, ένα κοντσέρτο για τσίμπελ δικό μου (όχι το τσίμπελ, το κοντσέρτο) παραγγελία της Ορχήστρας κατά το χρυσούν έτος 2001, που ερμηνεύει η τσιμπελίστα Αγγελίνα Τκάτσεβα – τα έπιασα επίτηδες με ανάποδη σειρά, από το τελευταίο, για να αναφερθώ τελευταία στο πρώτο:
Η αρχή, λαμπρή, με ένα κοντσέρτο του Χέντελ, το μοναδικό του για άρπα και έγχορδα, που ερμηνεύει η αρπίστρια Μαρία Μπιλντέα. Στη συνέχεια, τα πετάσματα της συγκίνησης του να ακούω το έργο μου δεν μπόρεσαν να αποσβέσουν τους απόηχους απ’ το τραγούδι του εριστικού στοιχειού που τραγουδούσε μέσα στον ιππόκαμπό μου: «να γράψεις κι εσύ ένα κοντσέρτο για άρπα», «να γράψεις κι εσύ ένα κοντσέρτο για άρπα» .., ….(copy-paste).

»Όταν ξεκίνησα, αμέσως μετά τη συναυλία να σχεδιάζω το κοντσέρτο, κάτι απόπειρες ενορχηστρωτικές με τύμπανα υπόκωφα για αρχή, και κάτι γκλόκεν μαγικά για συνέχεια, πήραν αμέσως πόδι. Με το υποσυνείδητο ενός ελάσσονος συνθέτη, πήρα με συνοπτικές διαδικασίες τις αποφάσεις μου για την ενορχήστρωση. Μόνον ορχήστρα εγχόρδων. Αν έχει κάποια ελπίδα να παιχτεί το έργο που γράφω, έχει αν μπορεί να παίζεται σαπόρτ στο κοντσέρτο του Χέντελ. Οπότε, μόνον έγχορδα. Έτσι ή αλλιώς, τα ιδιόμορφα ηχοχρώματα της άρπας, τα εφέ της, δηλαδή, οι λεγόμενοι τυμπανικοί ήχοι, ο ήχος της βροντής, του σιτάρ, οι ομποϊκοί ήχοι και πολλά άλλα, θα ξεχωρίσουν και θα λάμψουν με φόντο μόνον τους ήχους των εγχόρδων…………

Το έργο το έγραψα με φρενήρεις ρυθμούς. Είχα τόσο βυθιστεί στον κόσμο του, που πάθαινα κατάθλιψη αν έπρεπε να ασχοληθώ με κάτι άλλο εκτός από αυτό. Μέσα σε 10 μέρες είχα τελειώσει. Και μετά έπαθα σύνδρομο στέρησης. Τόσο πολύ το είχα απολαύσει.

Μη ξεγελαστείτε από την πανηγυρική μετά εισαγωγικού σημειώματος παρουσίασή του στο μπλογκ. Και δεν πιστεύω να μασήσετε στα διαστημικά εφέ του βίντεο –σίγουρα θα το καταλάβετε- είναι του ρίαλ πλέιερ. Και η άθλια ηχητική μεταμόρφωση με το κομπρεσάρισμα που κάνει το γιουτιούμπ στον ήχο, μη σας υποβάλλει και σας ξεγελάσει και το πάρετε για …. ανθρώπινη εκτέλεση. Μακέτα ηλεκτρονική είναι. Το έστειλα σε διάφορες ορχήστρες μήπως και τους ενδιαφέρει να παιχτεί. Στο συρτάρι είναι ακόμα το έργο…….. Κι ούτε καν. Σε τρεις σκληρούς δίσκους για ασφάλεια, σε μορφή πιντιέφ. Παρακαταθήκη, είτε χάριν του έργου, είτε χάριν μιας ταπεινής μεγαλομανίας που πάντα ελπίζει. Και που, προσωρινά τουλάχιστον, λυτρώνεται όταν παρακολουθώντας τον κάουντερ του γιουτιούμπ βλέπει μήνα με το μήνα ότι γέμισε μιαν μικρή αίθουσα 50-100 ατόμων.


Κοντσέρτο για άρπα και έγχορδα ΜΕΡΟΣ Ι






Κοντσέρτο για άρπα και έγχορδα ΜΕΡΟΣ ΙΙ






Κοντσέρτο για άρπα και έγχορδα ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ





Δευτέρα, Νοεμβρίου 03, 2008

φρέσκια ...... ΣΟΝΑΤΙΝΑ .... σπαρταράει

Η μικρές φόρμες είναι πάντα κατάλληλες για να προετοιμάσουν έναν συνθέτη, ώστε να πέσει σε βαθύτερη περισυλλογή και να ασχοληθεί με ένα μεγαλύτερο έργο - εδώ περισυλλογή ονομάζουμε κατ' ευφημισμόν μιαν ελαφρά μορφή κατάθλιψης. Μετά από τα 17 σημειώματα για πιάνο, έγραψα -υπό το κράτος μιας σχεδόν νευρωτικής υπερπαραγωγικότητας- αυτήν εδώ τη σονατίνα. Ο φόβος πάντα είναι μήπως και καταντήσει η δημιουργία ένα τικ σαν κι αυτό που πάθαιναν παλιά οι κύριοι με το μονόκλ. Αλλά εκεί που πας για μια μέτρια ψαριά, ρίχνεις τα δίχτυα και πιάνεις μαζί με τα μπαρμπούνια και ένα κοπάδι κολιούς. Τί να κάνεις; Να πετάξεις τους ταπεινούς κολιούς στη θάλασσα, ψόφιους, για να μη σου μείνουν απούλητα τα αρχοντικά μπαρμπούνια; Αν είσαι επαγγελματίας ψαράς αυτό πρέπει να κάνεις. Αλλά εγώ είμαι ερασιτέχνης.


-Έρε πράμα που ‘χω σήμερα… Φάτε τζάμπα σονατίνα κορίτσια………
ΥΓ. Οι κολιοί έχουν και περισσότερη καλή χοληστερίνη (σε πρόλαβα dsyk).







για κάθε ενδιαφερόμενο η παρτιτούρα σε pdf

Σάββατο, Νοεμβρίου 01, 2008

17 σημειώματα για πιάνο

17 σημειώματα για πιάνο 1~7






17 σημειώματα για πιάνο 8~17




κατεβάστε, αν το επιθυμείτε, το μουσικό κείμενο σε pdf

και τα κομμάτια μεμονωμένα σε mp3:
1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17

Δευτέρα, Οκτωβρίου 20, 2008

Δευτέρα, Οκτωβρίου 13, 2008

Η ΕΠΑΦΗ (με πολλαπλή μεταγλώτισση)

επάνοδος

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 07, 2008

Επιτόπια κρουαζιέρα



Επιστροφή στην πόλη.
Σήμερα το εμπέδωσα.
Εδώ που οι εποχές μοιάζουν με συναινετικό διαζύγιο. Και τα δύο μέρη καταληκτικά συμφωνούν:«Απαίσια ήταν τέως αγάπη μου, αλλά ευτυχώς στο τέλος τα βρήκαμε».

Στο μπαλκόνι. Αξημέρωτα. Χατζηκυριάκειο. Από μακριά ακούγεται το πάρτι ενός κρουαζιερόπλοιου. Βραδιά ελληνικής μουσικής. "Mou fages ola ta daktylidia". Θα έχουν φάει τα κεφτεδάκια τους και τώρα κουλέρ-λοκάλ. Ζεϊμπέκικα της συμφοράς. Κάποιος απόφοιτος του ζορμπαδισμού φέρνει τις βόλτες του, υποθέτω, στο κατάστρωμα. Παλαμάκια ωρίμων τουριστριών, κάποιες από αυτές ίσως εικοσπεντάρες να παραθέρισαν στην Ίο. Τώρα γέρνουν στους ώμους των απολύτως αγγλόφωνων συζύγων τους και καθώς ένα παρηγορητικό αεράκι αποστρέφει τους απόηχους (3-0 νικήσαμε το Λουξεμβούργο), αναδεικνύεται το τραντζιστοράκι του γείτονα: «Μία είναι η ουσία». Όρεξη που έχει ο κόσμος…. Δύο παρά, ξημερώματα. Δεν πας να κοιμηθείς, ρε φίλε, να ησυχάσει το κεφάλι μας….

Είμαι κουρασμένος και φορτωμένος. Αξημέρωτα ξύπνησα και χθές. Το ‘παιξα ύπνος – ξύπνιο για κανένα μισάωρο. Είμαι σε μια ηλικία που ακόμα δεν είμαι σίγουρος αν έχω χορτάσει ύπνο ή απλώς είμαι νευρικός λόγω αδιευθέτητης λίμπιντο. Έξι παρά δέκα για να αβαντάρω την πιθανότητα να ξανακοιμηθώ ανοίγω τηλεόραση. Ετ2 που έχει τα ντοκυμαντέρ. Έπεσα στην …. έπαρση σημαίας. Δεν το πιστεύω! Ακόμα τα κρατικά κανάλια κάνουν έπαρση σημαίας με υπόκρουση τον Εθνικό Ύμνο: Ακρόπολη, Σημαία, Ακρόπολη, Καρυάτιδες, Σημαία, Ηνίοχος, Σημαία, Τελετή Αφής, η Πρωθιέρεια με τη Φλόγα, Σημαία, ο Ανάβατος της Χίου (μπα, έχουμε και μεσαιωνικό παρελθόν;), ξανά κολώνες, Παρθενώνας…Τέλος. Η σημαία ανεμίζει. Ξημέρωσε.

Το χάλι μας.



"Θα ζήσω ελευθερο πουλί", επιμένει ο από καταστρώματος dj.
Αχ, που είσαι Φαβιέρου κι άγιε μου Νείλε με τον Μπαρμπα-Τάσο και το μαντολίνο του να κελαδάει.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 05, 2008

La Musique Arabe



Κατακαλόκαιρο, που ο κόσμος λούεται και ραίνεται, ο φίλος μου ο Γιάννης αγρυπνούσε. Μου τηλεφώνησε ένα πρωί και μού ‘πε:

-Βρήκα στο e-bay έξι αντίτυπα, ανάτυπα της παλιάς έκδοσης του La Musique Arabe του Rodolphe d’ Erlanger. Θα παραγγείλω μια σειρά για μένα και σκέφτηκα μήπως θα τα ήθελες κι εσύ. Είναι 6 τόμοι.




Τα βιβλία αυτά, ήδη κατά την δεκαετία του ’90 σπανία εξαντλημένη έκδοση του ’30, με δέος που σκέπαζε τη ζήλια τα κοιτούσα στη βιβλιοθήκη του συχωρεμένου του φίλου μου, του μουσικολόγου Μάριου Μαυροειδή*. Και όχι σε πρωτότυπη μορφή. Δεμένες φωτοτυπίες. Τα είχε δανειστεί και φωτοτυπήσει από το άβατον: τη βιβλιοθήκη του Σίμωνος Καρά. Όταν τα φυλλομέτρησα, δεν με έσκιασε μόνον το κόστος των φωτοτυπιών. Ήταν τόσο κακοφωτοτυπημένα που δεν τους επιτρεπόταν να παίξουν ρόλο προτύπου. Κι έτσι άφησα τους επίζηλους έξι τόμους να εξακολουθήσουν την βαρκάδα τους στην λίμνη των μετεφηβικών μου ουτοπικών αναζητήσεων.


ο μουσικολογιώτατος Αλ Φαραμπί (872-951)



-Φυσικά και τα θέλω, Γιάννη. Σε ‘φχαριστώ. Μού ‘φτιαξες τη μέρα. Θα μοιράσουμε και το κόστος αποστολής.


Χθες ο Γιάννης μου τηλεφώνησε. Με είχε ειδοποιήσει ήδη με mail. « Ήρθε το πράμα.»

-Γιάννη, σε ‘φχαριστώ. Πες μου πόσο κάνουν και υπολόγισε και τα μισά έξοδα αποστολής.
-Σκεφτόμουν να στα κάνω δώρο για τη γιορτή σου…
-Μα η γιορτή μου έχει περάσει… Κι εγώ τι δώρο θα σου κάνω;
-Θα μου κάνεις όταν έρθει η γιορτή μου.


Σήμερα πέρασε ο Γιάννης από το ωδείο και μου έφερε τα βιβλία, σε μια χάρτινη τσάντα.

-«Πώς θα τα βγάλεις πέρα με τα γαλλικά. Ξέρεις γαλλικά;» Τον ρώτησα.
-Όχι, αλλά από μια ματιά που παλιά είχα ρίξει στην Εθνική Βιβλιοθήκη, είδα ότι οι περισσότερες λέξεις είναι ορολογίες μουσικές που τις καταλαβαίνω.
-Έ, τότε θα τα βγάλω πέρα κι εγώ. Στο σχολείο μάς είχαν μάθει γαλλικά.



Και τότε μου είπε και τα παραλειπόμενα:

-« Η γαλλίδα που τα πούλαγε στο e-bay, στην αρχή μου έγραψε ότι δεν μπορούσε να τα πουλήσει στην Ελλάδα. Δεν ήξερε γρυ αγγλικά - δεν ήξερε ότι η Ελλάδα ανήκει στην ευρωζώνη- και προσπαθούσα να της γράψω στα γαλλικά μέσω του μεταφραστή του google. ... Χαμένοι στη μετάφραση.... Μετά κι εγώ δεν είχα καταλάβει, ότι δεν πουλούσε 6 αντίτυπα, αλλά με τον αριθμό 6 υπονοούσε τους 6 τόμους μίας και μόνης σειράς…».

Αποσβολώθηκα.

-Δηλαδή, εσύ δεν πήρες για σένα; Αγόρασες τα μοναδικά αντίτυπα και μου τα κάνεις δώρο;

Κι αντίκρυσα ένα υγρό βλέμμα. Όμοιο με το βλέμμα του Αλ Φαραμπί, όπως εκείνη τη στιγμή το οραματίστηκα. Ευγενικό μιας άλλης εποχής. Που μου επέβαλε ιπποτικά να δεχτώ το δώρο.



*Μάριου Μαυροειδή: ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ (εκδόσεις ΦΑΓΚΟΤΟ)

Κυριακή, Αυγούστου 24, 2008

ΚΑΤΑΠΕΛΤΑ, ΕΛΕΟΣ

Έκτη γυμνασίου,1976.
Μαθηματικός μας ο υποδιευθυντής. Ατάλαντος μαθηματικός, κατάλληλος για το "κλασσικό" τμήμα, διεφύλασσε την αίγλη του αξιώματός του με διπλωματική άσκηση μιας τυπικής αυστηρότητος και κυρίως με την σιωπηρά υπόσχεση, διαρκώς αποτυπούμενη στο παιχνιδιάρικο επαρχιώτικο βλέμμα του: «Μη με ζορίζετε και θα σας βάλλω σε όλους πάνω από 18».

Κάποια φορά τόνε ζορίσαμε. Και με φασαρία, αλλά κυρίως με υπεροψία για τα μαθηματικά κολλυβογράμματά του, τα οποία περιορίζονταν στην διευθέτηση ευφυών εξάψεων μεταξύ των δεινών περί τα μαθηματικά συμμαθητών μας, οι οποίοι είχον ατυχήσει και αντίς για το περίοπτο πρακτικό, είχαν πέσει στα χαμηλά, στο κλασσικό.
-«Από τούδε και στο εξής θα είμαι καταπέλτης», είχε άπελπις κορωνίσει, υπερασπιζόμενος την δικαιοδοσία του, ή μάλλον την κατ’ αυτόν δικαίαν τάξιν: ξέρουμε, αλλά να κάνουμε σαν να μην ξέρουμε …. και όλοι μαζί να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο να την βγάλουμε.

Άσχετα με το link όλα αυτά μοιάζουν. Το μόνο σχετικό είναι αυτό που, μετά την ιστορικήν του ρήση, πριν μπει στο μάθημα, γράφαμε στον πίνακα:

«ΚΑΤΑΠΕΛΤΑ, ΕΛΕΟΣ»

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)