Τρίτη, Δεκεμβρίου 31, 2019

Φλάουτο σόλο - παράδειγμα απλής δωδεκάφθογγης σύνθεσης


Μπορείτε να αρκεστείτε στην ακρόαση του κομματιού, μιας και έχω την διαβεβαίωση της φρίττουσας με κάθε μοντερνιστικό απόηχο του 20ού αιώνα μαθήτριάς μου, ότι «τελικά δεν ακούγεται και τόσο άσχημα». Τι να περιμένει κάποιος από ένα δωδεκαφθογγικό κομμάτι, ε; Ευχές για το Νέο Έτος;


Για όσους έχουν την περιέργεια, ή την διαστροφή για να διαβάσουν την ανάλυση ή και να κατεβάσουν την παρτιτούρα, μπορούν να συνεχίσουν...

 Η παρτιτούρα εδώ

ΑΝΑΛΥΣΗ
Το κομμάτι βασίζεται στην εξής σειρά:
P0    C-Ab-G-E-F#-C#-D-B-Bb-F-Eb-A

Εδώ βλέπετε τις σχέσεις τάξης των υψών και των αριθμών (pitch classes, pitch numbers), καθώς και τα  αντίστοιχα matrix:




Στο κομμάτι χρησιμοποιούνται επίσης (με σειρά εμφανίσεως) οι:
Ι9     A-C#-D-F-Eb-Ab-G-Bb-B-E-F#-C
R0   C-F#-Ab-C-D-F-E-A-G-Bb-B-Eb
RI3  Eb-A-G-D-C#-Bb-B-F#-Ab-F-E-C

Δηλαδή όπως μπορείτε να παρατηρήσετε χρησιμοποιώ αυτές που περιτειχίζουν το matrixΟπότε αξιοποιώ ένα χαρακτηριστικό στοιχείο που τις «δένει»: η τελευταία νότα της προηγούμενης μορφής-σειράς ταυτίζεται με την πρώτη της επόμενης, επιλογή που μου επιτρέπει να δημιουργήσω μία “μικροσύγχυση” για το πού αρχίζει και πού τελειώνει κάθε μια.

Στο Α μέρος, αργό και αφηγηματικό, διασπώ την βασική σειρά P0 για να δημιουργήσω μικρές φράσεις (μάλιστα μία από αυτές, την παραλλάσσω και την επαναλαμβάνω: μέτρα 9-10  και μέτρα 11-12) και περνώντας χωρίς διαχωρισμό στην επόμενη I9 συνεχίζω με παρόμοιο τρόπο με την R0 μέχρι το μέτρο 17, όπου η 4η και τελευταία μορφή-σειρά RI3 εμφανίζεται εξ αρχής διαχωρισμένη από τα προηγούμενα.

Στο Β μέρος, πιο κινητικό, εξακολουθώ την διάσπαση των σειρών, αλλά ένα χαρακτηριστικό στοιχείο του είναι ότι παρατάσσω τις νότες κατά διαδοχική τάξη ύψους προς την κατεύθυνση της φράσης, ανοδική ή καθοδική. Αυτό σταματάει από το μέτρο 32 μέχρι το τέλος, για να επέλθει ένας καθησυχασμός.

Στο C μέρος, το πιο ενεργητικό από τα τρία, χρησιμοποιώ υποσύνολα της P0 για να δημιουργήσω μια σειρά από πιο μινιμαλιστικές φράσεις με έντονο το στοιχείο της εμμονής που δημιουργούν την αίσθηση ενός υπό την ευρεία έννοια μεγάλου τρίλλου – στην χρήση των υποσυνόλων δεν έχει σημασία η σειρά των φθόγγων, μπορούν να γίνουν οιεσδήποτε αναδιατάξεις τους, απλώς συνηθίζεται η πρώτη εμφανιζόμενη διαδοχή είτε να είναι αυτή που έχουν στη σειρά, είτε να είναι μια αναδιάταξη με βάση την τάξη ύψους (pitch class) των φθόγγων. Από το 37 έως το 44, χρησιμοποιώ τις πρώτες τρεις νότες της P0. Το σημειώνω στο box Ν: 1-3 και παρομοίως για τα επόμενα. Κατόπιν 45 έως 53 (κορώνα) τις επόμενες τρεις (4, 5, 6) επαναλαμβάνοντας το προηγούμενο σχήμα. Στη συνέχεια (Νότες 7, 8, 9) χωρίς να αλλάξω το συνολικό ρυθμικό σχήμα αλλάζω φορά στην σχέση των υψών. Στο 62 φέρνω το τελευταίο υποσύνολο (10, 11, 12) με την αρχική φορά του σχήματος. Από το μέτρο 70 ξαναξεκινάω ένα πιο απλό παιχνίδι με τους φθόγους 1-4, μετά 4-7, μετά 7-10 και τέλος 10-12 για να περάσω σε μία μεγάλη καταληκτική φράση που χρησιμοποιεί αρχικά την διαδοχή των υπόλοιπων μορφών-σειρών μέχρι τα μέσα του μέτρου 81, όπου αρχίζει να επαναλαμβάνεται με διακοπές το τελευταίο τμήμα της RI3 ενώ σιγά-σιγά και αυτό αποδομείται μικραίνοντας όλο και περισσότερο, μέχρι να φτάσουμε στον βασιλέα του matix τη νότα Ντο (μη πιστεύετε αυτά που ισχυρίζονται για την ισονομία μεταξύ των φθόγγων στο δωδεκάφθογγο σύστημα .... η ανθρωπότης δεν αλλάζει τόσο εύκολα).

Μετά, γιατί όχι ένα da capo του Α.

Πριν αρχίσω και αφού τελειώσω ένα κομμάτι, πάντα θυμάμαι αυτό που μας έλεγε ο Θόδωρος Αντωνίου, ο δάσκαλός μας: «Τα συστήματα είναι για να υπηρετούν εμένα και όχι για να τα υπηρετώ».

Ο δωδεκαφθογγισμός, για μας, τώρα που είμαστε σε μεγάλη απόσταση από αυτόν, είναι μόνο ένα πλαίσιο, μια αφορμή. Οι καθιερωμένες τεχνικές του μπορούν κατά βούληση να διευρυνθούν – φαντασία να υπάρχει. Ενώ τα στερεότυπά του μπορούν και αυτά να ανατραπούν από το μουσικό αισθητήριο αρκεί η ανατροπή να λειτουργεί. Π.χ. ένα στερεότυπο είναι ότι χρησιμοποιούμε για αναδιάταξη μόνο υποσύνολα από κεφαλές μιας σειράς (τις 3 πρώτες νότες, ή τις 4, ή τις 6)... Εγώ στο C αναδιάταξα τριάδες και τετράδες όλης της P0  και κανείς δεν έπαθε τίποτα. Στην δεκαετία του ‘50 οι μουσικοκριτικοί και οι ακαδημαϊκοί θα με είχαν εξορίσει. Αυτό είναι το προνόμιο που παρέχει η απόσταση ... Ποιος ενδιαφέρεται για το αν μια μουσική που γράφεις έχει θεωρητική συνέπεια. Σημασία έχει να ακούγεται καλά και υπ’ αυτήν την έννοια, κάποια (νέα) θεωρητική συνέπεια θα έχει, απλώς ούτε εσύ που την έγραψες δεν την ξέρεις καλά-καλά… Καλά Φώτα, και προηγουμένως Καλή Χρονιά!


Παρασκευή, Νοεμβρίου 22, 2019

Κούραση


Αρχίζει να γίνεται πια κουραστικό. Από δω και πέρα, λέει, πρέπει να προσέχω. Δεν ξέρω πόσο πάει η χρέωση – το αυτόματο μήνυμα μας διευκρινίζει ότι είναι αντίστοιχη αυτού που χρεώνει ο κάθε πάροχος. Πάντως, είμαι ένας από τους υποψηφίους να καταγγελθούν στο 1143 (επίτηδες το έγραψα λάθος, για να γλιτώσω την καταγγελία – εκτός και αν το 1143 είναι κάποιος άλλος αριθμός για άλλου είδους επίσης καταγγελία).

Διαβάζω ότι μπορείς να φας και ξύλο, αν βρεθείς κάπου που τρώνε ξύλο όσοι βρίσκονται τυχαία ή επίτηδες εκεί. Αλλά είμαι πια αρκετά μεγάλος και αυτά τα ξέρω… Ποτέ δεν βρίσκομαι σε τέτοια μέρη, διότι από μικρός το ξύλο το φοβάμαι, παρότι αγαπώ και θαυμάζω ιδιαιτέρως τους ξυλουργούς, και η μυρωδιά του ξύλου καθώς μαστορεύεται, ιδίως αυτό που προορίζεται για μουσικά όργανα, με μεθάει. Θυμήθηκα τον μάστορα τον Σίμο Σκεντερίδη, στο υπογειάκι του που το ανεβοκατέβαινα, εικοσάρης, τα δύο τελευταία χρόνια του, εκεί γύρω στο ’82, πριν βγει στην σύνταξη. Με τα παλιά εργαλεία του πατέρα του που τά’ χε φέρει απ’ την Καππαδοκία, μαζί με τα παλιά ξύλα από κωνοφόρα … «αυτά όλα είναι ρουμάνικη ξυλεία, πάνω από 100 χρονώ. Τώρα που θα βγω στη σύνταξη, θα τα πουλήσω και θα είναι το εφάπαξ μου». Πριν κλείσει το μαγαζί, μου χάρισε, «για να με θυμάσαι», ένα ακόνι, ένα ροκάνι και ένα παλιό κομμάτι φιλέτο έλατο, «για καπάκι … αυτό θα βγάλει ωραίο ήχο, γιατί έχει ίσια και λεπτά νερά». Έχω ένα σάζι από τα χέρια του, σάζι με δούγιες – το είχε φτιάξει χωρίς καλούπι … «στον αέρα» όπως έλεγε. Κάθε μεσημέρι, κατά τις μία με μιάμιση ξετύλιγε μια λαδόκολλα με ελιές, ψωμί και τσιμένι για άλειμμα…

... Τώρα που έβαλα μπροστά, να πω ότι, ούτε την μουσική μου την θεωρώ κάτι, ούτε αυτά τα τάχα κείμενα που γράφω, ούτε επιχειρώ κάτι όταν γνωστοποιώ τα διάφορα “και καλά” καλλιτεχνικά που με αφορούν προσωπικώς (και κάποιες φορές και άλλα που προσωπικώς δεν με αφορούν, αλλά μου αρέσουν πάρα πολύ, όπως για παράδειγμα το “Sancta Maria, ora pro nobis” από το “Vespro della Beata Vergine” του Μοντεβέρντι). Ή μάλλον, κάτι επιχειρώ: να κάνω αυτό που κάνουν και πολλοί άλλοι. Γιατί; Επειδή το να κάνεις αυτό που κάνουν και οι πολλοί άλλοι, σε απαλλάσσει από την προσωπικότητά σου, η οποία είτε υφίσταται, είτε δεν υφίσταται, μετά ή άνευ παρρησίας, ωστόσο είναι υποχρεωτική, και κρίνεσαι αν την έχεις ή δεν την έχεις – έτσι λένε. Κουραστικό…


Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 20, 2019

Εκ Χίου


Απ’ τα επιφωνήματα
πρέπει να βγήκε η μουσική.

Ω,
Ε,
Ρε.

Αυτά αφήνουν περιθώριο
ανάπτυξης μελωδημάτων,
κι όχι τα πιο σφιχτά,
τα επόμενα χαρμόσυνα:

Μαρία,
Γιώργη,
Ουρανία,
Δημητρό,
Βαλάντη,
Βαγγελία
Σεβαστούλα,
Μαρκέλε,
Ειρήνη,
Μπούλα,
Μιλτιάδη,
Στυλιανέ,
Τσουμπίδι,
Μπουμπού.

Κι είναι κι οι απ’ απέναντι
που μείνανε ψαράδες τα παιδιά τους:

«Έχει κολιοί, σαρδέλα,
μπακαλιάροι, προσφυγάκια
μπακαλιάροι πρόσφυγοι,
μένουλες».

Χωρίς αιτιατική.

Κυριακή, Ιουλίου 14, 2019

Τα ευζωνάκια


"Τα Ευζωνάκια", ένα πολυδιδαγμένο σχολικό τραγούδι που οι περισσότεροι πιστεύουν ότι είναι δημοτικό - παραπλανά ο καλαματιανός ρυθμός του, και το δημώδες ύφος της μελωδίας του. Ωστόσο, πρόκειται για ένα τραγούδι του Γεωργίου Λαμπελέτ σε ποίηση Ζαχαρία Παπαντωνίου, που συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή 16 σχολικών τραγουδιών  "Τα χελιδόνια" από την έκδοση του 1920 των Εκδόσεων της Βιβλιοθήκης του Εκπαιδευτικού Ομίλου.

Να λοιπόν,  πού με οδήγησε η αναδίφηση, με αφορμή τα όσα αναφέρω στην προηγούμενη ανάρτησή μου, εξ αφορμής δύο αναρτήσεων του Δημήτρη Συκιά.

Σε κάποιες περιπτώσεις το τραγούδι, εκ προφορικής παραδόσεως,  διδάσκεται με τους εξής αρχικούς στίχους (α' στροφή):

Στην Άγια Σοφιά αγνάντια
βλέπω τα ευζωνάκια.
Μες στο αίμα βουτηγμένα
τα ευζωνάκια τα καημένα.
.......................................


Ο αυθεντικός όμως στίχος του Παπαντωνίου είναι "μες στους ήλιους μαυρισμένα" ...

Σε άλλες περιπτώσεις, στίχοι των στροφών αναμειγνύονται και το ποίημα συμπυκνώνεται... Παραθέτω το αυθεντικό ποίημα (δεξιά εικόνα). Διάφορες βιντεοσκοπημένες ερμηνείες του τραγουδιού μπορείτε να βρείτε στο YouTube, γράφοντας στην αναζήτηση "Τα ευζωνάκια".

Ιδού και η μελοποίηση του Λαμπελέτ:


Το τραγούδι του Ήλιου

Με τον φίλο μου τον Δημήτρη Συκιά μας ενώνει μια πολύχρονη κοινή πορεία κατά την οποία μοιραζόμαστε τις χαρές και τις αντιξοότητες της μουσικής ζωής. Η ανταλλαγή απόψεων και πληροφοριών, αλλά και ο δημιουργικός διάλογος μέσω των έργων μας, είναι το παιχνίδι μας.

Το τραγούδι του Ήλιου
(στίχοι)
Όταν είδα αυτήν την ανάρτησή του στο f/b η οποία ακολουθήθηκε και από αυτήν, πέρα από την καθαυτή συγκίνηση για τα περιεχόμενά τους, θυμήθηκα, ότι ο Δημήτρης, φανατικός εραστής των "pdf download" και απαράμιλλος ταξινομητής - μια άλλη εργασία που θα μπορούσε να κάνει είναι αυτή του βιβλιοθηκάριου - όταν είχε βρει στο διαδίκτυο (βιβλιοθήκη ΑΝΕΜΗ) την έκδοση του 1920 "Τα Χελιδόνια" με συλλογή από τραγούδια σε ποίηση Ζαχαρία Παπαντωνίου και μουσική Γεωργίου Λαμπελέτ, είχε σπεύσει να την μοιραστεί μαζί μου.

Από αυτήν τη συλλογή, είχα διαλέξει "Το τραγούδι του Ήλιου" και το είχα διασκευάσει για την Παιδική Χορωδία του Δημοτικού Ωδείου Πετρούπολης, που το είχε και παρουσιάσει  υπό την διδασκαλία και διεύθυνση της Ροδούλας Χαρδαλή και πιανιστική συνοδεία της Έρης Χαρδαλή.

Την παρτιτούρα μπορείτε να την κατεβάσετε από εδώ.
Περιέχει το full score και την πάρτα της Χορωδίας, σε δύο τονικότητες, ρε και μι, για να εξυπηρετήσει τις εκτάσεις των παιδικών φωνών, αναλόγως της ... συγκυρίας.

Μια μακέτα αυτής της διασκευής την ακούτε στο YouTube:





Εδώ η παρτιτούρα του Λαμπελέτ, από την έκδοση της συλλογής "Τα Χελιδόνια", 1920.


Κυριακή, Ιουνίου 09, 2019

ΚΑΛΟΦΩΝΙΑ για 2 ερμηνευτές / KALOPHONY for 2 performers

(for information in English scroll down)

Το έργο είναι ένα αφιέρωμα σε ένα ζευγάρι εξαίρετων νέων μουσικών. Πρόκειται για ένα πολύ ειδικό κομμάτι που αξιοποιεί τις δυνατότητες των δύο συγκεκριμένων ερμηνευτών. Η Ειρήνη Ντελέζου είναι πιανίστα και φλαουτίστα, ενώ ο Παναγιώτης Ζαχαράκης είναι φλαουτίστας και παραλλήλως επιδίδεται με αξιότητα στην μελέτη και ερμηνεία της ανατολικής μουσικής παίζοντας νέι.
Ο τίτλος Καλοφωνία παραπέμπει στον αντίστοιχο όρο της εκκλησιαστικής μας μουσικής των ύστερων βυζαντινών χρόνων και των μεταβυζαντινών. Η καλοφωνία είναι μία μορφολογική τεχνική δια της οποίας μια σύντομης διάρκειας φόρμα, μεγεθύνεται σε διάρκεια μέσω ποικιλματικής ανάπτυξης των επιμέρους φράσεών της, δηλαδή μέσω ενός μελισματικού αναστοχασμού τους. 




This work is a dedication to a pair of excellent young musicians. It is a very special piece that exploits the skills of the two specific performers. Irene Delezou is a pianist and a flutist also, and Panayiotis Zacharakis is a flutist and at the same time he performs with merit in studying and interpreting the Eastern music by playing ney.
The title Kalophony refers to the corresponding term of the Greek ecclesiastic music of the late Byzantine years and the post-Byzantine period. Kalophony [Goodwill] is a morphological technique through which a short duration form is magnified in duration through varietal development of its individual phrases, that is, through a melismatic reflection.

Πέμπτη, Μαΐου 16, 2019

ΓΙΟΜΑ


Στην Σελήνη πήγαμε. Είναι αδιαμφισβήτητον. Δεν πήγαμε βέβαια όλοι. Όλοι … τι όλοι; Δεν λέω γι’ αυτούς που έχουν πάει ως τώρα, ας τους αυτούς – κάνανε μια δουλειά. Τι είναι η Σελήνη; Ένας ξεροδορυφόρος. Δεν μπορούν να πάνε όλοι εκεί. Κάποιοι απ’ όλους ίσως … αργότερα, πολύ αργότερα. Βλέπουμε. Δεν είναι όλοι σύμφωνοι.

Σήμερα έβγαλα κοινόχρηστα: 900 € για αλλαγή συρματόσχοινων και τροχαλίας του ασανσέρ. Του ανελκυστήρος, διότι αν γράψεις «ανελκυστήρος» μπορεί και να σου φέρουν τα κοινόχρηστα «εγκαίρως» και όχι έγκαιρα, που όπως και να ‘χει αυτό το «έγκαιρα» αφήνει μεγαλύτερα περιθώρια.

Πάντως, οι γειτονιές του Πειραιά, οι δρόμοι δηλαδή θέλω να πω, έχουνε γίνει χάλια. Χρόνια έχει να ξαναφτιαχτούν της προκοπής. Όλο μπαλώματα … Έργα, έργα, έργα, γραμμές του ΟΤΕ, φυσικό αέριο, ξανά-μανά αποχέτευση, μετά οπτικές ίνες… φαγώθηκε η πίσσα στις άκρες κοντά στα πεζοδρόμια, φάνηκε το χώμα, ιδανική τουαλέτα για αφεντικά από άλλη γειτονιά, που φέρνουν βόλτα το σκύλο τους να τα κάνει εκεί που δεν τους ξέρουν και δεν τους βλέπουν κιόλας, γιατί η δουλειά γίνεται ή αργά πολύ το βράδυ, ή αξημέρωτα, και βέβαια κάποιο άλλο αφεντικό πάει το σκύλο του να τα κάνει στη δική τους γειτονιά, μπορεί να συναντιώνται και να χαιρετιώνται κιόλας. «Καλησπέρα σας» - «Καλημέρα σας», ευγενέστατοι και φιλόζωοι αν όχι ζωόφιλοι στην καθώς πρέπει – αφεντικά σκύλων, ή καλύτερα «ντογκ όουνερς» στην διεθνή κοινή. Εν πάση περιπτώσει, όλοι οι δρόμοι και οι παράδρομοι της Καλλίπολης, για παράδειγμα, διαθέτουν καθένας το δικό του γδάρσιμο-τουαλέτα σκύλων. Δεν πειράζει βέβαια, διότι υπάρχουν πάρα πολλές παλιές αμάραντες φωτογραφίες του Πειραιά, και αρκετοί συλλέκτες επίσης που τις ανεβάζουν στο φέησμπουκ, συλλέγοντας πλέον λάικ (διότι δεν είναι ανεξάντλητες οι παλαιές φωτογραφίες) και έπονται οι ακόλουθοι που τις κοινοποιούν και μαζεύουν κι αυτοί την επιδοκιμασία αυτής της τρισχαριτωμένης αθώας νοσταλγίας που καθαγιάζει τις φτεροκοπούσες υπεράνω της ακατονομάστου μεταβολισθείσης ύλης, της διερχομένης πλήρως την διαδρομήν του γαστρεντερικού συστήματος των συγκεκριμένων έστω καλλιπολιτών σκύλων, μύγες, (μύγες πράσινες – κατ’ ευφημισμόν «χρυσόμυγες»), καθιστούσα αυτάς πλήρως αμολύντους. Οπότε δεν υφίσταται καν λόγος να επιλέξω την έκφρασιν «το οδόστρωμα έχει συν τω χρόνω φθαρεί» ώστε να διαμαρτυρηθώ στον σεβαστό μας Δήμο. Αι εκφράσεις αυταί, αι ολίγον έως πολύ αρχαΐζουσαι, είναι χρήσιμοι μόνον εις διαχειριστάς που θέλουν να μαζέψουν τα κοινόχρηστα μιαν ώρα αρχύτερα. Μέχρις «Ανελκυστήρος» λοιπόν και φεγγαράκι μου λαμπρό. Περιμένω φωτογραφίες της επερχομένης πανσελήνου. Ναι ξέχασα, συγγνώμη … Με Π κεφαλαίο, που αν του κλωτσήσεις την δεξιά κολώνα γίνεται Γιόμα.

Τρίτη, Μαΐου 14, 2019

Μονοσκελές


Επί μισή ώρα μπροστά στο πληκτρολόγιο, που μετά από λίγο έγινε μία, αναζητούσε τη νέα του μανιέρα. Επόμενον, καθότι  τον ευκαιριακό μεταμεσονύκτιο συγγραφέα κειμένων-μεζέ για το ποτό του καραδοκεί η στόμωσις. «Να πάρω μια μποτίλια κρασί ή μήπως να πάρω ένα καλό ουίσκι, μιας και σήμερα πληρώθηκα και η κάρτα είναι γεμάτη;» το ίσως διόλου τυχαίως προηγηθέν δίλημμά του, μπροστά στο μικρό ράφι με τα ποτά του μάρκετ ΟΚ της γειτονιάς του που αμήχανα επισκέπτεται πριν την νυχτερινή του επιστροφή στο σπίτι, αγοράζοντας πότε ένα κουτί μπισκότα για να υπάρχει, πότε καπνό, παρότι έχει ακόμα καβάτζα, πράγματα δηλαδή που κάλλιστα μπορεί να τα συντάξει μαζί με τις συνολικές οικιακές προμήθειες, τις κατά κανόνα πραγματοποιούμενες κατά τις μεσημεριανές ώρες, εκεί που παραλλήλως με τα ψώνια  διασκεδάζει επιτρέποντας την σιωπηρή ανάδυση σημαντικότερων μονοσκελούς μορφής διλημμάτων, όπως «να βγω στη σύνταξη και να βρω την ησυχία μου;». Τέτοιου είδους τετριμμένα διλήμματα γεννούν τα σημαντικά: «Μήπως καλύτερο είναι ξανά να γράφω κείμενα σε πρώτο πρόσωπο, και μάλιστα να κυλιστώ στη νοσταλγία για το μολύβι και το χαρτί, κι ας τα διαβάζω μόνος μου;», κι εκεί είναι που ξεχνάει πάντα αυτό το ένα κάτι απ’ όλα που οπωσδήποτε πρέπει να αγοράσει, αυτό που πάντα έχει τον τρόπο να του διαφεύγει μεταξύ γιαουρτιών και μαγιονέζας … «Μήπως επιτέλους να αποφασίσει να γράφει αυτά που πρέπει να ψωνίσει σε ένα χαρτάκι, όπως κάνουν – ας το πάρει απόφαση – όλοι οι κάπως ηλικιωμένοι κύριοι;» Ναι, τα σημαντικά διλήμματα στερούνται δευτέρου σκέλους, διότι εμπεριέχουν την ενδόμυχη αναγκαίως προτιμητέα απάντηση.

Σάββατο, Απριλίου 13, 2019

Προβλήματα πιστοποίησης


Μέχρι πρότινος, δεν υπήρχε τρόπος να πεις με βεβαιότητα ότι ένα κτίριο είναι άδειο από ανθρώπους. Θα έπρεπε να μπεις μέσα να το επιθεωρήσεις εξονυχιστικά, οπότε, κατά την ώρα της επιθεωρήσεως, τουλάχιστον ένας άνθρωπος, εσύ, ήταν μέσα. 

Όταν, κατόπιν της εξονυχιστικής – φρίκη βασανιστηρίων μου φέρνει η λέξη – λεπτομερούς καλύτερα, επιθεωρήσεως, ακόμα κι αν σταδιακώς, είχες ασφαλίσει κάθε πόρτα, κάθε επιμέρους επιθεωρημένου τμήματος του κτιρίου, και όταν πια είχες κλείσει πίσω σου και την εξώπορτα, ουδείς πιστοποιητής μπορούσε να αναλάβει την ευθύνην τής πιστοποιήσεως ότι εν τω μεταξύ, από κάπου, άγνωστο πώς, δεν έχει χωθεί κρυφά κάποιος, παρεισφρήσει που λεν, γνωστός ή άγνωστος ολίγην σημασία έχει, ακόμα κι αν λάδωσε κάποιον απ’ τους φρουρούς, ένας σε κάθε μπαλκονόπορτα, η αμοιβή των οποίων εκαλύφθη είτε με χορηγίες, είτε από κάποιον κρατικόν κορβανά, οι δε φρουροί – λεπτομέρεια – χάριν της επιστημονικότητος του πειράματος, απεχώρησαν όχι από το εσωτερικόν κύριον κλιμακοστάσιον, αλλά οι περισσότεροι από την εξωτερικήν σκάλα κινδύνου, ενώ άλλοι πιο τολμηροί πηδήξαν στον ακάλυπτο, δίκην αλεξιπτώτου κρατώντας τις ομπρέλες τους. 

Όπως δεν έχει σημασία, αν υπερβατικά όντα, ή και εξωγήινοι σουλατσάρουν εκεί μέσα από κτίσεώς του, προερχόμενοι από διαστάσεις και κόσμους ακόμα αγνώστους – εμάς, μας ενδιαφέρει, στην μέχρι πρότινος εποχή – μην ξεχνιόμαστε – ένας τρόπος πιστοποιήσεως ότι ένα κτίριο είναι άδειο από ανθρώπους, όταν εμείς είμεθα εκτός αυτού. 

 Προτρέχω και λέω ότι, επιπολαίως και την σήμερον, αυταπατώμεθα ότι έχομεν ασφαλή πλέον τρόπο να το πιστοποιήσουμε, και ούτως να γελοιοποιήσουμε το νοητικόν πείραμα του Σρέντινγκερ, με την, ίσως νεκρή, ίσως ζώσα, γάτα εντός κυτίου. Οι κάμερες ασφαλείας με τις οποίες μπορούμε να γεμίσουμε το κτίριο, ώστε, κατόπιν της εξόδου μας από αυτό, να αποδεικνύουν την εντός του απουσία ανθρωπίνης οντότητος, έχουν μιαν ελαχίστην χρονοκαθυστέρηση. Εξερχόμενοι του κτιρίου, και αυτομάτως εξαιρούντες τον εαυτό μας από το να είμεθα μια ανθρωπίνη οντότης εντός αυτού, έστω και αν ο εκτός του κτιρίου βοηθός μας μας, ο ελεγκτής του συστήματος ασφαλείας με τις κάμερες, ο έχων την ευθύνην της πιστοποιήσεως, κοιτάζοντας τα μόνιτορ, ή και με βοήθεια κάποιας υπολογιστικής εφαρμογής, μας πει ότι ουδείς είναι πλέον εντός του κτιρίου, το πείραμα είναι άκυρον. Διότι εάν παραλλήλως με εμάς, καθώς ελέγχουμε το κτίριο και καθώς τοποθετούμε τις κάμερες ασφαλείας, κάποιος σουλατσάρει εκεί μέσα, το πράττει αυτό ενόσω το κτίριο δεν θεωρείται άδειο από ανθρώπους. Την στιγμή που, ως επιθεωρητής του κτιρίου, θα βγαίνω ή θα βγαίνεις … (-Τελικά να επιθεωρήσω εγώ ή εσύ; … Κάποιος πρέπει να μείνει στις κάμερες… ΟΚ, ας επιθεωρήσω εγώ.) … τη στιγμή λοιπόν που θα βγαίνεις – συγγνώμη, ξεχάστηκα – τη στιγμή που θα βγαίνω από το κτίριο, ακόμα και αν αυτός που σουλατσάρει εκεί μέσα, ολοένα σουλατσάρει και τον βλέπεις στις κάμερες, δεν θα μπορείς να πεις, να πιστοποιήσεις, βρε αδερφέ, με βεβαιότητα, ότι για όσο διαρκεί αυτή η ελαχίστη χρονοκαθυστέρηση της μετάδοσης του σήματος από τις κάμερες στα μόνιτορ, αυτό το κάθαρμα δεν βρήκε ένα μαγικό τρόπο να εξαφανιστεί και μετά να επανεμφανιστεί. Αφού δεν μπορείς να πιστοποιήσεις με βεβαιότητα το αν εξαφανίστηκε, έστω και για όσο διαρκεί η χρονοκαθυστέρηση, δεν έχει καμία σημασία το να μου πεις ότι το κτίριο τελικά .... δεν είναι άδειο.

αφιερωμένο, όχι στην επικαιρότητα, αλλά στον Γιώργο Σεργάκη που μου θύμισε τον Ζωρζ Μελιές

Τρίτη, Μαρτίου 12, 2019

LYDIAN sTone




Πρόκειται για μια υπόσχεση που κράτησα.
Όταν είχα δει αυτή την φωτογραφία στο f/b του φίλου μου Γιώργου Σεργάκη, είχα σχολιάσει:

"Το αγκαζάρω για εξώφυλλο CD. Τώρα πρέπει να φτιάξω και τα κομμάτια." 



  


Τα κομμάτια τα έφτιαξα και ιδού ένα άυλον CD ψηφιακής μορφής. Ο τίτλος LYDIAN sTONE είναι ένα λογοπαίχνιο, ένας συμφυρμός  της λυδίας λίθου και του λύδιου ή λυδικού τόνου (= λυδικός τρόπος, η λυδική κλίμακα).

Ζούμε σε μία ωραία εποχή. Όλα τα συνθεσάιζερ που ζαχαρώναμε στην μετεφηβική ηλικία, κυκλοφορούν σε άυλη ψηφιακή μορφή - με 100 € μπορείς να αποκτήσεις ως VST (Virtual Studio Technology) κάθε άπιαστο όνειρο των 70s, 80s, 90s, που κόστιζε μια μικρή περιουσία. Με ήχους από τις παλέτες των "παλαιών" πλέον οργάνων, έφτιαξα αυτή τη συλλογή, ως απωθημένο τρόπον τινά. Ο προορισμός της, όπως λέει και το εξώφυλλο, είναι music for my friend's car. Το αμάξι του φίλου μου, είναι ο μόνος βέβαιος χώρος ακρόασης αυτών των κομματιών. Θα αξιοποιηθούν κατά τας καλοκαιρινάς του κρητικάς διαδρομάς, μεταξύ Τυλίσου και Ηρακλείου - κάπου εκεί ανάμεσα άλλωστε, έχει τραβηχτεί και η φωτογραφία ... του ήδη εξωφύλλου.

Επίσης, έχω να παρατηρήσω, ως ερασιτέχνης καταθλιπτικός, ότι αυτή η ψηφιακή εποχή έχει ως σκόρος διατρήσει  θριαμβευτικώς και άλλες πτυχές του παλαιότροπου βίου μας. Δεν χρειάζεται πλέον να συναντηθείς με κάποιον για να ακούσετε μαζί τα κομμάτια που έφτιαξες, και στο τέλος να του πασάρεις μια κασετούλα (πιο παλιά), ένα σιντάκι (αργότερα) ... Του πασάρεις ένα λινκ μιας ανάρτησής σου, σου κάνει λάικ και αυτός και όποιος άλλος θέλει, χωρίς απαραιτήτως να ακούσει και τα κομμάτια, και όλοι γλιτώνουν από χρόνο και έξοδα μετακίνησης, έξοδα για κρασί και μεζεδάκια, έξοδα συναισθημάτων...

ΥΓ
Παρότι ελεύθερα στο YouTube, επίσης κυκλοφορούν και εις τας (ματαιοδόξους) ψηφιακάς πλατφόρμας από την musicmirror.gr Καθρέφτης ήχων αληθινών:

https://itunes.apple.com/…/george-hatzimichel…/id1126289100…
https://www.amazon.de/s?k=hatzimichelakis&ref=nb_sb_noss
https://www.deezer.com/en/artist/10575031

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)