Ζοζέφ Τερζιβασιάν |
Τώρα τον θαυμάζω απερίφραστα τον Τζών Μπιλεζικζιάν (John Bilezikjian)…. Όμως, όταν ήμουν νέος στην ηλικία, θυμάμαι πόσο είχα αδικήσει με την κριτική μου αντιμετώπιση αυτόν τον μεγάλο δεξιοτέχνη. Δεν καταλάβαινα το «γιατί» και το «διότι» του. Τον θεωρούσα επιδειξιομανή και φιγουρατζή (ενώ παράλληλα κρυφά κι από τον ίδιο μου τον εαυτό, προσπαθούσα να κλέβω ό, τι μπορούσα από την τεχνική του - πράγμα περιττό δια την άχαρη και μοιρολατρική έννοια του Χρόνου, διότι ουδέποτε θα την έφτανα, αλλά και ό, τι της έφτασα εν πολλοίς το απώλεσα ραθυμών). Αυτό που κάνει ο Τζών, είναι να δίνει με τις αναλυτικές πενιές του, τόσο μελωδικά όσο και αρμονικά, μιαν γοητευτική λαϊκότητα στα κομμάτια αυτά της λεγόμενης (...και απάσης) Τούρκικης Κλασσικής Μουσικής, που συνηθίσαμε ίσως από τους «κλασσικότροπους» Τούρκους να τα ακούμε με μία σεμνότητα λιτής ερμηνείας, ή και πολλές φορές βαρειάς θα μπορούσαμε να πούμε, βαρύτης (άνευ, τονίζω, αισθητικοηθικών προεκτάσεων) η οποία ίσως και να μην υπήρχε καν αιωρούμενη στην ατμόσφαιρα της εποχής που δημιουργήθηκαν. Εδώ, ο Τζων, ερμηνεύει το Χουσεϊνί σαζ σεμάυ του κεμανή Τατυός Εφένδη (kemani Tatyos Efendi,1858-1913), Κωνσταντινουπολίτη αρμενικής καταγωγής επίσης, συνθέτη.
Ο Τατυός έπαιζε κεμάνι και είχεν αλκοολικόν το τέλος. Κεμάν,
δηλαδή βιολί ("βιολί αλά τούρκα" που λέμε), όργανο περιθωριακό για την εποχή του, όπως και ο κεμαντσές (η πολίτικη λύρα) όργανο για
τις ταβέρνες που βασίλευε η δημοφιλής μουσική του φαζίλ (fasil), μουσική αρκετά ελαφρά (όχι στην
τέχνη, αλλά στην κοινωνική της θέση) σε
σχέση με το παλαιό στυλ της παλατινής αραβοπερσικής μουσικής που θεωρείται η
κοιτίδα τους «κλασσικού» ύφους. Αναρωτιέται κανείς πώς αντιστοιχεί αυτή η
πολυπληθής ορχήστρα (του βίντεο) στην μικρή ορχήστρα του φαζίλ των ταβερνείων
του Βοσπόρου (με το κεμάν, το λάφτα, τα κρουστά, το κανονάκι, και ένα-δυό, άντε τρεις
χανεντέδες/τραγουδιστές) και τι το βαθυστόχαστον προστίθεται στη μουσική του Τατυός με αυτόν
τον συνωστισμό. Μου θυμίζει αφενός την ελαφρά της ΕΡΤ με πλουμιστές ενορχηστρώσεις
να παίζει Τσιτσάνη, και αφετέρου οράματα
παιδικά μου, που ζήλευα την πολυκοσμία των ορχηστρών του Σίμωνα Καρρά και ήθελα
να μ’ αξιώσει ο Θεός να .... τις μεγαλώσω κι άλλο... (ο Θεός με φύλαξε:)
1 σχόλιο:
Μερσί Μπερεκέτη.
Δημοσίευση σχολίου