Τετάρτη, Οκτωβρίου 23, 2024
Κότσι ή Βεζύρης ή Ξυλίκι
Πέμπτη, Νοεμβρίου 30, 2023
(Ποιος) Σαραφιανός;
Με αφορμή τα εγκαίνια του νεότευκτου χώρου τέχνης "Λόφος art project" εις μνήμην του ζωγράφου Πάνου Σαραφιανού και της συζύγου του γλύπτριας-κεραμίστριας Μαίρης Χατζηνικολή, στην Κυψέλη, Βελβενδού 39, την Παρασκευή 1η Δεκεμβρίου 2023 στις 6.30 μ.μ., πααραπέμπω σε μια συνοπτική περιήγηση στην ζωγραφική του Πάνου Σαραφιανού (1919 - 1968) μέσα από ένα βίντεο ροής εικόνων που υλοποίησε ο γιος τους Γιώργος Σαραφιανός με ειδικά συντεθημένη για το βίντεο μουσική μου. Η Αγγελίνα Τκάτσεβα έπαιξε τσίμπελ.
Τετάρτη, Δεκεμβρίου 28, 2022
Περί διαβαθμίσεων, ισοτιμιών και άλλων ονείρων.
Είμαι πλέον στην
ηλικία που μπορώ να ξεκινάω μία παράγραφο ως εξής:
«Παλιά, …»
Παλιά, λοιπόν, οι
Τράπεζες για να στελεχώσουν το υψηλόβαθμο δυναμικό τους προσλάμβαναν αποφοίτους
πανεπιστημίων, κυρίως της Παντείου. Αλλά και κάθε άλλου πανεπιστημίου
απόφοιτος, δεκτός. Ίσχυε δε, και το άλλο: τραπεζικοί υπάλληλοι που ευδοκίμησαν
κατά την πολυετή υπηρεσία τους, είχαν το προνόμιο να εισηγηθούν την πρόσληψη
του παιδιού τους, ή, με ολίγον θάρρος έως θράσος, ομοίως και την πρόσληψη άλλου προσώπου του στενού συγγενικού
περιβάλλοντος, (αν ήταν ο προτεινόμενος και απόφοιτος ή έστω μέλλων απόφοιτος πανεπιστημίου, ακόμα πιο εύκολο) και η πρόσληψη αυτή ήταν κατ’ αρχάς δοκιμαστική επί διετίαν
τουλάχιστον, όπου με αυστηρότητα εξεταζόταν η ποιότητα των υπηρεσιών του
δοκίμου… κι αν πέρναγες το κόσκινο, γινόσουν μόνιμος – ο κάθε μπαμπάς τραπεζικός
και οι συνάδελφοί του, που κι αυτοί είτε είχαν προηγηθεί ή επρόκειτο να
ακολουθήσουν παρομοίως στην φροντίδα του μέλλοντος των τέκνων τους (ή των
τέκνων των αδελφών τους εν πάση περιπτώσει), φρόντιζαν ώστε οι τρύπες του
κόσκινου να μεγαλώσουν.
Έτσι, ούτε μήνας
δεν είχε περάσει από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων εισαγωγικών εξετάσεων στα
πανεπιστήμια, τον Οκτώβρη του 1976, και ενώ ακόμη δεν είχα προλάβει να κατέβω
από το ροζ συννεφάκι του νεοεισηγμένου φοιτητού της Φιλοσοφικής Αθηνών, ήλθε
σπίτι μας ένας από τους πιο αγαπητούς πρωτοξάδερφους της μάνας μου να με
συγχαρεί και να μου πει:
- Γιώργη, τώρα
που πέρασες, να ξέρεις ότι η Εθνική Τράπεζα, βλέποντας στο μέλλον, θέλει να
παίρνει νεαρούς υπαλλήλους που πρόκειται να πάρουν πτυχίο πανεπιστημιακό. Εγώ
θα εγγυηθώ για σένα. Θα μπεις δόκιμος από τώρα και θα πληρώνεσαι, παράλληλα θα
σπουδάζεις, θα τελειώσεις, θα πας στρατό, η θέση σου θα κρατηθεί και θα σε
περιμένει, κι όταν απολυθείς θα γίνεις μόνιμος και μιας και θα ‘χεις και το
πτυχίο θα παίρνεις μισθό πτυχιούχου, μιάμιση μπορεί αργότερα και δύο φορές πάνω
από αυτούς του γυμνασίου. Αρκεί να είσαι καλός υπάλληλος.
Και καθώς
κοιτούσα αμήχανος, συνέχισε αναφέροντάς μου, των γονέων παρόντων, την μέλλουσα μισθολογική
μου εξέλιξη μέχρι την συνταξιοδότηση, θεωρώντας την σταδιακή μου αποσβόλωση ως
προστάδιον μιας επερχόμενης εκρήξεως χαράς που θα κορυφωνόταν με ένα επιτόπιο
άλμα ζημιογόνο για το κεφάλι μου ή για το ταβάνι.
Τον απογοήτευσα
τον Σπύρο – δεν τον προσφωνούσα θείο γιατί ήταν μόλις 15 χρόνια μεγαλύτερός μου
– πριν από κάτι λίγα θα είχε τριανταρίσει … τότε, αλλά ήδη είχε θέση
υποδιευθυντή και παρότι ξάδερφος, πρωτοξάδερφος της μάνας μου και όχι αδερφός,
ήταν διατεθειμένος να την ρισκάρει αυτή τη θέση του, για χάρη του παππού μου,
του μπάρμπα του, ευεργετώντας εμένα – καλός συγγενής και σωστός μανιάτης.
Τον απογοήτευσα,
διότι προς όφελος είτε του ταβανιού είτε του κεφαλιού μου, παγίως αποσβολωμένος
του είπα, «Ευχαριστώ Σπύρο, σε ευχαριστώ από καρδιάς για το ενδιαφέρον σου,
αλλά μού ‘ρθε απότομα - θα το σκεφτώ και θα σου πω», έχοντας ήδη σκαρφιστεί ότι
θα έλεγα στη μάνα μου, μετά από μερικές μέρες,
να του πει από τηλεφώνου ότι εμένα με ενδιαφέρει να τελειώσω τη
Φιλοσοφική και να εργαστώ σε δημόσιο σχολείο, πάντα της άρεσε αυτή η προοπτική για μένα,
την θεωρούσε ... ξένοιαστη. Πραγματικά, δεν είχα δύναμη να του τηλεφωνήσω ο ίδιος,
γιατί ήμουν βέβαιος ότι θα μου έλεγε «Έλα μέχρι να τελειώσεις, και μετά
βλέπουμε» κι εγώ πώς θα του έλεγα την αλήθεια; Το μέγα μετεφηβικό μυστικό μου: «Πέρασα
στην Φιλοσοφική για χάρη των γονιών μου, εμένα η μουσική με ενδιαφέρει, απλώς
είχα παζαρέψει την επιτυχία μου στις εισαγωγικές με ένα πιάνο …».
Η μάνα μου, βέβαια,
κρυφά τρομοκρατημένη μιας και το είχε νιώσει το μέλλον μου, προσπάθησε για να
αυτοεξαπατηθεί πρόσκαιρα, να ωραιοποιήσει την άρνησή μου:
«Δεν θα μπορέσει
τώρα ο Γιωργάκης να έρθει στην Τράπεζα. Μόλις μπήκε στη σχολή, και το όνειρό
του έλεγε, πριν μπει, ότι είναι να γίνει φιλόλογος και να διδάξει κάποτε στην
Ιωνίδειο, εκεί που τελείωσε, όπως ο αγαπημένος του καθηγητής ο κύριος
Σκουλάτος. Σκέφτεται ότι θα έχει πολύ διάβασμα στη σχολή και θέλει να πάει ένα χρόνο να δει... Αλλά, Σπύρο μου, θα δει ότι δεν είναι δύσκολα, κι εμείς θα τον πείσουμε, και ίσως κι απ΄ του χρόνου
να έρθει στην Τράπεζα. Να ‘χεις όλα τα καλά του Θεού που το σκέφτηκες.»
Ήξερε να τα
συμβιβάζει όλα, πρόσκαιρα βέβαια … (έχει ο Θεός μέχρι του χρόνου).
Κακός μουσικός
τελικά είναι ένας φύσει εγκληματίας που παίζει μουσική ή ένας μουσικός που δεν
κατάφερε να γίνει καλός μουσικός, που κι αυτός τι ακριβώς είναι; Είναι άραγε ένας
μουσικός που από το πρωί ως το βράδυ κάνει αγαθοεργίες;
Και μιας και το διαλύσαμε… τι παραπάνω κάνει, από έναν απόφοιτο εξαταξίου γυμνασίου, το 1976 πάντα, ένας φιλόλογος υπάλληλος τραπέζης, πέρα από το να παίρνει μισθό πτυχιούχου; Και γιατί στην θέση του να μην είναι με τον ίδιο μισθό ένας απόφοιτος Ωδείου, ενώ θα μπορούσε να είναι, αν μπορούσε να διακτινιστεί στο παρελθόν, ένας απόφοιτος Πανεπιστημίου Μουσικών Σπουδών;
Αυτό το όνειρο το δίχως όνειρα «να τακτοποιηθώ σε μια Τράπεζα» … είναι άραγε (σήμερα!) το μόνο κριτήριο για να μην τελικά κατορθώσει να καταλάβει κάποιος ότι αυτός (ο καλός ή έστω κακός) που σπούδασε μουσική σε ένα Ωδείο δεν μόχθησε λιγότερο από έναν (καλό ή έστω κακό) που τελείωσε το οποιοδήποτε πανεπιστήμιο;
Πέμπτη, Ιουνίου 16, 2022
Βρες σε ποιες κλίμακες ανήκει ένας φθόγγος, ένα διάστημα, μια συγχορδία ή μια έως και εξάφωνη συνήχηση
Έφτιαξα μια μηχανούλα σε μορφή EXCEL, η οποία απαντά τα βασανιστικά για τους μαθητές θεωρίας και αρμονίας ερωτήματα, "σε πόσες και ποιες κλίμακες μείζονες και ελάσσονες ανήκει η τάδε νότα, ή το τάδε διάστημα, ή η τάδε συγχορδία" και το πήγα λίγο παραπέρα "μια οποιαδήποτε έως και εξάφωνη συνήχηση".
Παρασκευή, Φεβρουαρίου 25, 2022
Ο Δημήτρης σας είπε ψέμματα ... δεν ήταν υδραυλικός.
το "δια ταύτα" θα το βρείτε στην θέαση-ακρόαση των δύο βίντεο - μία αστραπιαία κατανόηση του πως διαμορφώνεται μία λαϊκή μουσική τάση:
Α) ένα από τα τραγούδια της περίφημης ταινίας του πρώιμου Μπόλυγουντ MATA INDIA, αγγλιστί Mother India, στην ελληνική απόδοση όταν παίχτηκε στα σινεμά μας "Γη ποτισμένη με ιδρώτα", ινδοσοβιετικής (!) παραγωγής 1957, με κοινωνικά μηνύματα, – ήμουν δύο χρόνια αγέννητος – η ταινία αναδεικνύοντας σε μεγάλη σταρ την Ναργκίς έκανε πάταγο διεθνώς, ενώ στην Ελλάδα, η μεγάλη επιτυχία της (λένε για 700.000 εισιτήρια), απετέλεσε το έναυσμα ολόκληρου ρεύματος λαϊκών τραγουδιών (δεκαετία του '60), τα επονομαζόμενα «ινδικά», με αρχιερέα τον λαϊκό συνθέτη Μπάμπη Μπακάλη, για τον οποίο οι παλιότεροι λαϊκοί συνθέτες, ζηλεύοντας το σουξέ του, έλεγαν ειρωνικά ότι «το ραδιόφωνό του έχει δυνατή κεραία και πιάνει Βομβάη». Άλλοι πάλι "μαρτυρούν" (λέει) ότι συχνά εθεάτο να εξέρχεται από σινεμάδες μετά του Καλδάρα κρατώντας ένα μπομπινόφωνο δια του οποίου λαφυραγωγούσαν τραγούδια και σκοπούς ινδικών ταινιών.
Φιλολογικόν παράλληλον: η λέξη ντουνιάς (duniya), που επανέρχεται συχνά στο τραγούδι, είναι ινδική και ουχί τουρκική, όπως ίσως νομίζουμε, και αποτελεί μέρος του τίτλου του βασικού τραγουδιού της ταινίας "duniya main hum aaye"
εδώ μία λίστα από το YOU TUBE με τα όλα τα τραγούδια της ταινίας τα οποία σε δικούς της στίχους τραγούδησε στα ελληνικά η Βούλα Πάλλα
και Β).... από την μελοδραματική ταινία του Κώστα Στράντζαλη «Είναι σκληρός ο χωρισμός» (1963), το γνωστότατο "Το 'πες και το 'κανες" (μουσική Στέλιος Μακρυδάκης, στίχοι Δημήτρης Γκούτης) – κάθε μουσική ομοιότης με τα προηγούμενα είναι συμπτωματική…..
Υποσημείωση:
...στην ίδια ταινία ο Βασίλης Τσιτσάνης, επιμένοντας στον απερχόμενο ήχο, συμμετέχει με το "Πήρα τη στράτα κι έρχομαι"...
Κατακλείδα που χρήζει προσοχής: Ο Κώστας Στράντζαλης στις ταινίες του καταγράφει συγχρονικά , ίσως περισσότερο από κάθε άλλον σκηνοθέτη, την ελληνική μουσική πραγματικότητα σε όλο της το εύρος .... ψάξτε το και θα επωφεληθείτε.
Τρίτη, Ιανουαρίου 11, 2022
La Lune à un mètre
Αγγλιστί "Astronomer's Dream" (Το όνειρο του αστρονόμου) - ένα μικρό βουβό φιλμ του Ζωρζ Μελιές ... έφτιαξα και του έβαλα μουσική. Το φιλμ αυτό του 1898 είναι η κινηματογραφική εκδοχή ενός μαγικού σκηνικού σκετς, ενός συνδυασμού κουκλοθέατρου και μαγικών κόλπων, με τίτλο "Οι φάρσες του Φεγγαριού ή οι συμφορές του Νοστράδαμου", το οποίο ο Μελιές είχε παρουσιάσει το 1891 στον δικό του χώρο μαγικού θεάματος που διατηρούσε στο Παρίσι. Ο γαλλικός τίτλος της ταινίας σε ελεύθερη απόδοση στα ελληνικά: "Ένα μέτρο απ' το φεγγάρι".
Παρασκευή, Ιανουαρίου 07, 2022
Combat naval en Grèce
Πέμπτη, Οκτωβρίου 07, 2021
Το «ΣΧΟΛΕΙΟΝ ΤΩΝ ΝΤΕΛΙΚΑΤΩΝ ΕΡΑΣΤΩΝ» ζητά έναν ντελικάτο αναγνώστη
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος, 12 Οκτωβρίου 2021, 20.30
αρχική ιδέα: Βασίλης Παπαβασιλείου
κείμενα: Γιώργος Βέλτσος
μουσική σύνθεση, προηχογραφημένο υλικό: Γιώργος Χατζημιχελάκης
σκηνοθετική επιμέλεια: Μάνια Παπαδημητρίου
επιστημονική σύμβουλος: Όλγα Κατσιαρδή-Hering Ομότιμη Καθηγήτρια Ιστορίας του Νέου. Ελληνισμού ΕΚΠΑ
Σπύρος Κοντός, όμποε
Βασίλης Παπαβασιλείου, κοντραμπάσο, αυτοσχεδιασμοί
Αγγελίνα Τκάτσεβα, τσίμπελ (συμμετοχή σε προηχογραφημένο υλικό)
Αυτό το τολμηρότατο «εκ της γαλλικής διαλέκτου» έργο, συνδέει εμμέσως τον έρωτα με την επανάσταση, με τρόπο μάλιστα προδρομικό για τα “ρεύματα” στο β’ μισό του 20ου αιώνα. Αυτές οι «τραγανιστές βουκίτσες», όπως χαρακτηρίζει σκωπτικά τις γυναίκες, δεν αναφέρονται άραγε στην Μαριάννα, το ημίγυμνο σύμβολο της Ελευθερίας, που οι νεότεροι Γάλλοι το αναπαράστησαν με τη μορφή της Μπριζίτ Μπαρντό; Άλλωστε το πασίγνωστο έργο του Ντελακρουά βρήκε και αυτό, σε παραλλαγή, την ιδιοτυπία του σε αντίστοιχο κλιπ με την τη γαλλίδα σταρ.
Ποιος αμφέβαλλε άλλωστε, πως «η έφιππη
αμαζόνα» και ο «ημίγυμνος διώκτης της, ροπαλοφόρος Ηρακλής», στην προμετωπίδα
που ο Ρήγας επέλεξε για να κοσμήσει την Χάρτα του, δεν αναφέρεται στην
Γράφτηκε πως το Σχολείον μπορεί να θεωρηθεί «ως το ριζοσπαστικότερο έργο του Ρήγα», γιατί επιδιώκει την απελευθέρωση του συναισθήματος από την καταπίεση των κοινωνικών συμβάσεων μεταξύ του άνδρα και της γυναίκας και έτσι, αναγγέλλει δια της διαμαρτυρίας αυτής τη νέα ηθική. Αυτήν την ηθική άλλωστε προσδίδει στα δύο αντικατοπτριζόμενα λογοτεχνικά έργα η μουσική.
Τρίτη, Ιουνίου 22, 2021
Ανάλεκτα για το τρίχορδο μπουζούκι
Το τρίχορδο μπουζούκι υπήρξε το κύριο «εργαλείο» του ρεμπέτικου τραγουδιού της εποχής λίγο πριν - λίγο μετά από την «Ξακουστή Τετράδα του Πειραιώς» (Μάρκος Βαμβακάρης, Γιώργος Μπάτης, Ανέστος Δελλιάς, Στράτος Παγιουμτζής). To τρίχορδο μπουζούκι μορφολογικά ανήκει στην οικογένεια της πανδουρίδος.
Η καταγωγή της
πανδουρίδος όπως μαρτυρούν οι αλεξανδρινοί λεξικογράφοι, είναι ασσυριακή. Ο ρήτορας και λεξικογράφος Ιούλιος Πολυδεύκης που καταγόταν
από την Ναύκρατι της Αιγύπτου και έζησε περί τον 2ο μ.Χ. αιώνα, στο περίφημο «Ονομαστικόν» του, (λεξικό
με λήμματα της αττικής διαλέκτου, του οποίου σώζεται επιτομή που συνέταξε τον
9ο αιώνα ο Βυζαντινός λόγιος Αρέθας), σημειώνει για την πανδουρίδα: «τρίχορδον
δε, όπερ Ασσύριοι πανδούραν ωνόμαζον· εκείνων δ' ήν και το εύρημα» (το τρίχορδο,
που οι Ασσύριοι ονόμαζαν πανδούρα· ήταν άλλωστε δική τους εφεύρεση)», Πολυδ. (IV, 60). Ο Αθήναιος, συμπατριώτης του
Πολυδεύκη, (τέλος 2ου αρχές 3ου μ.Χ. αι.) μας παραδίδει
ότι κατά τον αρχαίο Πυθαγόρα «η πανδούρα κατασκευαζόταν από τους τρωγλοδύτες
της Ερυθράς Θάλασσας από λευκή δάφνη που φυτρώνει κοντά στη θάλασσα» (Αθήναιος,
Δ', 183F-184A, 82). Ο Νικόμαχος Γερασηνός, πυθαγορικός (60-120 μ.Χ) γράφει στο «Αρμονικής
Εγχειρίδιον» (κεφ. 4) ότι κάποιο είδος μονόχορδου ονομαζόταν «φάνδουρος». Ο γραμματικός
Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς (5ος μ.Χ. αι.) στο «Λεξικόν» του αποδίδει τη
λέξη «πανδουρίς» στο όργανο και τον όρο «πάνδουρος» για τον εκτελεστή: «πανδούρα
ή πανδουρίς, όργανον μουσικόν. Πάνδουρος δε ο μεταχειριζόμενος το όργανον».
Τα ανωτέρω από την "Εγκυκλοπαίδεια της Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής", του Κύπριου μαέστρου, συνθέτη και μουσικολόγου Σόλωνα Μιχαηλίδη, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
Μια γυναικεία μορφή που κρατάει ένα τρίχορδο όργανο, σε αγαλματίδιο του 13ου π.Χ αιώνα που κοσμεί το αρχαιολογικό Μουσείο της Χάιφας, έρχεται να επιβεβαιώσει την πανάρχαια καταγωγή του οργάνου.
Η τρίχορδη πανδουρίς των αρχαίων ελλήνων ήταν ένα όργανο μάλλον εξαιρεμένο από την διαδεδομένη μουσική πράξη, στην οποία δέσποζαν τα αρποειδή έγχορδα (λύρες, βάρβιτοι, κιθάρες κλπ, καθώς και ποικιλία αυλών και κρουστών). Ήταν όργανο για περιθωριακή χρήση ίσως, δεν το απαντούμε σε παραστάσεις αγγείων. Το γνωρίζουμε από αυτό το χαρακτηριστικό ανάγλυφο Μούσας (Μαντινεία, 5ος π.Χ. αι) και από αγαλματίδια Ταναγραίων. Ίσως να προσιδίαζε στις γυναίκες αυτό το όργανο. Στην γλυπτική παράσταση είναι ευδιάκριτη η μορφή και το μέγεθος του οργάνου, καθώς και η χρήση πλήκτρου (πέννας) για το παίξιμό του. Η παράσταση με έναν τολμηρό διασκελισμό, μας παραπέμπει σε αυτήν την ζωγραφιά γιαπωνέζας γκέισας που παίζει το τρίχορδο shamisen, ως μία επιπλέον επιβεβαίωση της διάδοσης των τριχόρδων οργάνων της μορφής της πανδουρίδος μέχρι και την Άπω Ανατολή.Η μεσαιωνική εξέλιξη της πανδουρίδας μας οδηγεί στα όργανα με λαουτοειδή μορφή. Στο περίφημο έργο του Κωνσταντίνου Πορφυρογένητου «Περί Βασιλείου Τάξεως» ή «De Cerimoniis aulae byzantinae» (μία συλλογή διατάξεων, κανόνων και εθιμοτυπικών παραδόσεων της βυζαντινής αυλής), παρατίθεται ένα είδος τελετουργίας που ονομάζεται «το Γοτθικόν». Εκεί συναντάμε και ορχήστρες πανδουριστών:
«Τῇ ἐννάτῃ ἡμέρᾳ τῆς δωδεκαημέρου, τῶν δεσποτῶν
ἐπὶ τοῦ δείπνου καθεζομένων, ὃ καὶ τρυγητικὸν προσαγορεύεται, ἐν ταῖς δυσὶν
εἰσόδοις τοῦ μεγάλου τρικλίνου τῶν ιθʹ Ἀκκουβίτων ἵστανται οἱ μέλλοντες παῖξαι
τὸ Γοτθικὸν οὕτως. Ἐν μὲν τῷ ἀριστερῷ μέρει, ἐν ᾧ καὶ ὁ δρουγγάριος τοῦ πλοΐμου
παρίσταται, ἵσταται ὁ τοῦ μέρους τῶν Βενέτων μαΐστωρ μετὰ καὶ ὀλίγων δημοτῶν
καὶ τῶν πανδουριστῶν μετὰ τῶν πανδούρων, καὶ ὄπισθεν αὐτοῦ οἱ δύο Γότθοι
φοροῦντες γούνας ἐξ ἀντιστρόφου καὶ πρόσωπα διαφόρων εἰδέων, βαστάζοντες ἐν μὲν
τῇ ἀριστερᾷ χειρὶ σκουτάρια, ἐν δὲ τῇ δεξιᾷ βεργία. Ὁμοίως καὶ ἐν τῷ δεξιῷ
μέρει, ἐν ᾧ καὶ ὁ δρουγγάριος τῆς βίγλης παρίσταται, ἵσταται ὁ τοῦ μέρους τῶν
Πρασίνων μαΐστωρ μετὰ καὶ ὀλίγων δημοτῶν μετὰ καὶ τῶν πανδουριστῶν μετὰ τῶν
πανδούρων, καὶ ὄπισθεν αὐτοῦ οἱ δύο Γότθοι φοροῦντες γούνας ἐξ ἀντιστρόφου καὶ
πρόσωπα διαφόρων εἰδέων, βαστάζοντες ἐν μὲν τῇ ἀριστερᾷ χειρὶ σκουτάρια, ἐν δὲ τῇ
δεξιᾷ βεργία.» (4934 κε’).
Στα μεταβυζαντινά και νεοελληνικά χρόνια τη λέξη «πανδουρίς» την
απαντάμε ως «ταμπουράς» ή «τσαμπράς», σε στίχους δημοτικών τραγουδιών.
«Να κόψω κι ένα λιόφυλλο, να κριώ (κρούω) τον ταμπουρά μου»
«Το πλάγι-πλάγι πήγαινε, τον ταμπουρά λαλούσε»
κυνηγούσα, προσπαθούσα, να το πιάσω δε μπορούσα.
Παίζοντας τον ταμπουρά μου, ήρθε κι έκατσε κοντά μου».
και έκρουγε τον ταμπουρά, το θλιβερό μπουζούκι....»
με το μπουζούκι παίζοντας, τον ταμπουρά βαρώντας…»
Ο ταμπουράς υπήρξε το αγαπημένο όργανο πολλών αγωνιστών της Επανάστασης, οι οποίοι στο ασκέρι τους πάντα είχαν κάποιον «ταμπουρατζή», και δεν ήταν λίγοι οι οπλαρχηγοί που έπαιζαν και οι ίδιοι ταμπουρά, όπως ο στρατηγός Μακρυγιάννης (1797-1864). Στην φωτογραφία, ανάμεσα σε προσωπικά αντικείμενα του Μακρυγιάννη, βλέπουμε τον ταμπουρά του (Εθνικό ιστορικό Μουσείο Αθήνας).
Στον γνωστό πίνακα του Νικηφόρου Λύτρα (1832-1904) «Ο Γαλατάς» (1895, λάδι σε καμβά, 53 εκ. x 37 εκ., Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδας - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου), έχουμε μιαν απεικόνιση της πρώιμης μετεπαναστατικής μορφής του μπουζουκιού, που, ως μετεξέλιξη του ταμπουρά, παρότι έχει πάρει το σημερινό του γνωστό σχήμα, διατηρεί ωστόσο τα ξύλινα κλειδιά, αντί των σημερινών μεταλλικών μηχανικών. Επίσης συγκρίνοντας τον ταμπουρά του Μακρυγιάννη με τον ταμπουρά, του «Γαλατά», παρατηρούμε ότι η αδιόρατη σχεδόν τρύπα του ηχείου έχει μεγαλώσει και το μέγεθός της τείνει σε αυτό των σημερινών μπουζουκιών. Διακρίνουμε επίσης τις αλλαγές στην κατασκευή του σκάφους: ο ταμπουράς του Μακρυγιάννη είναι σκαφτός-σκαλισμένος σε μονοκόμματο ξύλο, ενώ του «Γαλατά» είναι κατασκευασμένος με φιλέτα ξύλου (δούγες), ενώ το αρχικό σχήμα του ηχείου από «δάκρυ» κατατείνει στο σημερινό αχλαδόσχημο. Τέλος και στη φωτογραφία, αλλά αμυδρά και στον πίνακα, διακρίνουμε στον βραχίονα (μπράτσο) του οργάνου, τους «δεσμούς» (στην λαϊκή ορολογία «[μ]περδέδες» <τουρκιστί berde) τους προγόνους των σημερινών μεταλλικών τάστων, των χωρισμάτων που παράγουν τις νότες. Οι δεσμοί δένονταν με μεταξένια κλωστή, αργότερα στις μέρες μας με πετονιά. Στο μπουζούκι, πολύ νωρίς, αντικαταστάθηκαν από τα μεταλλικά τάστα, κατά τα πρότυπα του μαντολίνου και της κιθάρας.
Ευνόητο
είναι ότι ο ταμπουράς υπήρξε διαδεδομένο λαϊκό όργανο της οθωμανικής εποχής,
και μέχρι τα σημερινά χρόνια, όργανα της οικογένειας του ταμπουρά είναι ευρέως
διαδεδομένα στην τουρκική λαϊκή-δημοτική μουσική (γνωστά και ως «σάζια», ενικός
«σάζι» που στην παλαιά αραβοπερσική λόγια οθωμανική γλώσσα σημαίνει «όργανο»).
Στην σύγχρονη Ελλάδα ο ταμπουράς, έχοντας υποκατασταθεί από το μπουζούκι, λίγο
πριν εξαφανιστεί, γνώρισε νέα ακμή, με το να γίνει υποχρεωτικό όργανο
αισθητοποίησης της παραδοσιακής μας μουσικής στα Μουσικά Σχολεία της χώρας (ήδη
από το 1987).
Το
τρίχορδο μπουζούκι πάλι, έχοντας παραγκωνιστεί από το τετράχορδο, ήδη από τις
δεκαετίες του 1950 και του 1960 - εποχή ακμής του Μανώλη Χιώτη που ήταν ένας
από τους εμπνευστές του τετράχορδου - ξαναγνώρισε μεγάλη διάδοση κατά τη δεκαετία
του 1980, όταν το ρεμπέτικο τραγούδι επανήλθε στο προσκήνιο μέσω των
επανεκδόσεων σε συλλογές LP των παλαιών δίσκων γραμμοφώνου. Τότε
και ανθίζουν διάφορες κομπανίες από νεαρούς ρεμπετολάτρες που τις περιστοιχίζει
ένα κοινό φοιτητόκοσμου και διανοούμενων. Είχε μεσολαβήσει ένα διάστημα όπου
την παρακμή του ρεμπέτικου τρίχορδου , διαδέχτηκε η ακμή του τετράχορδου μπουζουκιού
που έγινε η μόδα των αστών της εποχής του ’50, στα μεγάλα κέντρα διασκέδασης, με
τα τραγούδια σε ρυθμούς λάτιν του Χιώτη, και που αργότερα τους διαδέχονται
οι …«ινδικοί» ρυθμοί του Απόστολου
Καλδάρα και του Μπάμπη Μπακάλη, ενώ ως αντίποδας στέκει ο εναγκαλισμός του
μπουζουκιού από συνθέτες όπως ο Θεοδωράκης, ο Χατζιδάκις, ο Ξαρχάκος, ο
Μαρκόπουλος.
Η
αναστατική υπερβολή (σε πολλές περιπτώσεις «λαγνεία» - «ρεμπετολαγνεία») του
ρεμπέτικου κατά τη δεκαετία του 1980, σε καμία περίπτωση δεν είχε σχέση με τα
όσα ο Μάνος Χατζιδάκις είχε θίξει για το ρεμπέτικο τραγούδι στην περίφημη
διάλεξή του στο Θέατρο Τέχνης, στις 31 Ιανουαρίου του 1949. Πολύ γρήγορα από τα
«ρεμπετάδικα», τα κουτούκια μπαρ-αναπαραστάσεις της παλιάς εποχής, εκφυλίστηκε στα μεγάλα κέντρα διασκέδασης και
επικαλύφθηκε από τις καριέρες των επώνυμων τραγουδιστών και τα τσιφτετέλια πάνω
στα τραπέζια, ήδη από την δεκαετία του 1990. Χάρισε ωστόσο μια παράταση ζωής
στο τρίχορδο μπουζούκι, ή μάλλον μια γέφυρα για να περάσει στο σήμερα..
Ένα
βασικό στοιχείο που διατήρησε το τρίχορδο μπουζούκι εκ της συγγενείας του με
τον ταμπουρά, ήταν τα διάφορα κουρδίσματα του. Στις μέρες μας είναι καθιερωμένο
το κούρδισμα ρε-λα-Ρε. Ωστόσο, στην εποχή της ακμής της τέχνης του, στην πρώιμη
περίοδο του ρεμπετικου, μέχρι πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήσαν διαδεδομένα διάφορα
κουρδίσματα, που ταίριαζαν στην πιο
εύηχη απόδοση της κάθε οικογένειας των
ποικίλων κλιμάκων- σωστότερα «δρόμων», ή μακαμιών- της ανατολικής μουσικής. Τα
κουρδίσματα αυτά μου τα γνώρισε ο Πέτρος Τζιέρης, ένας ερασιτέχνης μπουζουξής
-«παίζω για το κέφι μου» όπως έλεγε-
εβδομηντάχρονος τότε, ο οποίος έζησε την ακμή και την παρακμή του
ρεμπέτικου κάνοντας παρέα με τους περισσότερους ρεμπέτες της παλιάς σχολής. Τον
Πέτρο Τζιέρη τον γνώρισα στο σπίτι του πρώτου μου δασκάλου, του Τάσου
Πολυκανδριώτη, δασκάλου περίφημου που από τα χέρια του πέρασαν πολλοί σπουδαίοι
μετέπειτα επαγγελματίες κυρίως μπουζουξήδες και ακκορντεονίστες. Ο μπάρμπα-Τάσος
δίδασκε μαντολίνο, βιολί, κιθάρα, ακκορντεόν και μπουζούκι τετράχορδο. Εγώ
φοιτητής, αναζητούσα τους απόηχους των παιδικών μου χρόνων. Είχα ζητήσει από
τον κύριο Τάσο να μου δείξει τρίχορδο μπουζούκι, αν και είχα αρχίσει με
τετράχορδο. Είχε ήδη ανατείλει η εποχή της αναζωπύρωσης του ενδιαφέροντος για
το ρεμπέτικο τραγούδι και ως νέος, φοιτητής της Φιλοσοφικής, την είχα
αφουγκραστεί.
Τάσος Πολυκανδριώτης |
«Είδες;
Άμα σου λένε μπράβο αυτά, δε χρειάζεται να σου πω εγώ»…
Στο
«Ντο-ρε-μι» συχνάζανε πολλοί φίλοι του κυρ-Τάσου, παλιοί μουσικοί και γείτονες,
καθώς και φίλοι του παλιοί από τον Οίκο Τυφλών –είχε και ο ίδιος χάσει το φως
του από νεαρός. Ανάμεσά τους συχνός επισκέπτης ο γείτονας Πέτρος Τζιέρης, ξάδερφος του Μπαγιαντέρα (κατά πληροφορία του Γιάννη Πολυκανδριώτη, γιού του Τάσου). Μας
κάλεσε μια μέρα φθινοπωρινή του 1978 σπίτι του, με τον φίλο μου τον Λάμπρο Φ.,
να μας φιλέψει και να μας μιλήσει για το «παλιό μπουζούκι»: «Εγώ παιδιά δεν έχω,
και αυτά τα πράγματα θα ξεχαστούνε».
Πίνοντας
ένα καφεδάκι, που μετά έγινε ουζάκι, μας έδειξε τα παλιά κουρδίσματα του
τρίχορδου, και μας έπαιξε διάφορους σκοπούς πάνω σε αυτά. Τα κουρδίσματα (ή
ντουζένια < τουρκιστί düzen) τα παραθέτω όπως ακριβώς μας τα κατονόμασε. Ως
μέσο κατάδειξης του ακριβούς τονικού ύψους κουρδίσματος των χορδών, χρησιμοποιούνται,
πλάι στις νότες, οι αριθμοί που προσδιορίζουν την οκτάβα, με δεδομένο ότι το λα
του διαπασών (λα=440Hz) θεωρείται ως λα4. Τα κουρδίσματα
ταξινομούνται με βάση το ύψος του 2ου και του 3ου ζεύγους χορδών, μιας
και το πρώτο ζεύγος κουρδίζεται πάντα σε ρε4. Χάριν συντομίας θα ονομάζουμε το
πρώτο ζεύγος ως 1η χορδή, το 2ο ως 2η το 3ο
ως 3η. Η χαμηλότερη χορδή (3η) για λόγους ευκολίας και
αδιαμφισβήτητου ορισμού της, σημειώνεται με αρκτικό κεφαλαίο.
κούρδισμα με τη μεσαία χορδή στο λα3
1. Ιταλικό:
ρε4-λα3-Ρε3 (το καθιερωμένο ως τις μέρες μας κούρδισμα)
κουρδίσματα με τη μεσαία χορδή στο σολ3
1. Ίσο:
ρε4-σολ3-Ρε3
2. Ραστ:
ρε4-σολ3-Ντο3
2. Αραμπιέν:
ρε4-σολ3-Σι2
2. Συριανό:
ρε4-σολ3-Σιb2
4. Καραντουζένι:
ρε4-σολ3-Λα2
5. Ανοιχτό: ρε4-σολ3-Σολ2
Οι χορδές του
μπουζουκιού ονομάζονται στη λαϊκή γλώσσα «τέλια» (ενικός, τέλι <λέξη
τουρκική). Τέλια ονομάζονται κατά συνήθεια η συρμάτινες χορδές (από ατσάλι ή
παλαιότερα από χαλκό). Θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι η 3η (η
χαμηλότερη) δυάδα χορδών, απαρτίζεται από μία ψιλή συρμάτινη χορδή που είναι
αντίστοιχου πάχους με τις χορδές του πρώτου ζευγαριού, και μία χορδή συρμάτινη
με περιέλιξη από νήμα ατσαλιού ή χαλκού παλαιότερα, η οποία κουρδίζεται μία
οκτάβα χαμηλότερα, και στη λαϊκή ορολογία ονομάζεται «μπουργάνα». Στα
κουρδίσματα που παρατέθηκαν παραπάνω, για το 3ο ζεύγος χορδών (3η
χορδή) σημειώνεται το ύψος της μπουργάνας, και εννοείται ότι το τέλι του
ζευγαριού κουρδίζεται μια οκτάβα ψηλότερα.
Παρασκευή, Ιουνίου 04, 2021
Χατσεψούτ
Χατσεψούτ... Ωραίο όνομα για να δώσεις σε γάτα! Και διόλου δεν θα ενοχλούσε κάτι τέτοιο, την πριν από 3.528 χρόνια πρώτη κάτοχο του ονόματος, την Χατσεψούτ, μιαν από τις λίγες γυναίκες Φαραώ που διαδέχτηκε τον σύζυγό της Τούθμωσι Β'. Μετά τον θάνατό της, ο προηγουμένως παραγκωνισθείς από αυτήν, μέχρι την ενηλικίωσή του, γιος της από άλλο γάμο του άντρα της, Τούθμωσις Γ', με το που την διαδέχτηκε, επιδόθηκε σε μία πρωτοφανή προσπάθεια εξάλειψης της μορφής της και του ονόματός της από την Ιστορία. Αγάλματά της κονιορτοποιήθηκαν, επιγραφές και ανάγλυφα ξύστηκαν... Κι όμως. Το όνομά της ξανάρθε στο φως όταν αποκρυπτογραφήθηκαν το 1822 τα ιερογλυφικά στο Ντέιρ ελ Μπάχρι και συνδέθηκε με ελάχιστα διασωσμένα αταυτοποίητα μέχρι τότε αγάλματά της, ενώ το 2007 μια εξέταση DNA ταυτοποίησε τη μούμια της που είχε βρεθεί το 1903. Τελικά, σε καμμία εποχή και με καμμία τεχνολογία δεν είναι εύκολο το delete...
οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)
-
τίς δὲ βίος; κουκουζέλη ι τίς δὲ βίος, τί δὲ τερπνὸν ἄτερ χρυσῆς Ἀφροδίτης; τεθναίην, ὅτε μοι μηκέτι ταῦτα μέλοι, κρυπταδίη φιλότης ...
-
Από πού φαίνεται ο σεφ; Από το πώς φτιάχνει τα μακαρόνια. Ένα σύνηθες πρόβλημα με τις μακαρονάδες είναι ότι όλοι δίνουν συνταγή για σάλτσε...
-
CD δώρο ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΕΛΑΚΗΣ Άλλοτες όταν εκούρσευαν Ανασυνθέσεις κοσμικής μεταβυζαντινής μουσικής 16ου και 17ου αιώνα από αγιορεί...
-
Ξεκίνησα με αυτό εδώ, χωρίς περαιτέρω προθέσεις. Πρόκειται για ένα (υστερο-) υπερλεξιστικό ποιηματάκι, των φοιτητικών μου χρόνων, μάλλον το...
-
O Rob και ο Οt χτύπησαν την πόρτα κατά τις 4.30 τα ξημερώματα. Δεν έδειχναν καθόλου κουρασμένοι απ' το ταξίδι. Μονοζυγωτικοί δίδυμο...
-
Ένα κοντσέρτο. Για άρπα. Και έγχορδα. Γιατί μόνον έγχορδα; Αυτοπεριορισμός ή μήπως μια δολίως υποκρυπτόμενη φιλοδοξία –σιγά τον δόλο δηλ...
-
Συνταγή μουσικής σούπας Υλικά: λούπες: ήτοι, έτοιμες ηχογραφημένες φρασούλες, με δυνατότητα αυτοανακύκλωσης και μεταξύ των συρραφής,...
-
Περνάω αρκετό χρόνο, τον περισσότερο ίσως της καθημερινότητάς μου, στο ψηφιακό μου εργαστήρι. Ψηφιοστάσιο θα το έλεγα, γιατί αν έπρεπ...
-
Χρόνια Πολλά. Δώρο κασέτα... με ένα κλικ την ακούτε στο YouTube ή την κατεβάζετε με κλικ εδώ ΚΑΛΑΝΤΑ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟΥ ...
-
Η μουσικοπαιδαγωγική είναι μια διδακτική επιστήμη, ή μάλλον μια επιστήμη της μουσικής διδακτικής, που στόχον έχει να προσηλυτίσει τα "...