Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σκέψεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σκέψεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Μαρτίου 30, 2008

Αβάντι μαέστρο

Οι μεταξύ των ανθρώπων σχέσεις που δεν χρειάζεται να υπάρχουν για την ουσία, αλλά δημιουργούνται για να νομιστεί ο τύπος, είναι η βάση της ανάδειξης των ψευτοαρχηγών.
Πιο απλά. Οι άνθρωποι, όταν λένε ότι θέλουν να κάνουν κάτι, όχι μόνοι τους, αλλά μαζί με άλλους, και παρ’ όλα αυτά δεν μπορούν να το κάνουν επειδή δεν το έχουν εννοήσει, είτε σε βάθος, είτε σε πλάτος, τότε έχουν ανάγκη κάποιον να συντονίσει την παρανόηση.
Στην περίπτωση που κάποιος θέλει να κάνει κάτι μόνος του, αλλά βρίσκεται σε ανάλογη αμηχανία, αν ατυχήσει και δεν συναντήσει τον δάσκαλο, (ή αν έχει την τάση να δελεάζεται) τότε αναδεικνύεται ο ψευτοδάσκαλος.
Αν για παράδειγμα κάποιοι θέλουν να χτυπήσουν 60 παλαμάκια μέσα σε ένα λεπτό, όπου κάθε παλαμάκι θα απέχει από το άλλο κατά ένα δευτερόλεπτο, τότε χρειάζονται κάποιον που με την κίνηση του χεριού του θα τους δείχνει το ακριβές χρονικό σημείο κάθε κτύπου και παράλληλα με έναν σωματικό παλμό θα τους προδιαθέτει να τον πετύχουν. Χρειάζονται μαέστρο. Αν πάλι κάποιος πρέπει να μάθει πώς μόνος του θα χτυπάει 60 παλαμάκια ισόχρονα μέσα σε ένα λεπτό, χρειάζεται ένα δάσκαλο να του δείξει τον τρόπο.
Ο ψευτοαρχηγός στο συγκεκριμένο παράδειγμα θα ήταν αυτός που θα δεχόταν να συντονίσει κάποιους που θα ήθελαν να πετύχουν το συγκεκριμένο αποτέλεσμα χωρίς να έχουν περάσει από τη φάση της ατομικής εκμάθησής του με ένα δάσκαλο. Ο ψευτοδάσκαλος στο ίδιο παράδειγμα θα ήταν αυτός που αντί να διδάξει τον τρόπο εκμάθησης, θα ομιλούσε γενικώς περί του πόσο ευτυχείς θα είναι όσοι ομαδικώς επιτύχουν το περί ου ο λόγος αποτέλεσμα, το οποίον επιτυγχάνεται τάχα, όχι επί τη βάσει της ατομικής εξάσκησης και παιδείας, αλλά δια της μαγικής χειρός του μαέστρου.

Μπορεί το παράδειγμα να φαίνεται απλό, επειδή όλοι συνοδεύουμε με παλαμάκια τον Νταλάρα (αυτός μου ήταν πρόχειρος). Αλλά, μία αναδρομή στα παιδικά μας χρόνια θα μας θυμίσει το πώς το κατακτήσαμε.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 13, 2007

ΠΡΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΟΙΗΤΙΚΗ

Τι είναι η ποίηση; Όχι γενικώς. Ειδικώς, για την θείτσα μου την Πιπίνα, τη συχωρεμένη. Η ερώτηση γίνεται σε ενεστώτα για να τονιστεί η αντοχή της τέχνης στον χρόνο, μια εκδοχή αθανασίας που πιστεύω δεν ανήκει μόνο στα τεχνουργήματα, αλλά και σ’ όσους τα απήλαυσαν.

Η ποίηση, ως πεδίον που εκτήθη από την θείτσα Πιπίνα, την Πιπίνιζα, το Πιπινάκι, κατά την εις πολλά και άλλα τυρβάζουσα του βίου της πορεία, μπορεί να πάρει, πιστεύω, τη μορφή μιας ενιαίας έκδοσης, όχι πολυσέλιδης. Το μόνο βιβλίο που κράτησε στα χέρια της ήταν ο Τσελεμεντές. Και αυτό σπανίως. Συνήθως κατέφευγε στο συνταγολόγιο που είχε απ’ τη μάνα της, γραμμένο με μελανομόλυβο, μολύβι που έγραφες σαλιώνοντας τη μύτη του και η γραφή του έμενε ανεξίτηλη. Η μόνη της επαφή με την τέχνη της ποίησης, ήταν η καθημερινή ευλαβική ανάγνωση, καθώς και η αποστήθιση, των τετραστίχων του ημερολογίου, και ως ήτο αναμενόμενον, το τετράστιχον της επομένης κατελάμβανε στην μνήμη της τον χώρον του τετραστίχου της προηγουμένης, έτσι ώστε ως έρμα να παραμένει μόνον το μορφικόν πλαίσιον: τετράστιχον εκ δύο διστίχων, απαρτιζομένων από οκτασύλλαβον και επτασύλλαβον, των επτασυλλάβων ομοιοκαταληκτούντων συνήθως:

«Αν μ’ αγαπάς κι είν’ όνειρο
ποτές να μην ξυπνήσω,
γιατί με την αγάπη σου
ποθώ να ξεψυχήσω.»

Έχω λοιπόν την εντύπωση ότι, αν ο ΟΙΚΟΣ ΔΑΡΕΜΑ (συστηματικός εκδότης επίσης του «Καζαμία») απεφάσιζε ποτέ να εκδώσει εις ενιαίαν συλλογήν το σύνολον των τετραστίχων που δημοσίευε επί σειράν ετών στα «ημερολόγια ποιημάτων», τότε θα προέκυπτε η Πιπίνιος Ποιητική Συλλογή.

Όλως δικαίως, λοιπόν, για την ποιητική της παιδεία, το Πιπινάκι, χασκογελούσε, όποτε έβλεπε στην τηλεόραση ελληνικές ταινίες που διακωμωδούσαν την καρικατούρα του Ελύτη, ή του Εμπειρίκου, ή του Σεφέρη:

«Μαύρα κοράκια,
κόκκινα κοράκια,
Πράσινα κοράκια,
κίτρινα κοράκια,
Ωιμέ, ωιμέ».

Κάτι σαν να ‘ξερε, σα να συνδύαζε, κι ας μην είχε διαβάσει ποτέ της. Είχε αίσθηση της φόρμας, και αντιλαμβανόταν αμέσως τον πυρήνα της διακωμώδησης. Δεν ήσαν τα ποικιλόχρωμα κοράκια το πρόβλημα. Ο κινηματογραφικός ποιητής Φανφάρας, κατά συνεκδοχήν καρικατούρα απάσης της συγχρόνου ποιήσεως, ήτο γελοίος διότι απετύγχανε στον σχηματισμό αποδεκτής για το Πιπινάκι φόρμας.

Και τώρα επιτρέψατέ μου να σας αναφέρω, ως επίμετρον, ότι το Πιπινάκι, ήτο θρήσκο. Βαριόταν όμως τον τακτικό εκκλησιασμό, και ως δικαιολογία κάθε Κυριακή έβρισκε τον φόρτον της παρασκευής του πολυπλόκου ροζ-μπιφ της. «Πήγαινε εσύ Παναγιώτη και άναψε ένα κερί και για μένα, εγώ σηκώθηκα από τα άγρια χαράματα να προλάβω τη λειτουργία και ακόμα δεν έχω τσιγαρίσει το κρέας», έλεγε στον κουνιάδο της, τον παππού μου. Δεν έχανε όμως ποτέ Χαιρετισμούς. Με τη σύνοψη στο χέρι και το σκαμνάκι της, πήγαινε νωρίς- νωρίς στην εκκλησία να πιάσει πόστο. Όταν γυρνούσε, καταπιανόταν πάλι με την κουζίνα, ωστόσο με οίστρο έψελνε: «Άγγελος πρωτοστάτης…». Ήξερε όλον τον Ακάθιστο απ’ έξω. Ήξερε και το όνομα του Ρωμανού του Μελωδού. Μόνον που δεν ήξερε ότι πρόκειται για ποίηση. Αλλά κι εμείς που το ξέρουμε, παρ’ ολίγον θα την βγάζαμε περίπου άμουση, γιατί σχεδόν έχουμε ξεχάσει ότι η Ιερά Σύνοψις, είναι συνάμα και μια ποιητική συλλογή, ίσως η πλέον λαϊκή.

Κυριακή, Νοεμβρίου 11, 2007

ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΑΓΟΡΑ, εν συντομία και άνευ όρων (δυσκόλων)

(ήτοι περί ελαίων, βουτύρων και λ[ο]ιπών υλικών)
Με αφορμή το βλέμμα που είδε και σχολίασε.

Θα πω κι εγώ τα δικά μου.
Κοστολογήστε, όμως προηγουμένως να σας πω ότι το έχω βαρεθεί αυτό το παράδειγμα:




Ιδού σοι, και ταξινόμησις, τεθνεώτων σώματι καλλιτεχνών:

Α) Καλλιτέχνες που έζησαν και πέθαναν φτωχοί και έγιναν μετά θάνατον διάσημοι και πλούτισαν και τους εμπόρους των.

Β) Καλλιτέχνες που έζησαν και πέθαναν φτωχοί και έμειναν άσημοι, χωρίς απαραίτητα αυτό να σημαίνει ότι κάποιοι έμποροι δεν μπορούν να πλουτίσουν από το έργο τους, αν το προσπαθήσουν.

Γ) Καλλιτέχνες που έζησαν και πέθαναν πλούσιοι και έκαναν πλούσιους και τους εμπόρους των.

Δ) Καλλιτέχνες που έκαναν πλούσιους τους εμπόρους των, έγιναν πλούσιοι και οι ίδιοι επ’ ολίγον και μετά τα φάγανε:
  • α) στα χαρτιά
  • β) στα ζάρια
  • γ) στον ιππόδρομο
  • δ) στο αλκοόλ
  • ε) σε άλλο χρηματοβόρο και καταστοφικό
  • στ) σε μερικά ή και σε όλα τα ανωτέρω
και μετά πέθαναν φτωχοί, όπως τους άξιζε (τους παλιαλήτες)

Και τώρα ας πάμε στα έργα τέχνης:
Αυτά τα ίδια αν το καλοεξετάσεις δεν αξίζουν τίποτα. Η χρηματική αξία ενός έργου είναι αποτέλεσμα συνεννόησης εμπορικής. Δεν υπάρχει έργο τέχνης που να σου λέει πόσο αξίζει. Εκτός κι αν είναι φτιαγμένο από διαμάντια**. Και εδώ θυμάμαι τον Αυλωνίτη σε έκθεση ζωγραφικής να απορεί: «Τόσα λεφτά, βρε παιδί μου, για λάδια. Να ήτανε τουλάχιστον βούτυρα».

Να τα πουλούν και να τα έχουν και να τα χαίρονται. Εγώ να τα φτιάχνω.

-------------------------------------------------
**το μήνυμα του συγκεκριμένου έργου είναι: "όπως καταλαβαίνετε, αξίζει"

Παρασκευή, Απριλίου 27, 2007

ΑΥΓΑ......ΜΕΛΑΤΑ

Κάποιοι που ήθελαν να τύχουν μεριδίου της αίγλης του Πλάτωνα, του Θουκυδίδη, των συγγραφέων εν γένει, γράφανε τα σχολιάκια τους στις ώες (στα περιθώρια των χειρογράφων). Δεν ξέρετε τι κουφάλες είναι.
Να μην σέβεστε το περιθώριο. Να μην αγαπάτε το περιθώριο. Τουλάχιστον να μην το σέβεστε και να μην το αγαπάτε περισσότερο από το κυρίως κείμενο της σελίδας. Σας διαβεβαιώ δεν έχει περισσότερα ηθικά προσόντα. Ούτε περισσότερα να πει (γνωστικώς και αισθητικώς).
Οι λάτρεις του περιθωρίου, όπως άλλωστε και οι λάτρεις των κυρίως κειμένων των σελίδων, είναι δύο ειδών. Δυνάμει. Αναγνώσται και συγγραφείς. Ας αναλογιστούμε όμως – για να μην τρώμε την ώρα μας - ότι αυτοί που κατέθεταν τα γραμματάκια τους στις ώες των σελίδων, όταν αυτά ήταν ακόμα χειρόγραφα, ήταν απλώς γραφείς. Και απλώς η τυπογραφία ευνόησε κάποιους από αυτούς τους γραφείς να εκδίδονται παριστάνοντας τους συγγραφείς. Ανώνυμοι. Τάχα μου ταπεινοί. («για να προσφέρουμε στην κατανόηση του νοήματος το γράφουμε αυτό που γράφουμε»). Πρώτα, έλκουν τον οίκτο σας και κατόπιν… τον θαυμασμό σας. Οι άνθρωποι αγαπούν τους μετριόφρονες. Διότι οι μετριόφρονες στην αρχή προσποιούνται τους εραστές της ανωνυμίας. Κατόπιν τους κάπως επωνύμους του περιθωρίου. Κατόπιν τους αδίκως περιθωριοποιημένους. Ύστερα τους διασήμως γνωστούς περιθωριακούς, ωστόσο εντίμως ακαταξίωτους. Επόμενο βήμα είναι το να γίνουν καταξιωμένοι έντιμοι περιθωριακοί. Και εδώ παρουσιάζεται η δυνατότης του μεγάλου άλματος. Να εκλάμψει το σχόλιον. Και να περιθωριοποιηθεί το κυρίως κείμενο. Αν δεν τα καταφέρουν θα πάρουν τον δρόμο της επιστροφής. Τον δρόμο που οδηγεί στην ανωνυμία. Θα γίνουν ξανά όπως όλοι οι άλλοι. Ανωνυμία ίσον –περίπου- ανυπαρξία. Αλλά αυτό το «περίπου» μας έχει φάει. Διότι αν το «περίπου» ήταν «εντελώς» θα υπήρχε ένα κίνητρο για ρίσκο. Για το «όλα για όλα». Όλοι αυτοί οι μετριόφρονες δεν είναι μόνοι τους. Είναι παρέα μεγάλη. Μετριόφρονες – μέτριοι- αλληλοϋποστηριζόμενοι. Πολύ κοντά στο «όλοι». Πολύ κοντά στο εμπεδωμένο «βάστα με να σε βαστώ». Ασεβείς. Δεν σέβονται την μέθοδο. Σέβονται μόνο την μέθοδό τους. Και όλοι μαζί φτάνουν σε αυτό που αποκαλούν και προτιμούν να λέν αποκαλείται «προσκήνιο», για να μην ακουστεί ως «προσκύνημα». Αποκαλείται άλλωστε. Δεν είναι αυτοί οι μόνοι που έτσι το αποκαλούν. Δεν φταίνε. Αποκαλείται.
Μην το πολυλογούμε.
Έτοιμοι είναι όλοι και ήδη προσκυνημένοι. Τάξε και θα δεις. Ξέρεις τι κουφάλες είμαστε;


Υ.Γ. Επειδή, εύκολα γίνονται περεξηγήσεις: Δεν αναφέρομαι στα σχόλια και τους σχολιαστές των μπλόγκς μας. Αναφέρομαι στα σχόλια που υποδύονται τις αυτοτελείς δημιουργίες.
Και συμπληρώνω εκ των υστέρων και αφού ήδη έχουν γραφτεί 6 comments. Το κείμενο θα γίνει πιο διαφωτιστικό, αν ξεπερνώντας την αναφορά στους συγγραφείς και τους σχολιαστές, επικεντρωθούμε σε αυτό που αυτοονομάζεται περιθώριο και .... καμαρώνει.

Παρασκευή, Μαρτίου 09, 2007

Η ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΠΕΛΕ....

"Το ίντερνετ είναι ένα παράθυρο στον κόσμο". Αυτό το ωραίον τσιτάτον το έχουν καραμέλα όλοι οι φροντιστές και οι φροντιζόμενοι. Ακόμα και σε έκθεση για την αποταμίευση μπορείς να το κολλήσεις: "Όπως το ίντερνετ είναι ένα παράθυρο στον κόσμο της πληροφορίας, έτσι και η αποταμίευση είναι ο διάδρομος που οδηγεί στο ασφαλές μέλλον".
Έχω απωθημένα με τις έννοιες που μπορούν να ενταχθούν σε αποφθεύγματα. Πολύ δε περισσότερο σιχαίνομαι τα κείμενα που στηρίζονται σε αποφθεύγματα. Κι ακόμα πιο πολύ τα ίδια τα αποφθέγματα. Διότι όλα αυτά μου θυμίζουν την βαρετή εκείνη ώρα που έπρεπε κάθε χρόνο ως μαθητές να γράψουμε τις διάφορες "υποχρεωτικές" εκθέσεις. Για την αποταμίευση, για την 25 Μαρτίου, για την 28η Οκτωβρίου - για το Πολυτεχνείο δεν πρόλαβε η χάρη μου να γράψει εκθεση, διότι το Πολυτεχνείο έγινε θέμα εκθέσεως αφότου είχα αποφοιτήσει του εξαταξίου γυμνασίου. Βασάνιζα ο δόλιος το μυαλό μου να βρω κάτι πρωτότυπο να γράψω για να το διασκεδάσω τουλάχιστον. Θυμάμαι σε μία έκθεση για την αποταμίευση, είχα αποδυθεί αγώνα λογικόν μέγα να αποδείξω ότι "η αποταμίευση ως ατομική πράξη δεν είναι χρηστή, πολλώ δε μάλλον χριστιανική, διότι αποστερεί τα αγαθά από το κοινωνικό σύνολο αποθησαυρίζοντάς τα στο πουγγί των πλάνηι θεωρουμένων προνοητικών, ουσίαι δε φυλαργύρων".
Σε μία έκθεση για το ίντερνετ τι άραγε θα έγραφα ως μαθητής; Κατ' αρχήν θα το αποκαλούσα "διαδίκτυο", εις απλήν καθαρεύουσα, ή θα με έπιαναν τα επαναστατικά μου και θα το έγραφα "ίντερνετ" για να εκνευρίσω τον φιλόλογο; Μάλλον ως προς το όνομα θα συμβιβαζόμουν με την συντηρητική εκδοχή, ώστε να επαναστατήσω δολίως κατά την λογικήν οικοδομήν. Θα έγραφα - κατ' αναλογίαν με την περί αποταμιεύσεως πραγματείαν μου- ότι "το διαδίκτυο είναι μία απέραντη χωματερή πληροφοριών προς την οποίαν κατέτεινε η πρόθεση υγειονομικής ταφής της γνώσης". Θα έγραφα και άλλα πριν και μετά, αλλά η κορυφαία φράση μου θα ήταν αυτή. Τελικά θαυμάζω μόνο τα δικά μου αποφθέγματα. Όμως, το έξυπνο πουλί από τη μύτη πιάνεται.
Πριν από κάποια ποστ, λαμβάνω κόμμεντ από κάποιον κύριο Santos: "Hello!This work is very good.Good weekend,Thank you.david santos". Οποία συγκίνησις, όταν είδα το προφάιλ του εν λόγω κυρίου, στο πορτογαλλικόν του μπλόκ. -"Μάλλον, ποιητής μου μοιάζει, ή έστω στιχουργός, γιατί τα ποιήματά του έχουνε ρίμα, άρα τραγούδια θα 'ναι. E, ναι μάλλον στιχουργός είναι γιατί έχει στο μπλογκ του και τραγούδια σε mp3. Και πρέπει να είναι και κάπως διάσημος γιατί στο τελευταίο του post έχει κάπου 169 comments. Πάντως τι συγκινητικό!!! Ένας πορτογάλλος, ευαίσθητος άνθρωπος, όπως φαίνεται από τη φωτογραφία, άκουσε τη μουσική μου και την βρήκε ωραία και παρόλο που δεν ξέρει ελληνικά, συγκινημένος από την παγκόσμια γλώσσα της μουσικής, μου έγραψε δυό λογάκια ενθάρρυνσης στην διεθνή αγγλική. Τι απρόσμενο!!! Τελικά, βρε παιδί μου, το ίντερνετ, είναι ένα παράθυρο στον κόσμο". Τού γραψα κι εγώ στο μπλόγκ του διεθνείς αγγλικές ευχαριστίες, πόσο με συγκίνησε η επικοινωνία μας και κρίμα που δεν ξέρω πορτογαλλικά για να διαβάσω τους στίχους του, οι οποίοι ωστόσο ηχούν καλά και ρυθμικά και μακάρι να ήξερα πορτογαλλικά για να μελοποιήσω ένα του ποιήμα και τι κρίμα που δεν ξέρω πορτογαλλικά......Μέγας έρως άπελπις.

Μετά από λίγες μέρες διαβάζω τα σχόλια σ' ένα ποστ του Κουκουζέλη. Μεταξύ άλλων και το:
Hello!How are you.This work is very good.Have a good week.Thank you. david santos. Ηταν Δευτέρα. Χτυπάει Δευτέρες και Παρασκευές. Μ' αυτά και μ' αυτά ο κύριος David αποταμιεύει περισσότερες comments απ' όσες φορές αγωνίστηκε ο Πελέ στην Santos.

Τρίτη, Οκτωβρίου 10, 2006

ΒΡΕΧΕΙ..........

Βρέχει,
πόσο μ΄ αρέσει όταν βρέχει
και τι μελαγχολία που έχει
σαν βρέχει….

Στίχοι από τραγουδάκι ελαφρόν της δεκαετίας του ’60. Μου το τραγούδαγε η μαμά μου στα πρώτα φθινοπωρινά ψιλόβροχα. Και επλημμύριζαν τ΄ αυτιά μου από την υγρασία της φωνής της - τώρα που το σκέφτομαι η μαμά μου ήτανε τότε εικοσπέντε χρονών και ο πατέρας μου ναυτικός. Είχα την αποκλειστικότητά της.
Και πώς να περιγράψεις αυτό το τραγουδάκι; Τη μελωδία του εννοώ, διότι το ηχόχρωμα του μέσα από τη φωνή της μαμάς μου έχει αποκλειστικά αυτοβιογραφικής αξίας αισθητικά στοιχεία.

Παμ παμ
Παραπαπάραμ πάραμ τάραμ
Παραπαπάραμ τάρα πάραμ
Παμ πάραμ.

Όταν σχεδόν στα δεκαεφτά παραθέριζα στον οικογενειακό πύργο μας στη Μάνη είχα πάρει μαζί μου και το ακκορντεόν. Και για να μην γεννηθεί φθόνος εκ της εφηβικής τύχης μου προς την τωρινή μου υπόσταση, αναφέρω ότι ο πύργος αυτός είναι από εικοσαετίας ερείπιο και ούτως ή άλλως δεν αποτελεί περιουσιακόν μου στοιχείο.Το δε ακκορντεόν το αντάλλαξα μετά δύο χρόνια του παραθερισμού στον οποίον αναφέρομαι, στου Ζοζέφ Τερζιβασιάν το μαγαζί, αντί ενός σαζιού, του οποίου η αξία ήταν-δεν ήταν το ένα δέκατο της αξίας του ακκορντεόν, δηλαδή πιάστηκα κορόιδο του ενθουσιασμού μου, και το οποίον σάζι, όμως, απετέλεσε την βάση μιας μετεφηβικής ματαιοδόξου μουσικής καριέρας.
Ένα κοριτσάκι, λοιπόν τότε στη Μάνη, η Βούλα, από τα Αυγουλιάνικα του Τροχάλακα, ένα απόγευμα εκεί που έπαιζα μου ζήτησε να παίξω ένα τραγούδι. «Σε παρακαλώ» και «σε παρακαλώ»….
-Μα, δεν το ξέρω! Άμα, όμως, το δω γραμμένο μπορώ να το παίξω.(Εννοούσα γραμμένο σε νότες). Την άλλη μέρα το Βουλί, μου ξεδίπλωσε με χαμόγελο ένα χαρτάκι, που με τα τακτικά κοριτσίστικα γραμματάκια της είχε γράψει:

«Μαρία με τα κίτρινα,
ποιόν αγαπάς καλύτερα,
ποιόν αγαπάς καλύτερα,
τον άντρα σου ή τον γείτονα….»

Τότε συνειδητοποίησα τον κίνδυνο που μπορεί να δημιουργήσουν οι παρανοήσεις των βάσεων ενός κλειστού συστήματος. Και ντράπηκα μέσα μου δυό φορές. Πρώτον γιατί το «Μαρία με τα κίτρινα» το ήξερα, αλλά απέφευγα να το παίξω γιατί το θεωρούσα μπας-κλας μπροστά στο «Ένα το χελιδόνι» και δεύτερον διότι εγώ απ' τον Πειραιά ήξερα μουσική, ενώ το Βουλάκι απ' τον Τροχάλακα όχι.
Μετά από δυό χρόνια για λογαριασμό των εκδόσεων Χατζηνικολή κατέγραψα σε παρτιτούρα την αρχή, τις πρώτες νότες της μελωδίας ενός ελαφρού τραγουδιού («Για την Αθήνα μας, την πιο όμορφη πόλη του κόσμου»), καθ' υπαγόρευσιν του σφυρίγματος ενός νεοέλληνός συγγραφέως υπό έκδοσιν των συγκεκριμμένων εκδόσεων. Ο συγγραφεύς του υπό έκδοσιν βιβλίου, για να ζωντανέψει ίσως την περιγραφή του, ήθελε σώνει και καλά να περιληφθεί η παρτιτούρα του τραγουδιού, το οποίο κάποιος ήρωας του βιβλίου του σφύριζε σε κάποια σελίδα. Ήμουν τόσο αυθάδης τότε, που όχι μόνον ζήτησα και πήρα ένα καλό ποσό για την εκδούλευση αυτή, αλλά επιπλέον θεώρησα ότι ο συγγραφέας αυτός την ιδέα του να υπάρχει παρτιτούρα ενός τραγουδιού στο βιβλίο του, την ξεσήκωσε από κάποιο ξένο βιβλίο, μάλλον αμερικάνικο.
Σήμερα τα πράγματα είναι απλούστερα. Με μία ADSL ρίχνεις το κειμενάκι των στίχων, βαράς και προς νταουνλόαντ το τραγουδάκι και είσαι μέσα στην εποχή σου. Αν είναι πρωτοβρόχια η εποχή ονομάζεται φθινόπωρο.

Τρίτη, Ιουνίου 06, 2006

Η ΕΠΙΖΗΛΟΣ ΘΕΣΙΣ ΤΟΥ ΣΕΝΤΕΡ-ΦΟΡ

«Πλασάρεται στην θέση του σέντερ-φορ, κεφαλιά και , αγαπητοί μου ακροαταί, ο Γκαϊτατζής πετυχαίνει το τρίτο τέρμα των ερυθρολεύκων».

Αυτοί οι απόηχοι της ξύλινης φωνής τού πάλαι ποτέ διαλάμψαντος ραδιοφωνικού εκφωνητού Βασίλη Γεωργίου, μου φέρνουν καταθλιπτικά συναισθήματα. Σούρουπο, Κυριακής, κι όμως μόλις λίγες ώρες μετά το σαββατιάτικο απόγευμα, οπωσδήποτε περισσότερες από εικοσιτέσσερις, που όμως δεν έφτασαν για να γράψω τα μαθήματά μου. Και τώρα πρέπει να ξεκινήσω αντιγραφή, μετά αριθμητική, να διαβάσω γεωγραφία, φυσική ιστορία. Ευτυχώς θρησκευτικά και ιστορία τα αρπάω από την παράδοση. Χτες τι ωραία απέκρουση που έκανα! Ο Φώντας είχε φύγει από την άμυνα και βγήκε μπροστά, μου έκανε ένα σουτ τετατέτ με το κουτουπιέ και μπλονζάρισα και το έβγαλα κόρνερ. Τους χειρότερους, αυτούς που δεν έχουνε ντρίπλα, τους βάζουμε άμυνα. Οι ντελικάτοι παίζουνε κέντρο. Αυτοί που κάνουν αυτοθυσίες παίζουνε τερματοφύλακες. Σέντερ-φορ παίζουνε τα ταλέντα που μυρίζονται το γκολ πριν τέσσερις πάσες.
Αυτή τη σπαρίλα του Κυριακάτικού απογεύματος, τόσα χρόνια και δεν μπορώ να την ξεπεράσω. Δεν ξέρω αν σχέσεις αγάπης ή μίσους με οδήγησαν στο να εξαρτήσω για κάποια χρόνια την επιβίωσή μου από την εκπαίδευση, μπορώ όμως να πω ότι όποιο από τα δύο αυτά αντιδιαμετρικά συναισθήματα θα ήθελε να ισχυρίζεται ότι καθόρισε αυτήν την επαγγελματική μου επιλογή, σε καμία περίπτωση δεν με γνωρίζει καλά. Αυτό που ουσιαστικά προσπάθησα να πετύχω είναι από τερματοφύλακας να βρεθώ στη θέση του σέντερ-φορ. Να απαλλαγώ από το ποτήριον της θυσίας-αυτοθυσίας και να είμαι ο εκτελεστής. Να φοβούνται εμένα τα παιδάκια τα αδιάβαστα. Και να απολαύσω επιτέλους το κυριακάτικο σούρουπο.
Ωστόσο, ισχύουν τα εξής:
Α) Ουδείς πλασαριζόμενος ευκαιριακά στην θέση του σέντερ-φορ θα αποκτήσει ποτέ αίγλη σέντερ-φορ, παρά μόνο στα γεράματα θα θυμάται κάποια γκολ που έβαλε.
Β) Το σέντερ-φορ γεννιέται δεν γίνεται.
Γ) Ο τερματοφύλακας αντιλαμβάνεται πάντα πότε πραγματικά κινδυνεύει και τις περισσότερες φορές έχει όλα τα δίκια να ρίξει την ευθύνη στους αμυντικούς του. Και απολαμβάνει να αποκρούει το σουτ του σέντερ-φορ, κι όχι κάποιου που επεισοδιακώς πλασαρίστηκε σε αυτήν την θέση.
Δ) Ο αμυντικός που πλασάρεται στη θέση του σεντερ-φορ, αν δεν επιστρέψει εγκαίρως στη θέση του, θέτει σε κίνδυνο την ομάδα του και κινδυνεύει να εξευτελιστεί.
Ε) Πέντε η ώρα που βραδυάζει.

Δευτέρα, Μαρτίου 07, 2005

ΜΙΚΡΟΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΝ ΠΕΡΙ ΙΣΟΤΗΤΟΣ

Κατ' αρχάς καλωσορίζω τον ευγενικό Γεώργιο Χοιροβοσκό.

Η ισότης, (των δύο φύλων, περί της οποίας ωμίλησες), είναι μάλλον θέμα θεολογικής γεωμετρίας:
Ο Θεός είναι πανταχού παρών. Άρα, απέχοντας μηδενικήν απόστασιν εξ όλων των όντων, απέχει εξ ίσου όλων των όντων. Ως εκ τούτου, όλα τα όντα, άρα και οι άνδρες και αι γυναίκες, ως απέχοντα εξ ίσου από τον Θεόν, μετέχουν της εννοίας της ισότητος δια της αποστάσεώς των από τον Θεόν.

Με αυτά και μ' αυτά μπορούσαν να περάσουν την ώρα τους μεσαιωνικοί θεολογίζοντες μαθηματικοί, ή μαθηματικίζοντες θεολόγοι.

Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στο ότι οι λογικές αυτές ακολουθίες στερούνται...λογικής. Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι είναι λογοτεχνικά στεγνές. Ενδιαφέρουσες, γίνονται μόνον ως κοσμολογικές θεωρίες, εκπεφρασμένες με κομψό μαθηματικό τρόπο, του οποίου τον απόηχο παπαγαλίζουμε λέγοντας: Έψιλον ίσον εμ επί σε τετράγωνο.
Πιστεύω, ότι η ισότης, μόνον ως μαθηματική έννοια είναι καλαίσθητη. Και λέω "πιστεύω", επειδή δεν γνωρίζω μαθηματικά. Το έχω ακούσει όμως να το λένε...........

Σάββατο, Φεβρουαρίου 19, 2005


TO OPION Posted by Hello

αποφθεγματάκι

Το "όριον της φτώχειας", ευρίσκεται μεταξύ αισθήματος και συναισθήματος. Διότι ο φτωχός το αισθάνεται, ενώ ο πλούσιος το συναισθάνεται.

Κυριακή, Ιανουαρίου 30, 2005

ΕΠΙ ΠΛΕΟΝ ΔΕ.....

.....ο Σολωμός, όταν του τελείωνε το πιοτό , έπινε κολώνια. Είχα έναν συμφοιτητή, τώρα μοναχό, που ήταν ποιητής στις διαθέσεις, έγραφε κιόλας. Παχουλούτσικος και τώρα λόγω μοναχισμού τετράπαχος. Αυτός μου μίλησε γι αυτή την "μέθοδο υστάτης καταφυγής" του αλκοολικού Σολωμού. Είχε δε σκεφτεί το εξής κόλπο, (ο φίλος μου) :
Έπινε κολώνια και περίμενε να γίνει ποιητής, ίσως και εθνικός. Μόνο τόσο απόλυτοι άνθρωποι, πιστεύω, μπορούν να στραφούν στον μοναχισμό. Εγώ, αν γίνω λίγο ποιητής, δεν χρειάζεται να προσπαθήσω πολύ για να γίνω εθνικός. Είμαι ήδη. Και μάλιστα Εθνικός Πειραιώς.


Δευτέρα, Ιανουαρίου 17, 2005

ΠΕΡΙ ΨΕΥΔΩΝΥΜΙΑΣ επίμετρον

Επίσης ψευδώνυμο επιλέγουν οι κατά κυριολεξίαν εκπορνευόμενοι, για τους κατά μεταφοράν δεν θα ομιλήσουμε, γιατί δεν βγάζουμε άκρη και συνήθως αυτοί "εκδίδονται".
Συνήθως, οι πόρνες, οι ζιγκολό, οι τραβεστί με αυτόν τον τρόπο διαφυλάσσουν την ψυχή τους, ταυτίζοντας με αυτήν το αληθινό τους όνομα, ενώ το ψευδώνυμο με το σώμα.
Ουδείς όμως μπορεί να αποκλείσει, το να θεωρούν μερικοί εξ αυτών τους εαυτούς των καλλιτέχνες και έτσι να θεωρούνται και από πολλούς άλλους, οπότε κατ' αυτόν τον τρόπον υπάγονται τα ψευδώνυμά των εις την κατηγορίαν των καλλιτεχνικών.

ΠΕΡΙ ΨΕΥΔΩΝΥΜΙΑΣ

Η διαπραγμάτευση αυτού του θέματος μου φέρνει κατ’ αρχάς στο μυαλό ότι «στου κρεμασμένου το σπίτι δεν μιλάμε για σκοινί». Οι περισσότεροι που διατηρούν μπλογκ έχουν ψευδώνυμο και συνεπώς ιδίαν πείραν των αιτίων αυτής της επιλογής.
Κομίζων γλαύκα εις Αθήνας, θα πω ότι το ψευδώνυμο είναι ένα ένδυμα που χαρίζει αμέσως σ’ όποιον το ενδυθεί την αίσθηση ότι……. «υποδύεται».
Και γιατί να επιλέξει κάποιος να εμφανίζεται με ψευδώνυμο; Ας πιάσει πάλι δουλειά ο Τέλης. Ψευδωνύμου μετέρχεται:

1. Αυτός που δεν του αρέσει το όνομά του και το επώνυμό του. Είναι ή του φαίνονται κακόηχα, μισεί τον πατέρα του, την οικογένειά του, το νονό του, ή νομίζει ότι το ονοματεπώνυμό του είναι αιτία οι άλλοι να τον περιγελούν ή είναι δυσπρόφερτο. Τέλος πάντων το άκουσμα του ονόματός του σε προσφωνήσεις, αλλά και όταν υποχρεούται να το πει, του προξενεί κράμπες στο στομάχι.
2. Ο καλλιτέχνης, που επιλέγοντας κάποιο ψευδώνυμο, είναι βέβαιος πως, είτε αποφεύγει την άμεση σύνδεσή της βδελυρής επιλογής του με το οικογενειακό του όνομα (οπότε ουδείς θα τον κατηγορήσει ότι το λέρωσε), είτε απλά συμμορφώνει την επωνυμία του με την προσδοκώμενη καλλιτεχνική του εικόνα και πορεία, διότι ένα ωραίο όνομα πάντα στέκει πιο καλά, άμα πρόκειται για καριέρα. Σε ειδικότερες περιπτώσεις, κάποιος καλλιτέχνης, είναι ή αισθάνεται καταξιωμένος στον χώρο του και θέλοντας να δοκιμάσει να εκφραστεί σε άλλο χώρο επιλέγει ένα ψευδώνυμο, ώστε να νιώθει ασφαλής και ευδιάκριτος.
3. Το λαμόγιο και ο (μεγαλο- ή μικρο-)-απατεώνας. Θολώνει τα νερά στην πιάτσα, χάνεται ευκολότερα, εξαπατά.
4. Ο συνωμότης, ο αντάρτης, ο τρομοκράτης, ο λαθρομετανάστης και γενικά ο υπό τον φόβο της διώξεως παράνομος.
5. Αυτός που ενώ του αρέσει το όνομά του και το επώνυμό του, είναι εύηχα, αγαπάει τον πατέρα του, την οικογένειά του, το νονό του, νομίζει ότι το ονοματεπώνυμό του προξενεί σεβασμό, αλλά θέλει να αστειευτεί με τον εαυτό του και διαλέγει ένα ψευδώνυμο ιλαρό.

Όπως και να ‘χει, αυτός που φέρει ψευδώνυμο, όπως είπαμε υποδύεται. Ποιον; Αυτόν τον άλλο, τον ευεργέτη το μεγάλο. Με αυτόν τον άλλο η ύπαρξή του τον απατά και μάλιστα εν γνώσει του. Και δεν της κρατά καμία κακία, αντιθέτως της το επιβάλλει. Πρόκειται, δηλαδή, περί ενός ιδιόμορφου αυτοερωτικού τριγώνου.

Κυριακή, Ιανουαρίου 16, 2005

ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΩΣ

.........στην αρχαιότητα οι αναγνώστες στις βιβλιοθήκες έκαναν scrolling, μιας και χρησιμοποιούσαν παπύρους τυλιγμένους κυλινδρικά. Άτσα............


SEXTUS Posted by Hello

ΠΕΡΙ ΑΝΩΝΥΜΙΑΣ ΛΟΓΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ

Δεν είμαι ο Αριστοτέλης, αλλά
«νομίζω ότι η ανωνυμία διακρίνεται εις τα εξής είδη, ως προς τις αιτίες που την γεννούν».
(ωραία φροντιστηριακού τύπου μετάφραση σε ανύπαρκτο αρχαίο κείμενο έφτιαξα).
Τα είδη:
1.Ανωνυμία εξ αιτίας κοινωνικής αδιαφορίας προς συγκεκριμένο πρόσωπο, είτε λόγω του αδιαφόρου βίου του (αριστοκρατική αντιμετώπιση κάποιου «βίου»), είτε λόγω ταξικής προέλευσης (και ολίγος Μαρξ).
2.Ανωνυμία εξ αιτίας απωλείας των αρχείων που καταχωρούσαν τον πάλαι ποτέ επώνυμον.
3.Ανωνυμία εξ αιτίας λήθης προς κάποιον πάλαι ποτέ επώνυμον.
4.Ανωνυμία λόγω άρνησης (επιμελούς) των εγκοσμίων από κάποιο πρόσωπο, (αναχωρητισμός).
5.Ανωνυμία λόγω της ειδικής επιλογής από κάποιον του ψευδωνύμου «Ανώνυμος».
6.Ανωνυμία εξεργασμένη επιμελώς και δολίως από τους εχθρούς κάποιου, ώστε να εξαλειφθεί η μνήμη του από προσώπου Γης, (συνωμοσιολογική αντίληψη).
7.Ανωνυμία εξεργασμένη επιμελώς και στοργικώς από τους φίλους κάποιου, ώστε να εξαλειφθεί η μνήμη του από προσώπου Γης, (συνωμοσιολογική αντίληψη, αλλά φανταστείτε τι κάθαρμα θα ήταν).

Αυτές, οι ανωτέρω αιτίες μπορούν να συνοψιστούν στις εξής κατηγορίες: Α. Ανωνυμία λόγω προσωπικής επιλογής, στην οποία υπάγονται τα είδη 4 και 5.
Β. Ανωνυμία λόγω κοινωνικής στάσης ετέρων προς τον νυν ανώνυμο, στην οποία υπάγονται τα είδη 1, 3, 6 και 7.
Γ. Ανωνυμία λόγω εξωτερικών του ανθρώπου αιτίων, στην οποία υπάγεται το 2ο είδος (εκτός κι αν κάποιος έβαλε το χεράκι του και δεν το μάθαμε, οπότε έχουμε να κάνουμε με την κατηγορία Β, αλλά ποιος θα το αποδείξει;).

Εν τέλει έχω να παρατηρήσω ότι το μέγα λάθος είναι να προχωράς λογικώς εκ του μερικού προς το γενικό, κάτι που πολλοί ρωμαίοι ελληνίζοντες (όπως ο Σέξτος ο Εμπειρικός) έκαναν στα κείμενά τους και σε αναγκάζουν να πηγαίνεις συνέχεια πίσω-μπρος για να καταλάβεις, κάτι που με κάνει να πιστεύω ότι είχαν προφητέψει ως δυνατότητα το scrolling.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 12, 2005


OATAS EIMI (grafei sto xeilos ton kymbalon o dimiourgos tous) Posted by Hello


oligi apo fava Posted by Hello

ΟΛΙΓΗ…… ΠΕΡΙ ΑΝΩΝΥΜΙΑΣ

Λέω «ολίγη» γιατί θέλω να πω διάφορα και μάλλον θα μου βγουν σε «σκέτη από γιουβέτσι», οπότε το «ολίγη» («η ελλιπής μερίδα» του Καρυωτάκη) και προανακρούει και προφυλάσσει.

«Ανώνυμοι ήρωες,
άγνωστοι τάφοι,
κανένας όνομα,
σ΄ αυτούς δε γράφει»

(απόσπασμα από το ποίημα ΑΝΩΝΥΜΟΙ ΗΡΩΕΣ του Γεωργίου Σουρή,
που γράφτηκε το 1940, διάλειμμα της σατιρικής του πέννας,
για τους νεκρούς του πολέμου).

Η ανωνυμία, στο ποίημα του Σουρή, μοιάζει να είναι η άσχημη κατάληξη ενός παιχνιδιού της μοίρας. Το αμέσως χειρότερο είναι το να μείνεις άταφος.

Η επωνυμία στις κοινωνίες σημαίνει την αναγνώριση μιας αξίας στην ατομική ύπαρξη, είτε εν παρουσία, είτε εν απουσία.
Το να είναι γνωστό π.χ. το ποιος έγραψε τους στίχους και τη μουσική σ’ ένα τραγούδι, σημαίνει ότι η κοινωνία αυτής της εποχής θεωρεί σημαντικό (αξιοσημείωτο, αξιομνημόνευτο) τον κοινωνικό του ρόλο. (παράβαλε εις την σήμερον «το τραγούδι της Γαρμπής, sic»).
Η επωνυμία, για τους δημιουργούς (μαστόρους) και τους καλλιτέχνες, κατακτήθηκε στους αρχαίους κλασσικούς χρόνους, εξανεμίστηκε τον μεσαίωνα και ξανακατακτήθηκε βαθμιαία από την αναγέννηση και μετά. Εκείνο που θα πρέπει να υπογραμμιστεί είναι ότι η επωνυμία των αρχόντων (κυβερνητικές και στρατιωτικές προσωπικότητες, καθώς και ιεράρχες) ουδέποτε εξασθένισε με την ίδια αναλογία.

Σας προκαλώ σε ένα παιχνίδι:

Για κάθε ένα από τα παρακάτω πρόσωπα (μυθικά ή ιστορικά) προσπαθήστε να θυμηθείτε 10 ανθρώπους των γραμμάτων ή των τεχνών, της εποχής τους και του κόσμου τους.

Μίνωας (εποχή Θησέως)
Αγαμέμνονας
Περικλής
Αλέξανδρος (ο Μέγας)
Κλεοπάτρα (ή Καίσαρ αν προτιμάτε-ο ίδιος, ως ιστοριογράφος δεν πιάνεται)
Κωνσταντίνος (ο άλλος Μέγας)
Ιουστινιανός
Καρλομάγνος

Σταματώ εδώ, επειδή πιστεύω ότι ήδη η καμπύλη σχηματίστηκε. Νομίζω εντίμως ότι «νίκησε» ο Περικλής.

Και μη νομίζετε ότι εδώ τελειώσαμε, θα επανέλθω περί ψευδωνυμίας.

οι παχουλές αναρτήσεις (όσο τις διαβάζετε τόσο παχαίνουν)